ΦΑΜΠΙΕΝ ΠΕΡΙΕ

31/08/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Οι μάσκες πέφτουν στη γαλλική Αριστερά

Το Σοσιαλιστικό Κόμμα, έχοντας συνείδηση της εκλογικής δυναμικής που εμπεριέχεται στην επωνυμία «Αριστερά», εξακολουθεί να τη διεκδικεί. Ωστόσο οι δύο βασικοί οικονομικοί στόχοι της κυβέρνησης ουδέποτε υπήρξαν αγωνίες της Αριστεράς.
      Pin It

Του Φαμπιέν Περιέ*

 

Την ώρα που το Σοσιαλιστικό Κόμμα επιβεβαιώνει τη σοσιαλ-φιλελεύθερη στροφή του, η γαλλική Αριστερά βρίσκεται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Δεδομένων των συνθηκών και του σώματος στο οποίο απευθύνεται, η γαλλική Αριστερά, σε όλες τις εκφάνσεις της, ζει μια ιστορική στιγμή. Οι κοινωνικοί δείκτες είναι στο κόκκινο, η πολιτική αστάθεια και η κατάρρευση της εμπιστοσύνης αυξάνονται. Ωστόσο, από τα στελέχη εκείνα του Σοσιαλιστικού Κόμματος που βρίσκονται σε απόλυτη σύγκρουση με τη σημερινή ηγεσία του και τις πολιτικές της κυβέρνησης, μέχρι τους τροτσκιστές του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος (NPA) και της Εργατικής Πάλης (LO), περνώντας ενδιάμεσα από τους Πράσινους και το Μέτωπο της Αριστεράς (συνασπισμός του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος και του Κόμματος της Αριστεράς) είναι μια αριστερά διασπασμένη και με διαφορετικές στρατηγικές για την αντιμετώπιση της κατάστασης.

 

Πώς έφτασε η Αριστερά σε αυτή την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης; Η παραίτηση της κυβέρνησης Βαλς στις 25 Αυγούστου και η συγκρότηση μέσα σε 24 ώρες μιας νέας κυβέρνησης, πάλι με τον Μανουέλ Βαλς στην πρωθυπουργία, προκάλεσε σεισμό στο γαλλικό πολιτικό τοπίο, με τους μετασεισμούς του να γίνονται αισθητοί τόσο στην Αριστερά όσο και στη δημοκρατία του Εξαγώνου. Η ηγεσία του Σοσιαλιστικού Κόμματος, που για το συλλογικό φαντασιακό ανήκει στην Αριστερά, μοιάζει να ηγείται ενός πεδίου γεμάτου ερείπια, όπου κείτονται τάσεις (απασχολούμενες με ζητήματα ολοένα και πιο ξένα προς την κοινωνία), μέλη (μπερδεμένα από την αλλοίωση των ιδεολογικών τους αναφορών) και ψηφοφόροι (απογοητευμένοι και γεμάτοι αμφιβολίες για την τιμιότητα του πολιτικού προσωπικού).

 

Κι όμως, σημάδια για όλα αυτά υπήρχαν από παλιά. Στις 13 Απριλίου 2012, λίγες μέρες πριν από τις εκλογές που τον έφεραν στην προεδρία, στην εφημερίδα «Libération», ο Ολάντ έπαιρνε αποστάσεις από τις βασικές κολόνες της αριστερής ευρωπαϊκής παράδοσης: το αίτημα της κοινωνικής δικαιοσύνης και τον πόθο για ισότητα. Εθετε τον εαυτό του στο πλευρό του Γκέρχαρντ Σρέντερ και του Τόνι Μπλερ, των οποίων οι βαθιά φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις οδήγησαν στη διάλυση του κράτους πρόνοιας.

 

Ακόμα και σήμερα, περισσότεροι από 200 Σοσιαλιστές βουλευτές καλούν με κείμενό τους στη «Le Monde» σε «συσπείρωση πίσω από τον Φρανσουά Ολάντ» και ζητούν από τους αποκαλούμενους «διαφωνούντες» να φανούν «απολύτως υπεύθυνοι απέναντι στο γενικό συμφέρον της Αριστεράς και της χώρας». Το Σοσιαλιστικό Κόμμα, έχοντας συνείδηση της εκλογικής δυναμικής που εμπεριέχεται στην επωνυμία «Αριστερά», ιδιαίτερα στη χώρα που άνοιξε τον χορό των ευρωπαϊκών επαναστάσεων το 1789, εξακολουθεί να τη διεκδικεί. Ωστόσο, οι δύο βασικοί οικονομικοί στόχοι της κυβέρνησης –αύξηση της επιχειρηματικής κερδοφορίας και μείωση των ελλειμμάτων- ουδέποτε υπήρξαν αγωνίες της Αριστεράς. Δεν ανήκουν στην ιστορία της και δεν μπορούν να αποτελούν τον ορίζοντά της, την ώρα που η ανεργία και η κοινωνική ανισότητα βρίσκονται σε έξαρση.

 

Αυτή η αβεβαιότητα που συντηρείται επιμελώς και στην οποία αντιπαρατάσσονται τόσο τα μέλη όσο και ο «λαός της Αριστεράς», έχει πολλαπλές συνέπειες. Πασχίζοντας να τοποθετηθεί σε σχέση με το Σοσιαλιστικό Κόμμα, η Αριστερά μοιάζει να βρίσκεται σε μια αδιάκοπη διαδικασία ανασυγκρότησης από το 2005. Το Μέτωπο της Αριστεράς τοποθετείται στη μέση μιας σκακιέρας, πάνω στην οποία βρίσκονται από τη μία πλευρά το ΝΡΑ και η LO και από την άλλη οι Πράσινοι και οι διαφωνούντες Σοσιαλιστές, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζουν οι αποπεμφθέντες Μπενουά Αμόν και Αρνό Μονμπούρ. Ο τελευταίος μπορεί να έγινε η αφορμή για την παραίτηση της κυβέρνησης, με τις δηλώσεις του ενάντια στην πολιτική των Βαλς–Ολάντ, ωστόσο δεν παρέλειψε να αγκαλιάσει θερμά τον αντικαταστάτη του Εμανουέλ Μακρόν κατά την τελετή παραλαβής–παράδοσης. Αλλωστε οι δυο τους συνεργάζονται και στη Θερινή Διάσκεψη των Σοσιαλιστών.

 

Τέτοια γεγονότα οδηγούν την «άκρα Αριστερά» στο συμπέρασμα ότι καμία συμμαχία με αυτή την τάση των Σοσιαλιστών και τους Πράσινους δεν είναι εφικτή. Το ΝΡΑ, ωστόσο, πέτυχε αξιοθρήνητα αποτελέσματα στις εκλογές του 2014. Η στρατηγική του είναι ο δρόμος, όμως χάνει διαρκώς μέλη και υποφέρει από διασπάσεις στελεχών που φεύγουν προς το Μέτωπο της Αριστεράς.

 

Αυτή η συμμαχία υπήρξε και η πιο ελπιδοφόρα. Το Κομμουνιστικό Κόμμα, το «Κόμμα της Αριστεράς» και διάφορα άλλα μικρά σχήματα έκαναν μια κοινή καμπάνια με υποψήφιο τον Ζαν-Λικ Μελανσόν. Ωστόσο, πολλά γλωσσικά ολισθήματα, όπως και η τάση να χτυπηθεί με κάθε τρόπο το Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν βοήθησαν στο τελικό αποτέλεσμα. Εχοντας φτάσει στις δημοσκοπήσεις έως και το 18%, το Μέτωπο δεν συγκέντρωσε τελικά παρά 11%. Συνεχείς εσωτερικές έριδες έκαναν τον κόσμο να πιστέψει ότι το νοιάζουν περισσότερο οι πολιτικάντικες διαφωνίες παρά οι λύσεις των πραγματικών πολιτικών προβλημάτων. Οι δημοτικές εκλογές της άνοιξης υπήρξαν η κορύφωση αυτής της διχόνοιας. Ο Ζαν-Λικ Μελανσόν, παρότι συνεργάστηκε και ο ίδιος σε τοπικό επίπεδο με κυβερνητικά κόμματα, κατήγγειλε τη συμφωνία Σοσιαλιστών – Κομμουνιστών στη βάση ενός συμφωνημένου προγράμματος, από τον Α’ γύρο.

 

Το Κ.Κ., υπό τον Πιερ Λοράν, εξακολουθεί να ευνοεί την ύπαρξη του Μετώπου και κυρίως τη διεύρυνσή του προς όλους εκείνους που αντιτίθενται στις κυβερνητικές πολιτικές: τους Πράσινους, το ΝΡΑ, τους διαφωνούντες των Σοσιαλιστών, με τους οποίους θα ήταν δυνατόν να βρεθεί πεδίο συνεννόησης όσον αφορά την αντιπολίτευση στις πολιτικές λιτότητας, ακόμα και συνδικαλιστές. Αλλά παρόλο τον επείγοντα χαρακτήρα της κατάστασης, οι πολιτικές διαφορές παραμένουν μεγάλες. Η εγκατάλειψη ή όχι της πυρηνικής ενέργειας, τα περιοριστικά μέτρα στις επιχειρήσεις (σε ό,τι έχει να κάνει με περιβαλλοντικούς περιορισμούς, αλλά και με την απαγόρευση των μαζικών απολύσεων), το Λαϊκό Κράτος, είναι ζητήματα που χωρίζουν όλους τους παραπάνω. Κυρίως, όμως, τους χωρίζει η στάση απέναντι στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, που ξεκινά από το «ύπαγε οπίσω μου» και καταλήγει σε πιθανές συνεργασίες πάνω σε συγκεκριμένες συμφωνίες, όπως συνέβη και στις δημοτικές εκλογές.

 

Ολο και περισσότερο οι εξελίξεις στη Γαλλία θυμίζουν αυτό που συνέβη στην Ελλάδα από το 2010 έως το 2012 και οδήγησε στην κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ. Εχει αντλήσει η γαλλική Αριστερά τα διδάγματά της από αυτή την εμπειρία; Τη στιγμή που η σοσιαλιστική πλειοψηφία στο κοινοβούλιο κινδυνεύει να χαθεί και οι πρόωρες εκλογές μοιάζουν αρκετά πιθανές, θα ήταν ευχής έργο αν η Αριστερά, με όλες τις διαφωνίες στο εσωτερικό της, κατάφερνε να βρει μια κοινή βάση συνεργασίας προκειμένου να αντιπαλέψει τις πολιτικές που οδηγούν στη διάλυση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου.

 

……………………………………………………………………………………………………………….

 

* Δημοσιογράφος, συνεργάτης της εφημερίδας «Le Canard Enchainée»

 

Scroll to top