ΠΑΡΑΓΟΥΑΗ Η νίκη του δεξιού πολυεκατομμυριούχου Οράσιο Κάρτες έθεσε τέλος στη
μικρή περίοδο κεντροαριστερής διακυβέρνησης από τον αποπεμφθέντα Λούγκο
Της Χριστίνας Πάντζου
Η άνετη νίκη του Οράσιο Κάρτες σηματοδότησε την επιστροφή στην εξουσία των «Κολοράδος» (κόκκινων) και επισφράγισε το τέλος μιας περιόδου που έμοιαζε με μικρή παρένθεση στην ιστορία της Παραγουάης. Ενα τέλος που είχε προαναγγελθεί τον Ιούνιο του 2012, όταν με μια συνοπτική «κοινοβουλευτική δίκη» αποπέμφθηκε από την προεδρία ο πρώην ιερέας Φερνάντο Λούγκο με τη σύμπραξη των Φιλελεύθερων, υποτιθέμενων συμμάχων του, που ανέλαβαν τα ηνία.
Οι εκλογές για την αποκατάσταση της δημοκρατικής νομιμότητας, που επλήγη βάναυσα από αυτό το πολιτικό πραξικόπημα, απλώς επικύρωσαν ότι η κεντροαριστερή κυβέρνηση του Λούγκο υπήρξε, όπως πολλοί αναλυτές επισήμαναν, ένα είδος «ανωμαλίας» σε μια χώρα της οποίας η «ομαλότητα» κυριαρχήθηκε επί 61 χρόνια από τους «κόκκινους»: παράδοξος ευφημισμός για ένα κόμμα που στήριξε ανοιχτά τη δικτατορία του Στρέσνερ και το μόνο κόκκινο που μπορεί να διεκδικεί είναι το αίμα των χιλιάδων θυμάτων της.
Ο Οράσιο Κάρτες, πολυεκατομμυριούχος ιδιοκτήτης ενός ομίλου με περισσότερες από 20 επιχειρήσεις που έχει κατηγορηθεί για ναρκεμπόριο, λαθρεμπορία καπνού και ξέπλυμα βρόμικου χρήματος, αποφάσισε να ασχοληθεί με την πολιτική λίγους μήνες μετά την εκλογή του Λούγκο το 2008. Εντάχθηκε στους «Κόκκινους», όπου ίδρυσε το ρεύμα «Κόκκινη Τιμή» σημαίνοντας συναγερμό για τη «φιλο-τσαβική αριστερίστικη κυβέρνηση». Μετά την αποπομπή του Λούγκο, κατέβηκε ως υποψήφιος πρόεδρος στοιχηματίζοντας όχι μόνο στην επιρροή του χρήματος αλλά και στα προβλήματα που είχαν εμφανιστεί σε κυβέρνηση και κοινωνία από τις αντιφάσεις της παράξενης συμμαχίας κοινωνικών κινημάτων και ενός αριστερού ιερέα της θεολογίας της απελευθέρωσης με ένα κεντρώο φιλελεύθερο κόμμα.
Η εξαγορά ψήφων έναντι 25 δολαρίων, όπως τεκμηρίωσαν διεθνείς παρατηρητές της εκλογικής διαδικασίας, προσέλκυσε ψηφοφόρους σε μια χώρα όπου, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το 40% ζει στη φτώχεια και η ανεργία καλπάζει κοντά στο 30%. Δύο κοινωνικές πληγές που μαζί με το κρίσιμο πρόβλημα της αγροτικής μεταρρύθμισης και της αναδιανομής της γης δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει ο Λούγκο, χάνοντας σταδιακά σημαντικό μερίδιο της δημοτικότητάς του αλλά και της κοινωνικής του βάσης. Σε αυτά προστέθηκαν ένα εχθρικό Κογκρέσο που επέβαλλε προϋπολογισμούς λιτότητας όσο και το «σύμμαχο» φιλελεύθερο κόμμα που δεν άργησε να παρακωλύει τις όποιες διαδικασίες βαθιών αλλαγών στις οποίες ήλπιζαν οι μάζες που έδωσαν τη νίκη στον Λούγκο.
Το παζλ συμπληρώθηκε από την αδυναμία οικοδόμησης ενός πλατιού και οργανωμένου πολιτικού φορέα της Αριστεράς και από τη διάσπασή της, στη βάση κυρίως της παλιάς ιδεολογικής διαμάχης για το αν πρωταγωνιστές θα είναι τα στρώματα της αγροτιάς ή των αστικών κέντρων. Οι δύο εκλογικές προτάσεις που προέκυψαν, ο Συνασπισμός του Μάριο Φερέιρο και το Μέτωπο Γουασού του Λούγκο πέτυχαν μαζί το ισχνό 10% των ψήφων. Θα μπορούσαν, έστω κι έτσι, να αποτελέσουν έναν σημαντικό πόλο στην μετεκλογική πολιτική ζωή. Με την προϋπόθεση ότι θα συντόνιζαν δράσεις ώστε μέσα στο Κοινοβούλιο και εκτός αυτού να αναζητήσουν κοινές θέσεις και λύσεις απέναντι σε προβλήματα που δεν απαιτούν τόσο ιδεολογική «καθαρότητα» όσο επείγουσες απαντήσεις.