Η ανατριχιαστική αποκάλυψη των συναδέλφων (Μ. Ψαρά – Λ. Μπιντέλα) στο χθεσινό «Εθνος», με το ηχητικό ντοκουμέντο και τον κανιβαλισμό πρωτοκλασάτων ναζιστών στη μνήμη ενός 15χρονου παιδιού, ξεπερνάει πλέον τα όρια του ανθρώπινου, ζωντανεύοντας τα ανδρείκελα του Χίτλερ, όταν πατούσαν πάνω στα πτώματα των παιδιών που έκαιγαν στους φούρνους.
Δεν υπάρχουν λόγια, για να εκφράσουν τη φρίκη μπροστά στο άκουσμα αυτής της χυδαίας «διασκευής» μία μόλις βδομάδα μετά την εν ψυχρώ δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου από τον Κορκονέα. Οσοι όμως έπεσαν (ξανά) από τα σύννεφα με τα γέλια Κασιδιάρη-Ηλιόπουλου στο άκουσμα του χρυσαυγίτικου παιάνα του μίσους, ας πρόσεχαν!
Εκείνοι που συγχωρούν τα «εθνικά» εμβατήρια των ειδικών μονάδων που με αντίστοιχους στίχους φρίκης τραγουδάνε το πώς θα εξοντώσουν τον Τούρκο ή τον Σκοπιανό.
Εκείνοι που δεν αντέδρασαν στα χρυσαυγίτικα πογκρόμ, διότι στο κάτω κάτω μαχαίρωναν και έδερναν «λαθρο»-μετανάστες.
Εκείνοι που άφηναν και αφήνουν στο απυρόβλητο ενστόλους, όταν βασανίζουν και δέρνουν αδύναμους ανθρώπους.
Εκείνοι οι δικαστές που αφήνουν ελεύθερους μπράβους, όταν πυροβολούν δεκάδες ξένους εργάτες που δούλευαν νηστικοί και απλήρωτοι.
Εκείνοι που, πάνω στη φούρια της «επαναπροώθησης», αφήνουν ανθρώπους να πνιγούν.
Εκείνοι που «τρελάθηκαν» με τον αντιρατσιστικό νόμο, όταν γύρω τους τα ρατσιστικά εγκλήματα πληθαίνουν, παραμένοντας ατιμώρητα.
Εκείνοι που διαμαρτύρονται για την «επιπολαιότητα» της Δικαιοσύνης, η οποία –έστω και αργά– αποφάσισε να τελειώσει με την εγκληματική ναζιστική συμμορία.
Ακόμα κι εκείνοι που αποδέχονται τα ελληνικά συσσίτια ή –ακόμα χειρότερα– ψήφισαν το ναζιστικό έκτρωμα. Ολοι αυτοί και πολλοί άλλοι ιερείς, ένστολοι, δικαστικοί, καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι, εκπαιδευτικοί, εργαζόμενοι, επιφανείς επιχειρηματίες και πολιτικοί, ας ακούσουν άλλη μία φορά τους στίχους που σκυλεύουν τη μνήμη ενός παιδιού και τα γέλια που τους συνοδεύουν κι ας καταλάβουν ότι αυτό το τραγούδι το σιγοψιθυρίζουν και οι ίδιοι!
Είχε, δε, το θράσος και πάλι ο «εκπαιδευτής» Κασιδιάρης να διαψεύσει τη φωνή του, να καταγγείλει για πλαστότητα το ντοκουμέντο, να κάνει το μαύρο άσπρο, χωρίς ούτε μία φορά να πάρει την ευθύνη για τις πράξεις του.
Α.Ψ.