Το λιώσιμο των πάγων της Αρκτικής γιά άλλους είναι οικολογικός εφιαλτης και γιά άλλους ευκαιρία γιά κέρδη αφού ετσι γίνονται προσβάσιμα τα αποθέματα πετρελαίου και αερίου στο υπεδαφός της
Του Τάσου Σαραντή
Μπορεί το λιώσιμο τον πάγων της Αρκτικής να προκαλεί τρόμο για τις ολέθριες επιπτώσεις που μπορεί να επιφέρει ποικιλοτρόπως σε ολόκληρο τον πλανήτη, αλλά για κάποιες κυβερνήσεις και πολυεθνικές πετρελαίου ισοδυναμεί με την ευημερία τους.
Σύμφωνα με το γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για το παγκόσμιο κλίμα, ο πάγος της Αρκτικής θάλασσας έφτασε στο χαμηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί από το 2012, έτος κατά το οποίο η συρρίκνωσή του έφτασε στο 18% σε σχέση με το 2011. Πρόκειται για μια διαδικασία, την οποία τα συντριπτικά επιστημονικά δεδομένα αποδίδουν στην ανθρωπογενή πρόκληση της αλλαγής του κλίματος.
Ετσι, η άνοδος της θερμοκρασίας μετέτρεψε τον απέραντο Αρκτικό Ωκεανό από μια παγωμένη θάλασσα -κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους- σε μια ανοιχτή λωρίδα ναυσιπλοΐας για περισσότερο από το ήμισυ του έτους, κατά μέσον όρο. Αυτό έχει οδηγήσει σε έναν αγώνα διεκδικήσεων κυριαρχικών δικαιωμάτων στην Αρκτική, η οποία εκτιμάται θεωρείται ότι κατέχει το 13% του ανεξερεύνητου πετρελαίου και το 30% του ανεξερεύνητου φυσικού αερίου σε παγκόσμιο επίπεδο.
Σύμφωνα με τον Ρίτσαρντ Στάινερ, έναν βιολόγο και ειδικό για τις πετρελαιοκηλίδες που εργάζεται σε βάση της Αλάσκας, το περασμένο καλοκαίρι καταγράφηκε ρεκόρ στη διέλευση εμπορικών πλοίων με 46 σκάφη να έχουν διέλθει κατά μήκος της διαδρομής που είναι γνωστή ως Βόρεια Θαλάσσια Οδός, μια αύξηση δεκαπλάσια σε σχέση με μόλις δύο χρόνια πριν. «Υπήρξε μια εκπληκτική αύξηση στη ναυσιπλοΐα σε όλο τον Αρκτικό Ωκεανό, κυρίως με πολύ επικίνδυνα προϊόντα πετρελαίου επί των σκαφών», ανέφερε ο ίδιος στο Inter Press Service.
Εντούτοις, η στόχευση των πόρων της Αρκτικής δεν συνοδεύεται και από την ανάλογη διάθεση προκειμένου να υπάρξει ένας σχεδιασμός αντιμετώπισης σε περίπτωση διαρροής πετρελαίου στον Αρκτικό Ωκεανό. Αυτό τουλάχιστον διαφάνηκε στη συνάντηση των υπουργών περιβάλλοντος των χωρών που οριοθετούν τον Αρκτικό ωκεανό, που πραγματοποιήθηκε στις αρχές του μήνα στη Σουηδία.
Σύμφωνα με την Greenpeace, τα οκτώ κράτη-μέλη που απαρτίζουν την ομάδα που αποκαλείται Αρκτικό Συμβούλιο δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν σχετικά με τις τεχνικές λεπτομέρειες που απαιτούνται για την αντιμετώπιση μιας μεγάλης κλίμακας καταστροφής, την ίδια στιγμή που ανοίγουν τον δρόμο για την αύξηση των γεωτρήσεων και της εξερεύνησης πετρελαίου στην Αρκτική. «Δεν κάνουν τίποτα για να προετοιμαστούν οι κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση των καταστροφών ή για την προστασία της Αρκτικής από καταστροφές», ανέφερε η Greenpeace.
Το Αρκτικό Συμβούλιο, που ιδρύθηκε το 1996, αποτελείται από κράτη που κατέχουν εδάφη στην Αρκτική και σε αυτό συμμετέχουν ο Καναδάς, η Δανία (συμπεριλαμβανομένης της Γριλανδίας), η Φινλανδία, η Ισλανδία, η Νορβηγία, η Ρωσία, η Σουηδία και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η προαναφερόμενη συνάντηση των υπουργών Περιβάλλοντος πραγματοποιήθηκε προκειμένου να προετοιμαστεί η νέα συνθήκη για τις πετρελαιοκηλίδες που θα ψηφιστεί επίσημα από τα μέλη του Αρκτικού Συμβουλίου τον Μάιο και θα αποτελεί μόλις τη δεύτερη δεσμευτική συμφωνία, στην οποία κατέληξε έπειτα από μια συμφωνία για την έρευνα και διάσωση που υπογράφτηκε το 2011.
Ο Στάινερ προειδοποιεί, επίσης, ότι η πρόθεση για αύξηση των υπεράκτιων εξορύξεων πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Αρκτική απαιτεί τη θέσπιση ισχυρών νόμων. Ωστόσο, λέει ο ίδιος, το Αρκτικό Συμβούλιο δεν φαίνεται διατεθειμένο να θεσπίσει τις απαραίτητες δικλίδες ασφαλείας. «Φοβάμαι ότι πρόκειται να περιμένουν για μια μεγάλη καταστροφή έπειτα από κάποια διαρροή πριν να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα». Πρόσθεσε ότι αυτό είναι ό,τι ακριβώς συνέβη με την περίπτωση του πετρελαιοφόρου Exxon Valdez, όταν προσάραξε στην Αλάσκα το 1989.
Παρά τις προηγούμενες διαβεβαιώσεις από το Αρκτικό Συμβούλιο ότι οποιαδήποτε συμφωνία θα πρέπει να περιλαμβάνει συγκεκριμένες στρατηγικές περιβαλλοντικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένης της ανάκτησης του πετρελαίου που θα διαρρεύσει, στη συμφωνία «δεν περιγράφεται κάτι για τον απαραίτητο εξοπλισμό, για τις μεθόδους κάλυψης των πηγαδιών των γεωτρήσεων ή τον καθαρισμό του πετρελαίου που θα πλήξει τους οικότοπους και την άγρια ζωή».
Μέσα σε αυτό το ζοφερό μέλλον που προδιαγράφεται για την Αρκτική εμφανίζεται ένας ακόμη «παίκτης»: η Ευρωπαϊκή Ενωση που κατεβάζει στο τραπέζι των συζητήσεων μια πρόταση «για την προώθηση βιώσιμης και ειρηνικής ανάπτυξης» στην περιοχή της Αρκτικής. Η Ε.Ε. δείχνει έντονο ενδιαφέρον στην Αρκτική κι ένας λόγος είναι διότι «κάποιες χώρες σκέφτονται να προβούν σε γεωτρήσεις», είπε ανώτατος Ευρωπαίος αξιωματούχος σε δημοσιογράφους διατηρώντας την ανωνυμία του. «Θα θέλαμε πολύ να έχουμε μερίδιο στην περιοχή και να γίνουμε παρατηρητές στο Αρκτικό Συμβούλιο», είπε ο ίδιος, προσθέτοντας ότι η σχετική απόφαση αναμένεται το καλοκαίρι.