Pin It

ΗΠΑ Ο Ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης του Μίσιγκαν παραγκωνίζει τον δημοκρατικό δήμαρχο και το συμβούλιό του και βάζει μάνατζερ γιά να εξυγειάνει την άλλοτε πρωτεύουσα της αυτοκινητοβιομηχανίας και τώρα πολη-σύμβολο της Αμερικής που καταρρέει

 

Του Γιώργου Τσιάρα

 

Στο χείλος της χρεοκοπίας βρίσκεται και επισήμως πλέον το Ντιτρόιτ, η ξεπεσμένη πρωτεύουσα της πάλαι ποτέ κραταιάς αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας και πόλη-σύμβολο μιας Αμερικής που καταρρέει.

 

Πιο συγκεκριμένα, ο Ρεπουμπλικανός κυβερνήτης της Πολιτείας του Μίσιγκαν Ρικ Σνάιντερ ανακοίνωσε πως ο Δήμος του Ντιτρόιτ τίθεται σε κατάσταση «δημοσιονομικής εκτάκτου ανάγκης» και πως μέσα στις επόμενες μέρες θα τοποθετηθεί με την υπογραφή του σε αυτόν αναγκαστικός διαχειριστής-μάνατζερ, που θα αντικαταστήσει για τουλάχιστον 18 μήνες τον (Δημοκρατικό) δήμαρχο Ντέιβ Μπινγκ και το δημοτικό συμβούλιο της πόλης και θα προχωρήσει σε «βαθιές τομές εξυγίανσης» της πόλης – δηλαδή σε μαζικές απολύσεις προσωπικού και περαιτέρω περικοπή μισθών, συντάξεων, υπηρεσιών και κονδυλίων πρόνοιας…

 

Στην πράξη, δηλαδή, η Πολιτεία του Μίσιγκαν αθετεί την περσινή συμφωνία για έκτακτη οικονομική στήριξη της πόλης, με αντάλλαγμα αυξημένη οικονομική εποπτεία (ένα είδος «εσωτερικού μνημονίου») και «καταλαμβάνει» τη διοίκηση του χρεοκοπημένου δήμου, ανοίγοντας τον δρόμο για αντίστοιχες «καταλήψεις» και άλλων μεγάλων δήμων της χώρας που βρίσκονται σε παρόμοια τραγική οικονομική κατάσταση – με πρώτο και… χειρότερο το Σικάγο, την «πόλη των ανέμων», που ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα αντιμετωπίζει σαν ιδιαίτερη πατρίδα του. Να σημειωθεί εδώ ότι το Ντιτρόιτ, η Motor City όπως την αποκαλούν οι Αμερικανοί, έχει συσσωρεύσει υποχρεώσεις (κυρίως από ομόλογα και συνταξιοδοτικά προγράμματα δημοτικών υπαλλήλων, ανάμεσά τους αστυνομικών, πυροσβεστών κ.ά.) που ξεπερνούν συνολικά τα 14 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ το έλλειμμα για το τρέχον οικονομικό έτος αγγίζει τα 100 εκατομμύρια δολάρια.

 

Το ζήτημα φυσικά δεν είναι λογιστικό, αλλά άκρως πολιτικό – καθώς ο (πρώην επαγγελματίας καλαθοσφαιριστής και κατόπιν στέλεχος χαλυβουργίας) δήμαρχος Μπινγκ και οι δημοτικοί σύμβουλοι της πλειοψηφίας, που πρόσκεινται στους Δημοκρατικούς, αρνήθηκαν να παραστούν στην ομιλία Σνάιντερ, κάνοντας λόγο για προσπάθεια «επιθετικής εξαγοράς» της πόλης και αποδίδοντας τα οικονομικά προβλήματα στις περικοπές των πολιτειακών αλλά και ομοσπονδιακών κονδυλίων. Ορκίζονται μάλιστα ότι θα αντιταχθούν δικαστικά στον διορισμό του μάνατζερ, την οποία χαρακτηρίζουν «πραξικοπηματική» – σε αντίθεση με τους εκπροσώπους της επιχειρηματικής ελίτ της Πολιτείας και του βιομηχανικού επιμελητηρίου της Motor City, που όχι μόνο παρέστησαν στην εκδήλωση του κυβερνήτη, αλλά και έσπευσαν να χαιρετίσουν την τοποθέτηση μάνατζερ ως «ελπιδοφόρα εξέλιξη… που θα επιτρέψει τη λήψη σκληρών αποφάσεων».

 

Για την πλειονότητα των κατοίκων της «πόλης των μηχανών», η εξέλιξη αυτή είναι η τελευταία σταγόνα σε ένα τεράστιο ποτήρι ταπεινώσεων: άλλωστε η πόλη έχει κυριολεκτικά «αδειάσει» τις τελευταίες δεκαετίες από δημότες, καθώς πολλοί εργάτες «ακολούθησαν» τα μεγάλα εργοστάσια στην ξενιτιά ή απλά άλλαξαν πόλη για να βρουν δουλειά. Ετσι, από σχεδόν δύο εκατομμύρια τη δεκαετία του 1950, το Ντιτρόιτ έχει πλέον απομείνει με μόλις 700.000 δημότες – στην πλειοψηφία τους (83%) Αφροαμερικανούς. Και για τους περισσότερους, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: μια πολιτειακή κυβέρνηση που απαρτίζεται σχεδόν αποκλειστικά από λευκούς Ρεπουμπλικανούς εκμεταλλεύεται τη ζοφερή δημοσιονομική συγκυρία για να παρακάμψει μια εκλεγμένη δημοτική κυβέρνηση που απαρτίζεται σχεδόν αποκλειστικά από μαύρους Δημοκρατικούς!

 

«Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ιδιοφυΐα για να καταλάβει τι συμβαίνει», δήλωσε χαρακτηριστικά μία κάτοικος που συμμετείχε σε διαδήλωση κατά της απόφασης Σνάιντερ, η Κάρεν Λιούις, στο πρακτορείο Reuters. «Θέλουν τα λεφτά μας και τη γη μας. Κανείς δεν νοιάζεται για εμάς, που απομείναμε στην πόλη. Οι λευκοί έφυγαν».

 

Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση Ομπάμα κατηγορήθηκε ως… κρυπτοσοσιαλιστική από τους σκληροπυρηνικούς αντιπάλους της, επειδή μεταξύ άλλων προχώρησε το 2009 σε επιχείρηση «διάσωσης» με χρήματα των φορολογουμένων των χρεοκοπημένων αυτοκινητοβιομηχανιών General Motors και Chrysler, σε μια προσπάθεια –υποτίθεται- « ανάνηψης» του μισοπεθαμένου Ντιτρόιτ. Ομως εκ του αποτελέσματος φαίνεται πως ο ποταμός των ομοσπονδιακών δισεκατομμυρίων δεν… έβρεξε ποτέ τις μισογκρεμισμένες γειτονιές της πόλης, όπου τα παλιά εργοστάσια κατασκευής ανταλλακτικών καταρρέουν ερειπωμένα και χιλιάδες κατοικίες έχουν κατασχεθεί από τις τράπεζες. Οι κολοσσοί «σώθηκαν», οι άνθρωποι όχι.

 

Παράλληλα, ο Ομπάμα είχε προσπαθήσει στο παρελθόν (2009-11) να κρατήσει στη ζωή τους χρεοκοπημένους δήμους με «ενέσεις» εκατοντάδων δισ. δολαρίων, τα οποία ωστόσο αποδείχτηκαν ανεπαρκή. Σήμερα, με τις ΗΠΑ να μετεωρίζονται στο χείλος του «δημοσιονομικού γκρεμού» και τα δύο κόμματα εξουσίας να μην μπορούν να καταλήξουν σε μια συμφωνία για τη διαχείριση των τεράστιων ομοσπονδιακών ελλειμμάτων, κανείς δεν μιλά πια για «σωτηρία» των τοπικών κυβερνήσεων από την Ουάσινγκτον: η συζήτηση πλέον αφορά τη διάσωση της κεντρικής κυβέρνησης…

 

Και το βέβαιο είναι πως, αν τελικά το Ντιτρόιτ χρεοκοπήσει, θα ακολουθήσουν σίγουρα και άλλες μεγάλες πόλεις απ' άκρη σ' άκρη της Αμερικής: μέχρι σήμερα το μεγαλύτερο «κανόνι» της τοπικής αυτοδιοίκησης στις ΗΠΑ έσκασε τον Νοέμβριο του 2011 στην κομητεία Τζέφερσον της Αλαμπάμα, που κήρυξε στάση πληρωμών σε ομόλογα αξίας 3,14 δισ. δολαρίων, ενώ άλλες τρεις «μικρομεσαίες» πόλεις της Καλιφόρνιας, δηλαδή το Σαν Μπερναντίνο, το Μάμοθ Λέικ και το Στόκτον, κατέφυγαν στο περιβόητο πτωχευτικό «άρθρο 9», παραδίδοντας τα βιβλία τους –και μαζί τον οικονομικό έλεγχο όλων των δραστηριοτήτων τους- σε αναγκαστικούς διαχειριστές.

 

Scroll to top