OIKOλογικά
Επεκτατικά είδη ζώων και φυτών από άλλες ηπείρους εισβάλλουν στην Ευρώπη και απειλούν τη βιοποικιλότητα της γηραιότερης εξ αυτών
Του Τάσου Σαραντή
Η έλευση ζώων και φυτών στην Ευρώπη από άλλα μέρη του κόσμου, ειδών που χαρακτηρίζονται ως επεκτατικά και ετερόχθονα, αποτελεί τελικά μεγαλύτερη από την αναμενόμενη απειλή για τη βιοποικιλότητα, την ανθρώπινη υγεία και την οικονομία, σύμφωνα με δύο νέες εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ).
Σήμερα στην Ευρώπη υπάρχουν πάνω από 10.000 ξενικά είδη που έχουν εισαχθεί σκόπιμα ή κατά λάθος και το ποσοστό των νέων εισαγωγών σημειώνει όλο και γρηγορότερη αύξηση. Τουλάχιστον 1.500 από αυτά είναι γνωστό ότι έχουν αρνητικές οικολογικές ή οικονομικές επιπτώσεις.
Οι πιο συνηθισμένοι τρόποι εισαγωγής αυτών των ειδών είναι η φυτοκομία, η γεωργία, το κυνήγι, η αλιεία, τα κατοικίδια ζώα και ο τομέας των μεταφορών. Ωστόσο, η άνοδος του εμπορίου και του τουρισμού κατά τις τελευταίες δεκαετίες μπορεί να οδηγήσει στην περαιτέρω αύξηση του αριθμού των ξένων ειδών. Η αλλαγή του κλίματος μπορεί επίσης να διαδραματίσει ρόλο στην εξάπλωση αυτών των ειδών, αναφέρεται στις εκθέσεις, κάνοντας ορισμένες περιοχές ευνοϊκότερες για τα φυτά και τα ζώα που κατάγονται από άλλες περιοχές.
Τα επεκτατικά ετερόχθονα είδη αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες απειλές για τη βιοποικιλότητα. Από τα 395 ενδημικά ευρωπαϊκά είδη που αναφέρονται ως απειλούμενα με εξαφάνιση στην «Κόκκινη Λίστα», τα 110 βρίσκονται σε κίνδυνο εξαιτίας των επεκτατικών ξένων ειδών.
Για τους ανθρώπους, μία από τις πιο επικίνδυνες επιπτώσεις των ξένων ειδών είναι ότι αποτελούν φορείς ασθενειών. Το ασιατικό κουνούπι-τίγρης έχει συνδεθεί με περισσότερες από 20 ασθένειες, συμπεριλαμβανομένου του κίτρινου και του δάγκειου πυρετού. Εχει φτάσει στην Ευρώπη, κυρίως μέσω του διηπειρωτικού εμπορίου -και συγκεκριμένα μέσω μεταχειρισμένων ελαστικών αυτοκινήτων- και σήμερα είναι διαδεδομένο σε πολλές χώρες της νότιας Ευρώπης, ιδιαίτερα στην Ιταλία. Οι δε προβλέψεις για την αλλαγή του κλίματος υποδεικνύουν ότι το κουνούπι θα επεκταθεί βορειότερα μέσα στα επόμενα χρόνια.
Η αλλαγή του κλίματος επιτρέπει επίσης την εξάπλωση προς τον ευρωπαϊκό Βορρά του φυτού της κοινής αμβροσίας, που προέρχεται από τη Βόρεια Αμερική. Οι σπόροι του φυτού φτάνουν στην Ευρώπη μέσα σε μείγματα δημητριακών που προορίζονται για τη διατροφή πτηνών. Πρόκειται για ένα ζιζάνιο που προτιμά το καλλιεργημένο έδαφος, αλλά δεν χρειάζεται υψηλά επίπεδα θρεπτικών στοιχείων. Τα άνθη του αναπτύσσουν γύρη χρώματος πορτοκαλί-μπεζ, η οποία προκαλεί αλλεργία.
Η μεταβολή του τοπίου είναι μία ακόμη επίπτωση της εισβολής των ξένων ειδών. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του κόκκινου σκαθαριού που έχει καταστρέψει μεγάλο αριθμό από φοίνικες σε ολόκληρη την περιοχή της Μεσογείου.
Τα επεκτατικά ετερόχθονα είδη εκτιμάται ότι κοστίζουν στην Ευρώπη περίπου 12 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Για παράδειγμα, ο ισπανικός γυμνοσάλιαγκας, που πλέον βρίσκεται στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, μπορεί να καταστρέψει ολόκληρες καλλιέργειες.
Τα επεκτατικά ετερόχθονα είδη βλάπτουν τα αυτόχθονα είδη μέσω της θήρευσης. Το αμερικανικό βιζόν εμφανίστηκε αρχικά στην Ευρώπη για την εκτροφή γουνοφόρων ζώων. Πολλά ζώα δραπέτευσαν ή απελευθερώθηκαν, με αποτέλεσμα το είδος να βρίσκεται πλέον στην άγρια φύση σε πολλές περιοχές της Ευρώπης, γεγονός που έχει καταστροφικές συνέπειες για την τοπική πανίδα, ιδιαίτερα για τα πτηνά που φωλιάζουν στο έδαφος.
Τα αμφίβια σε όλο τον κόσμο βρίσκονται σε κίνδυνο, εν μέρει εξαιτίας της εισβολής μιας προερχόμενης από το νερό μορφής του παρασιτικού μύκητα chytrid. Και άλλα ετερόχθονα είδη μπορούν να εξαπλώσουν ασθένειες, όπως είναι η περίπτωση της κόκκινης καραβίδας των βάλτων, η οποία μεταφέρει την «πανώλη των καραβίδων». Η νόσος συχνά αποδεικνύεται θανατηφόρα για την ευρωπαϊκή καραβίδα, δεδομένου ότι δεν έχει βρεθεί τρόπος αντιμετώπισης της ασθένειας.
Η δημιουργία υβριδίων αποτελεί ένα ακόμη πρόβλημα. Ενα τέτοιο είδος, που η καταστροφική του δράση έχει επαρκώς καταγραφεί, είναι το ιαπωνικό φυτό Fallopia japonica (knotweed). Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο υβρίδιο δύο ξένων ειδών που προέρχονται από διάφορα μέρη της Ασίας. Μπορεί να φτάσει σε ύψος τα τέσσερα μέτρα μεγαλώνοντας μέχρι και 30 εκατοστά τη μέρα. Οι ρίζες του μπορεί να φτάσουν σε βάθος τριών μέτρων στο έδαφος και να απλωθούν σε απόσταση 20 μέτρων, γεγονός που καθιστά σχεδόν αδύνατο να εξαλειφθεί όταν εδραιωθεί. Αυτή η εξάπλωση του συγκεκριμένου είδους όχι μόνο εξαφανίζει τα άλλα φυτά της περιοχής αλλά προκαλεί ζημιές σε υποδομές όπως κτίρια, δρόμους, αγωγούς υδάτων ή σιδηροδρομικές γραμμές.