08/05/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Του έρωτα και του θανάτου

      Pin It

ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ

 

Μια έκθεση με αφορμή τα «Κτερίσματα» του Μισέλ Φάις

 

Δύο σημαντικοί ζωγράφοι, ο Τάσος Μαντζαβίνος και η Καλλιόπη Ασαργιωτάκη, διάβασαν με τον δικό τους τρόπο το μυθιστόρημα, ενώ ο ίδιος ο συγγραφέας συμμετέχει με ασπρόμαυρα φωτογραφικά δίπτυχα

 

Της Παρής Σπίνου

 

Πότε οι λέξεις ενός κειμένου παίρνουν χρώμα και σχήμα πάνω στο ζωγραφικό τελάρο; Πώς οι σκέψεις ενός συγγραφέα γίνονται εικόνα φωτογραφική; Μια ενδιαφέρουσα έκθεση, που παντρεύει τον λόγο με τα εικαστικά, στήνεται στον Χώρο Τέχνης «24» από τις 14 Μαΐου. Δύο γνωστοί ζωγράφοι με αναγνωρίσιμο ύφος, ο Τάσος Μαντζαβίνος και η Καλλιόπη Ασαργιωτάκη, δημιούργησαν ένα ιδιαίτερο, καθηλωτικό σύμπαν από λάδια, ακουαρέλες και σχέδια, όπου «ξαναδιαβάζουν» το τελευταίο μυθιστόρημα του Μισέλ Φάις «Κτερίσματα» (εκδ. Πατάκη). Παράλληλα, ο συγγραφέας συμμετέχει με δώδεκα ασπρόμαυρα φωτογραφικά δίπτυχα, τα οποία συνδιαλέγονται με τα έργα τέχνης.

 

Αν στην αρχαιότητα τα κτερίσματα ήταν τα πολύτιμα και αγαπημένα αντικείμενα που συνόδευαν τον νεκρό στον τάφο του, «τα κτερίσματα που αποθησαυρίζει ο Μισέλ Φάις στο καινούργιο, ομώνυμο μυθιστόρημά του αποτελούν συντροφιά στον επάνω κόσμο: μνημονικά υλικά που θα αντλήσουν οι ζωντανοί από την καθημερινότητα όσων έχουν χαθεί από καιρό ανεπιστρεπτί», όπως σημειώνει ο κριτικός λογοτεχνίας Βαγγέλης Χατζηβασιλείου στον κατάλογο της έκθεσης. «Με την κρίσιμη διαφορά ότι τα υλικά αυτά δεν είναι αγαπημένα και η αξία τους μοιάζει εκ των προτέρων αρνητική». Μέσα από ένα κείμενο ποιητικό, αποσπασματικό, παραληρηματικό αναδύονται τα απομεινάρια μιας θαμμένης σεξουαλικότητας που γέννησε πένθος.

 

«Στα έργα του ο Τάσος Μαντζαβίνος επανέρχεται στη μοναχική μορφή του εαυτού του που κουβαλάει από τη φύση της τον “γδαρμένο εαυτό” τού Φάις», επισημαίνει η η ιστορικός τέχνης Ελισάβετ Πλέσσα. «Οι κυρτωμένες φιγούρες του φέρουν τα γνωστά αρχετυπικά πρόσωπα-μάσκες και η σκληροτράχηλη μορφολογία των σωμάτων τους μοιάζει να αντιστοιχεί στη μορφολογία της σημαδεμένης ψυχής τους. Το μαύρο της αδιέξοδης Κομοτηνής του ήρωα γίνεται το βόρειο σκοτεινιασμένο μπλε της θάλασσας του Μαντζαβίνου, που στην άκρη της η μάνα κι ο γιος των “Κτερισμάτων” ξορκίζουν σφιχτοπιασμένοι χέρι χέρι έναν αναπόφευκτο χωρισμό. (…) Ο μανιώδης στροβιλισμός των πινελιών στα κύματα και στα βουνά αντανακλά τον σκληρό φόβο της εγκατάλειψης. Καταιγιστικές γραμμές περιβάλλουν κορμιά-ερπετά σε κλειστοφοβικά περιβάλλοντα αναδεικνύοντας τη ζωώδη ένσταση μιας ερωτικής πράξης που θα παραμείνει απαγορευμένη».

 

Τα σχέδια της Καλλιόπης Ασαργιωτάκη, χρωματιστά μολύβια και σινικές μελάνες, αναδίδουν μια ονειρική μελαγχολία. «Οι μορφές της ανακαλούν επιτύμβια ανάγλυφα, έγκλειστες σε έναν κόσμο ιδιωτικό», συνεχίζει η ιστορικός τέχνης. «Η ζωγράφος μοιάζει να τις παρατηρεί σαν μέσα από ένα διάφανο ύφασμα, όπως ο αφηγητής των “Κτερισμάτων” τους ήρωες που αποτελούν τη δική του ζωή. Αχνα υφασμάτων κάτω από μεσοφόρια με πόδια που δεν ερεθίζουν και ημίγυμνα σώματα που δεν πείθουν για τη σαρκικότητά τους: κεντημένα στο χειροποίητο χαρτί με χρυσοποίκιλτες γραμμές, οι λεπτομέρειές τους γίνονται θέμα του έργου και το καθιστούν βαρύτιμο».

 

Ο Μισέλ Φάις, που συχνά μεταστοιχειώνει τα βιβλία του σε φωτογραφία, θεατρικό έργο, σενάριο, συμμετέχει στην έκθεση με τρία ασπρόμαυρα δίπτυχα, φωτογραφίες τάφων και φωτογραφίες μιας νέας γυναίκας, «που δεν διακρίνουν μόνο σε άτυπα κεφάλαια τη ροή του κειμένου, αλλά παράλληλα αποτυπώνουν και τη μέθοδο γραφής αυτού του θρυμματισμένου μυθιστορήματος», όπως μας επισημαίνει ο ίδιος. «Το υλικό που εκθέτω συντέθηκε από δύο διαφορετικές φωτογραφικές εμμονές. Η πρώτη αφορά μια παλαιότερη φωτογραφική εργασία μου με ταφικές φωτογραφίες (“Υστερο βλέμμα”, 1996) και η δεύτερη μια πιο πρόσφατη: τις προσωπογραφίες της ηθοποιού Αλεξίας Καλτσίκη -πορτρέτα από το 2002 έως το 2010, που σκεφτόμουν να τα εκθέσω υπό τον τίτλο “Τα φαγιούμ της Αλεξίας”».

 

Τελικά διασταύρωσε αυτά τα δύο υλικά, τα έβαλε να συνομιλήσουν, βρήκε αναγωγές μεταξύ τους. «Οι προσομοιώσεις, οι χειρονομίες, οι υφές ανάμεσα σε φωτογραφίες που τις χωρίζουν δεκαπέντε-είκοσι χρόνια και που τραβήχτηκαν για τελείως διαφορετικό σκοπό και σ' ένα τελείως διαφορετικό πλαίσιο, στην αρχή με ξάφνιασαν. Εξ ου και δεν είναι λίγοι που θεωρούν ότι το ταφικό και το ζωντανό πρόσωπο ταυτίζεται -αυτό με ικανοποιεί αισθητικά και με τρομάζει προσωπικά. Στην πορεία όμως διαπίστωσα ότι υπάρχει ένα αίσθημα κοινού χρόνου και κοινού βλέμματος, κι αυτό είναι κατευναστικό και συνεκτικό -κάτι εξάλλου που αντανακλά και το αφηγηματικό πνεύμα του βιβλίου: τη συρραφή, τη διαστρωμάτωση αλλά και την κρυφή παρτιτούρα σπαραγμάτων ερωτικής θανατογραφίας».

 

[email protected]

 

*INFO: «Κτερίσματα», Χώρος Τέχνης 24 (Σπευσίπου 38, τηλ. 210-7217897), από 14 Μαΐου έως 29 Ιουνίου. Σε συνεργασία με το ίδρυμα «Η άλλη Αρκαδία».

 

 

Scroll to top