20/03/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Γράμμα στον… μακαρίτη

      Pin It

Εδώ Λατινική Αμερική

 

ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑ Ενα γράμμα του δημοσιογράφου Χοσέ Ρομπέρτο Ντούκε την περίοδο που επιδεινώθηκε η υγεία του αποκαλύπτει το πραγματικό περιεχόμενο και τις κατακτήσεις της πολιτικής Τσάβες

 

Της Χριστίνας Πάντζου

 

«Στην επανάσταση μπορείς να χάσεις πολλές μάχες εκτός από την τελευταία», είχε πει ο Τσάβες όταν στην πρώτη από τις τρεις μας συναντήσεις, στις εκλογές του 2008, τον ρώτησα για την υποχώρηση των ποσοστών του σε κάποιες λαϊκές περιοχές παρά τη συντριπτική εκλογική του νίκη. Ο Τσάβες έχασε τη μάχη με τη ζωή, αλλά η επανάσταση απέχει πολύ από το να έχει δώσει την τελευταία της μάχη.

 

Τώρα που η στιγμή φέρεται πρόσφορη για απολογισμούς και όπου, ακόμη και κάποιοι φίλοι, αποδύονται σε μια παράθεση των αδυναμιών και των ελλειμμάτων μιας επανάστασης που αναζητά τον δρόμο της χωρίς τις βεβαιότητες του ιστορικού παρελθόντος, αξίζουν μερικά αποσπάσματα από το γράμμα που έστειλε στον Ούγκο Τσάβες ο δημοσιογράφος Χοσέ Ρομπέρτο Ντούκε. Ηταν τον περασμένο Δεκέμβριο, σε υποψιασμένο χρόνο, λίγο δηλαδή μετά την ανακοίνωση της επιδείνωσης της υγείας του και την αναχώρησή του για την Κούβα. Σε αυτό το γράμμα αποτυπώνεται το κληροδότημα του Τσάβες και πώς αυτό καλείται τώρα να καθορίσει τις εξελίξεις.

 

«Αγαπητέ σύντροφε Ούγκο

 

Ακόμη υπάρχει κόσμος -δικός μας κόσμος- που πιστεύει ότι είσαι ο πατέρας μας και συνεπώς πρέπει να σε αφήσουν να τους οδηγείς, να αποφασίζεις, να αξιολογείς, να διακινδυνεύεις τα πάντα όσο εμείς αποδυόμαστε σε χειροκροτήματα και υπακοή. Υπάρχει και άλλος κόσμος -δικός μας κόσμος- που πιστεύει ότι το να μιλάς για Επανάσταση ταυτίζεται με το να μιλάς για κυβέρνηση Τσάβες και είναι τρομοκρατημένοι γιατί πιστεύουν ότι αν ο Τσάβες δεν κυβερνήσει θα τελειώσει η Επανάσταση. Και κόσμος που δεν κατάλαβε ποτέ το σχέδιό σου ούτε την πρότασή σου για μια «Συμμετοχική Πρωταγωνιστική Δημοκρατία», και συνεχίζει να λέει ότι αυτή δεν είναι μια Επανάσταση γιατί ακόμη υπάρχουν αστοί και γιατί περπατά κανείς στους δρόμους και συναντά ακόμα MacDonalds. Σύντροφοι που δεν κατάλαβαν ότι το κάλεσμά σου το 1997 δεν ήταν μια εκλογική πρόταση αλλά μια πρόσκληση για δράση: ότι δηλαδή δεν μας υποσχέθηκες να κάνεις μια Επανάσταση, αλλά μας κάλεσες να την κάνουμε μαζί. Σύντροφοι αγαπημένοι που διαμαρτύρονται: «Η Επανάσταση λάθεψε για μένα γιατί υπάρχουν τρύπες στους δρόμους, υπάρχει εγκληματικότητα, το σχολείο καταρρέει, το νοσοκομείο δεν λειτουργεί, γίνονται διακοπές ηλεκτροδότησης. Και σε αυτούς πρέπει να φωνάξουμε: «Λοιπόν, μ…, κάνε με τους άλλους πολίτες και γείτονές σου να λειτουργήσουν οι Επιτροπές Ασφάλειας, Δημοτικών Εργων, Υγείας, Λογιστικού Ελέγχου». Κόσμος που δεν κατάφερε να καταλάβει κάτι ουσιαστικό: ότι το μεδούλι όλης αυτής της ιστορίας του να παραμείνεις στο Προεδρικό Μέγαρο δεν είναι απλά για να έχουμε κάποιον να μας κυβερνά αλλά (γαμώτο, γιατί είναι τόσο δύσκολο να γίνει κατανοητό;) κάποιον που μας δίνει τη δυνατότητα και μας καλεί να κυβερνηθούμε…

 

Τώρα εσύ δίνεις μάχη για τη ζωή σου. Ασχολήσου με αυτήν, κι εμείς στο μεταξύ θα ασχοληθούμε με τα διεστραμμένα όρνεα που αυτές τις ημέρες γυρεύουν σάρκες. (…) Εμείς, τα αδέλφια σου, θα κοιταζόμαστε στα μάτια, θα αναγνωριζόμαστε σε αυτή την αδελφοσύνη που σφυρηλατεί ο αγώνας των φτωχών, και τότε θα σε ανακαλύψουμε πολλαπλασιασμένο επί χιλιάδες των χιλιάδων: με ψηλά την αυτοεκτίμηση, διάφανη και καθαρμένη από τόσων χρόνων εξέγερση, θα κοιτάξουμε στον βενεζουελάνικο καθρέφτη και θα σε αναγνωρίσουμε, Τσάβες, στον ανυπότακτο πιτσιρικά του σχολείου. Στη γριά που πουλά την πραμάτεια της στην αγορά. Στους τραγουδοποιούς και τους ράπερ που καλπάζουν με τους στίχους τους. Στη θλίψη της πόρνης και στις μικρές επιτυχίες της νοικοκυράς. Στον υδραυλικό και τον αγρότη και στους ψαράδες, τους χειροτέχνες, τους θεραπευτές. Στις θρησκείες των λευκών και σε εκείνες της αντίστασης. Στον αλήτη αλλά και σε αυτόν που διαβάζει γιατί πιστεύει ότι στα βιβλία βρίσκεται η σωτηρία από την άγνοια. Στη φτώχεια που θα γεννήσει άλλους Τσάβες. Ο Τσάβες στα λάθη μας, στις αντιφάσεις μας και στις επιτυχίες μας. Ο Τσάβες σε όλους εμάς, αυτούς που ποτέ πια δεν θα εγκαταλείψουμε τους δρόμους».

 

Scroll to top