Pin It

ΣΥΡΙΖΑ ΚΟΝΤΟΝΗΣ Χ  ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ  ΠΡΟΑΝΑΚΡΙΤΙΚΗ ΛΙΣΤΑ ΛΑΓΚΑΡΝΤΤου Σταύρου Κοντονή*

 

Είναι άξια απορίας η έμπνευση ορισμένων κύκλων, προεξάρχοντος του κ. Κουτσούμπα, να επιτεθούν στον ΣΥΡΙΖΑ με αφορμή την επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στο Κόμο. Η παρουσίαση των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ σε διεθνή ακροατήρια που συγκροτούνται από τους κοινωνικούς και πολιτικούς ανταγωνιστές της Αριστεράς και η δημόσια-διεθνής αντιπαράθεση με τις κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις αποτελούν καθήκον του κόμματός μας και της ηγεσίας του, ώστε να καταδειχθεί σε όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς, σε όλους τους εργαζόμενους, ότι ο δρόμος του νεοφιλελευθερισμού και της κυριαρχίας των αγορών δεν είναι μονόδρομος, αλλά ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή «η οδός της απωλείας» και της κοινωνικής καταστροφής.

 

Η ανάδειξη της εναλλακτικής λύσης δεν μπορεί να γίνεται μόνο με προγραμματικές εκφωνήσεις ενώπιον φιλικών ακροατηρίων, εκτός και αν θεωρεί το ΚΚΕ ότι η ιδεολογική και πολιτική ταξική πάλη εξαντλείται σε μονολόγους και ρητορείες και όχι σε σφοδρές αντιπαραθέσεις απέναντι στους εκφραστές του νεοφιλελεύθερου σχεδίου σε όλα τα επίπεδα: από τους μικρούς και μεγάλους κοινωνικούς αγώνες μέχρι τις διεθνείς συναντήσεις.

 

Η πολιτική της φτωχοποίησης και της λεγομένης δημοσιονομικής σταθερότητας, ως η πιο ακραία και οξυμένη μορφή του ευρωπαϊκού οικονομικού νεοφιλελευθερισμού, δεν είναι πλέον θέσφατο που οι εργαζόμενοι πρέπει να αποδεχτούν αδιαμαρτύρητα. Οι λεγόμενες «μεταρρυθμίσεις» της πολιτικής Μέρκελ, πέραν του γεγονότος ότι είναι κοινωνικά άδικες κοιτάζοντάς τες από τη μεριά των εργαζομένων, είναι και οικονομικά αναποτελεσματικές, καθώς προκαλούν μακροχρόνια ύφεση και υπονομεύουν σε τελική ανάλυση την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών οικονομιών σε σχέση με άλλους διεθνείς οικονομικούς παράγοντες. Ο εκνευρισμός λοιπόν του Μπαρόζο δεν ήταν άσχετος με το γεγονός ότι σημαντικοί κύκλοι του ευρωπαϊκού επιχειρηματικού κόσμου, απολύτως εχθρικοί με την Αριστερά και τα προτάγματά της, κατανοούν πλέον το αδιέξοδο αυτής της πολιτικής από τη σκοπιά της καπιταλιστικής ανάπτυξης και προβληματίζονται για τη συνέχισή της. Αυτό δεν μπορεί να είναι αδιάφορο για την ελληνική και ευρωπαϊκή Αριστερά, ιδίως για ένα κόμμα στα πρόθυρα της κυβερνητικής εξουσίας όπως ο ΣΥΡΙΖΑ.

 

Το κύριο σημείο που ανέδειξε ο Αλ. Τσίπρας στο παραπάνω φόρουμ είναι αυτό της πλήρους αποτυχίας και κατάρρευσης της μερκελικής στρατηγικής, αναφερόμενος στο κρίσιμο παράδειγμα της Ιταλίας. Η ιταλική οικονομία σε συνθήκες ύφεσης και συρρίκνωσης πρέπει να στερηθεί περίπου 80 δισ. ευρώ και να καταστρέψει το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων προκειμένου να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα περίπου 7% του ΑΕΠ. Πρόκειται για την αντιγραφή του ελληνικού μοντέλου της «δημιουργικής λογιστικής», της αλλοίωσης των μεγεθών και της θυσίας τόσο της ανάπτυξης όσο και του κοινωνικού κράτους, χάριν της εικόνας ενός δήθεν ισοσκελισμένου προϋπολογισμού και μιας δήθεν υπέρβασης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων.

 

Το ερώτημα που τέθηκε από τον Αλ. Τσίπρα στο Κόμο ήταν απλό: Αν μπορεί μια κοινωνία, όπως η ελληνική, που έχει απολέσει το 25% του ΑΕΠ την περίοδο 2010-2014, έχει δει το εισόδημα των μισθωτών της να μειώνεται κατά 45%, το δημόσιο χρέος της να αυξάνεται στο 180% του ΑΕΠ, τα δημοσιονομικά της ελλείμματα να μεταμφιέζονται σε εικονικά-φανταστικά «πρωτογενή πλεονάσματα», να συνεχίσει να κινείται στην ίδια καταστροφική πορεία, ενώ υπάρχει εναλλακτική διέξοδος, η οποία αποτελεί και τον τρόμο των νεοφιλελεύθερων κύκλων στην Ευρώπη.

 

Επιτέλους θα πρέπει να καταλάβει ο κ. Κουτσούμπας και όσοι άλλοι επιτίθενται στον ΣΥΡΙΖΑ, εξαντλώντας την επιχειρηματολογία τους στην απαρίθμηση των συμμετεχόντων στο φόρουμ ή στην ιστορία του ιδρύματος Ambrosetti, ότι για την Αριστερά, η εκμετάλλευση και όξυνση των αντιθέσεων στο στρατόπεδο του αντιπάλου πάντοτε αποτέλεσε και αποτελεί εργαλείο για τη ριζοσπαστική πολιτική. Αυτό μας δίδαξαν οι μεγάλες επαναστάσεις του 20ού αιώνα, που οδήγησαν στη νίκη και στην εξουσία τα λαϊκά κινήματα της εποχής τους, ανεξάρτητα από την περαιτέρω πορεία και κατάληξη. Οπως δεν μπορεί κανείς να μεγιστοποιεί τις τοποθετήσεις διεθνών οικονομικών παραγόντων, που διαμαρτύρονται κατά της Μέρκελ, καθώς από την ίδια την πρακτική τους γνωρίζουμε ότι δεν αποβλέπουν στη ριζική ανατροπή τού νεοφιλελευθερισμού, αλλά σε διαφορετικό «μείγμα πολιτικής», άλλο τόσο πρέπει να αντιληφθούμε ότι ακόμη και αυτό δεν μπορεί να χαρακτηριστεί άνευ πολιτικής αξίας, πολύ περισσότερο που η δημόσια αντιπαράθεση Νεοφιλελευθερισμού-Αριστεράς στο Κόμο ωφέλησε και δεν έβλαψε την ευρωπαϊκή Αριστερά, μια και φάνηκε ότι η Αριστερά έχει μια συνεκτική στρατηγική, ικανή να διεμβολίσει και να προβληματίσει -έστω και περιορισμένα- τους αντιπάλους της, ενώ αυτοί δοκιμάζονται από αμφιβολίες και σημαντικές διαφωνίες.

 

Δυστυχώς, η ηγεσία του ΚΚΕ συνεχίζει να πολιτεύεται έναντι του ΣΥΡΙΖΑ με συκοφαντίες και σκόπιμες διαστρεβλώσεις, όπως άλλωστε έκανε προσφάτως με τον ορισμό του Αλ. Τσίπρα ως υποψηφίου προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Επειδή όμως όλα αυτά μπορεί να είναι και ακατανόητα για την ηγεσία του ΚΚΕ, τουλάχιστον ας απαντήσουν στο κύριο ερώτημα: Θα συνεχίσουν να δίνουν μονομέτωπο αγώνα κατά του ΣΥΡΙΖΑ, προς δόξαν του νέου τζανετακισμού, ή θα συμπράξουν στη δημιουργία αριστερού μετώπου ανατροπής της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου και στην ανάδειξη κυβέρνησης της Αριστεράς; Απλά πράγματα, αλλά πολύ κρίσιμα.

 

 

* Μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Ζακύνθου

 

Scroll to top