ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ Του Κώστα Μοσχονά
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δικαίωσε χθες την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα όφειλε να ανακτήσει τις «ασύμβατες προς την κοινή αγορά» ενισχύσεις 310 εκατ. ευρώ που είχαν χορηγηθεί στα ναυπηγεία του Σκαραμαγκά.
«Η Συνθήκη επιτρέπει στα κράτη-μέλη να λαμβάνουν μέτρα για την προστασία των ουσιωδών συμφερόντων της ασφάλειάς τους, χωρίς, ωστόσο, να αλλοιώνονται οι όροι του ανταγωνισμού σε σχέση με προϊόντα που δεν προορίζονται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς», αναφέρει στην απόφασή του το Ευρωδικαστήριο.
H Ελληνικά Ναυπηγεία A.E. (Ε.Ν.) αγοράστηκε το 1985 από την κρατικής ιδιοκτησίας Ελληνική Τράπεζα Βιομηχανικής Ανάπτυξης Α.Ε. (ΕΤΒΑ). Στο πλαίσιο της ιδιωτικοποίησης της Ε.Ν., το 2001, οι μετοχές της πωλήθηκαν στην κοινοπραξία των γερμανικών εταιρειών Howaldtswerke-Deutsche Werft GmbH (HDW) και Ferrostaal GmbH, οι οποίες ίδρυσαν την Ελληνική Ναυπηγοκατασκευαστική Α.Ε. Χαρτοφυλακίου (Greek Naval Shipyard Holding, ΕΝΑΕΧ ή GNSH) για να διαχειρίζεται τη συμμετοχή τους στην Ε.Ν. Το 2005, η ThyssenKrupp AG εξαγόρασε τις HDW και GNSH, οπότε κατέχει το σύνολο των μετοχών και ελέγχει πλήρως τα ναυπηγεία. Η τρέχουσα δραστηριότητα των ναυπηγείων συνίσταται κυρίως στην κατασκευή πολεμικών πλοίων.
Από το 1992 η Ελληνική Δημοκρατία χορήγησε στην Ε.Ν. διάφορες ενισχύσεις, ορισμένες από τις οποίες, κατ’ εφαρμογήν μιας οδηγίας σχετικής με τις ενισχύσεις για τις ναυπηγικές εργασίες, έχουν εγκριθεί από την Επιτροπή. Εντούτοις, το 2006 η Επιτροπή υποχρέωσε την Ελλάδα να ανακτήσει από την E.N, εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών, δεκαέξι ενισχύσεις πλέον τόκων. Επιπλέον η Ελλάδα όφειλε να κοινοποιήσει στην Επιτροπή, εντός δύο μηνών, το προς ανάκτηση ποσό, λεπτομερή περιγραφή των ληφθέντων μέτρων, καθώς και έγγραφα που να αποδεικνύουν ότι ζητήθηκε από τον αποδέκτη να επιστρέψει τις ενισχύσεις. Η ελληνική κυβέρνηση έπρεπε επίσης να ενημερώνει την Επιτροπή για την πρόοδο της εθνικής διαδικασίας εκτέλεσης της απόφασής της.
Η Ε.Ν. άσκησε προσφυγή κατά της εν λόγω απόφασης της Επιτροπής ενώπιον του Ευρωδικαστηρίου, το οποίο, με απόφαση που εξέδωσε το 2012, απέρριψε το σύνολο των προβληθέντων λόγων και επιχειρημάτων. Η Ε.Ν. προσέβαλε την ως άνω απόφαση, υποστηρίζοντας ενώπιον του Δικαστηρίου ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομική πλάνη, καθόσον έκρινε μεν ότι από τα επίδικα μέτρα ενισχύθηκε η δραστηριότητα της παραγωγής μη στρατιωτικού υλικού, χωρίς, ωστόσο, να προβεί σε κατά περίπτωση εξέτασή τους προκειμένου να διαπιστώσει αν το κάθε μέτρο υπερέβαινε αυτό που ήταν αναγκαίο για την ομαλή άσκηση της στρατιωτικής δραστηριότητας του ναυπηγείου.
Κατά την Ε.Ν., το ναυπηγείο είναι επιχείρηση μεικτής φύσης και οι μη στρατιωτικές δραστηριότητες είναι αναγκαίες για τη βιωσιμότητα της δραστηριότητας παραγωγής στρατιωτικού υλικού, η οποία είναι η προεξάρχουσα δραστηριότητα. Κατά συνέπεια, η πλήρης παύση της μη στρατιωτικής δραστηριότητας θα έθετε σε κίνδυνο τη συνέχιση της παραγωγής στρατιωτικού υλικού. Το Ευρωδικαστήριο, όμως, απέρριψε οριστικά και αυτή την προσφυγή.