Pin It

Λ. ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ Στο «Θερμοκήπιο» ο Λευτέρης Βογιατζής έπαιξε τον τελευταίο ρόλο του τον χειμώνα του 2011. Δεν πρόλαβε να το επαναλάβει φέτος

 

Ενα έργο-καταγγελία της εξουσίας (γράφτηκε από τον Πίντερ το 1958) μετατράπηκε πάνω στη σκηνή σε σύγχρονο θεατρικό κείμενο. Κι όταν ο Λευτέρης Βογιατζής εκφωνούσε το χριστουγεννιάτικο μήνυμα στους τροφίμους του ιδρύματος, ένιωθες πως είναι σκηνή ανθολογίας στην ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου

 

Του Λάκη Παπαστάθη

 

Οι λέξεις εκτινάσσονται, ξεκολλάνε από τη θέση τους μέσα στις φράσεις και τις παραγράφους. Σαν να επαναστατούν αρνούνται τη στίξη, τη σμπαραλιάζουν, θέλουν να αποκτήσουν την αυτονομία τους. Μοιάζουν να χορεύουν τον δικό τους ρυθμό, άτακτα και λαμπερά, μία-μία λέξη, όπως στην ποίηση. Και σε παίρνουν μαζί τους. Πάντα όμως ένα κεντρικό αίσθημα τις προσγειώνει ξανά σαν να τις τραβάει με μαγνήτη και τις εντάσσει στο χτίσιμο του ρόλου. Αυτή η άτακτη λοξή κίνηση των λέξεων προς τα πάνω δεν χάνεται φαλτσάροντας, αλλά μπαίνει σαν νοητή ψηφίδα μέσα μας, χωρίς να μας μπερδεύει, καθώς λίγο λίγο γνωρίζουμε κι εμείς οι θεατές τον ρόλο που ο ηθοποιός μάς δείχνει στη σκηνή. Χωρίς ο λόγος του να γίνεται ανοίκειος ή πεποιημένος, γιατί με έναν μαγικό τρόπο παραμένει στο πλαίσιο ενός ιδιότυπου «ρεαλισμού».

 

Οταν ο Λευτέρης Βογιατζής εκφωνεί το χριστουγεννιάτικο μήνυμα στους τροφίμους του ιδρύματος, νιώθεις πως αυτή η σκηνή είναι σκηνή ανθολογίας στην ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου. Κυρίαρχες είναι οι παρατεταμένες, «αφύσικες» σιωπές, που είναι πιο «ομιλητικές» από τον κοινότοπο λόγο του. Ισως εδώ συμπυκνώνονται όλοι οι κώδικες που με τα χρόνια, ύστερα από δοκιμασίες, απορρίψεις και επαναβεβαιώσεις, νιώθεις πως δείχνουν στον ηθοποιό έναν δρόμο που αρχικά φαίνεται γνωστός και ευκολοδιάβατος, αλλά με το πρώτο πλησίασμα αποδεικνύεται δύσβατος και σου ζητάει για να τον διαβείς να υποβάλεις σε καινούργια δοκιμασία την ύπαρξή σου. Δεν σε βοηθάει η εμπειρία από τα προηγούμενα έργα, ίσως και να σε εμποδίζει. Ο τρόπος που παίζει ο Λευτέρης Βογιατζής νομίζω πως δεν διδάσκεται, δεν μεταδίδεται` είναι το προσωπικό του ιδίωμα, ο ερμηνευτικός του Λόγος. Γιατί ο τρόπος αυτός δεν γίνεται τυφλοσούρτης, πρέπει να τον δημιουργήσει μόνος του ο κάθε ηθοποιός με το αισθητήριό του, την πνευματικότητά του, τη φωνή και το σώμα του. Είναι κάτι που σχετίζεται με το βαθύτερο είναι του.

 

Βλέποντας το «Θερμοκήπιο» του Πίντερ δεν μπορεί να μη σκεφτείς τη συμβολή του σκηνοθέτη στη δραματουργία του έργου. Το στήσιμο και το παίξιμο μοιάζει σαν να το ξαναγράφει. Ο Λευτέρης Βογιατζής τόνισε τον παράλογο ρεαλισμό των διαλόγων της καθημερινότητας μέσα στο ίδρυμα, προσέθεσε μικρές τομές στιλιζαρίσματος στο παίξιμο των ηθοποιών, ενώ μερικές σουρεαλιστικές εικόνες που δημιούργησε οδήγησαν στην ανάγκη ενός μηχανικά μεταβαλλόμενου σκηνικού χώρου που λες και ζωντάνευε για να υπηρετήσει το έργο. Σαν να ξυπνούσε ο νεκρός χώρος, σαν να ήταν αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυς που παρακολουθούσε άγρυπνος – ένα παράλογο μηχανικό μπαλέτο.

 

Στο τέλος νιώθεις πως ένα έργο-καταγγελία της εξουσίας (γράφτηκε το 1958) μετατρέπεται πάνω στη σκηνή σε ένα σύγχρονο θεατρικό κείμενο. Λες και η παράσταση επένδυσε στο έργο τη θεατρική εμπειρία που ακολούθησε από την εποχή που γράφτηκε το «Θερμοκήπιο».

 

Η θρυλική πια ακρίβεια στην ερμηνεία των ηθοποιών και η πίστη του στη λεπτομέρεια, που χαρακτήριζε τις παραστάσεις του, εδώ είναι τόσο δουλεμένη που φαίνεται σαν φυσική, σαν να έγινε μόνη της, κρύβοντας την εξαντλητική προσπάθεια. Και αυτό είναι ένα ακόμη από τα επιτεύγματα αυτής της παράστασης στην οποία συμμετείχαν εξαίρετοι ηθοποιοί και ταλαντούχοι συνεργάτες.

 

 

*Στην παράσταση έπαιζαν ακόμα: οι Δημήτρης Ημελλος, Αλεξία Καλτσίκη, Παντελής Δεντάκης, Θάνος Τοκάκης, Γιάννης Νταλιάνης και Βασίλη Κουκαλάνι

 

Scroll to top