Pin It

ΘΕΑΤΡΟ-ΚΡΙΤΙΚΗ

 

«Η αληθινή ταυτότητα της Τζίνα Ντέιβις», Θέατρο του Νέου Κόσμου – Δώμα

 

Η μεταφορά στη σκηνή του αστυνομικού μυθιστορήματος τού Αυστραλού Ρίτσαρντ Φλάναγκαν «Η άγνωστη τρομοκράτισσα» είναι μια αξιόλογη πρόταση, μικρής ασφαλώς κλίμακας, γεμάτη όμως ενέργεια, πρωτότυπη, με δυναμισμό και με την απαραίτητη δόση τρέλας

 

 

Tου Γρηγόρη Ιωαννίδη

 

 

 

getFile (38)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Από το Δώμα του Νέου Κόσμου η «Ταυτότητα της Τζίνα Ντέιβις» προκάλεσε δικαίως εντύπωση. Πρόκειται για τη μεταφορά στη σκηνή του μυθιστορήματος του Αυστραλού συγγραφέα Ρίτσαρντ Φλάναγκαν με τίτλο «Η άγνωστη τρομοκράτισσα», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Aγρα, και προκάλεσε αίσθηση, εν μέσω μάλιστα της επέλασης της σκανδιναβικής γενιάς του αστυνομικού είδους.

 

Σαν μεταμοντέρνο αστυνομικό και πολιτικό μυθιστόρημα το έργο του Φλάναγκαν στηρίζεται στη χιλιοσπουδασμένη πια αποδόμηση του προσώπου, που χάνει κάποια στιγμή την κατά κόσμον αθωότητά του, για να καταδυθεί έπειτα στα άδυτα της ενοχής και της σκοτεινής θεατρικότητας του εγκλήματος. Εδώ, η Τζίνα Ντέιβις, και κατά κόσμον «Κούκλα», είναι μια πολύ κοινή και μάλλον αδιάφορη στριπτιζέζ του Σίδνεϊ, που θα μπλέξει άθελά της σε μια ιστορία τρομοκρατίας, κατασκευής ενόχων –από την πλευρά του τηλεοπτικού συστήματος, που τρέφεται ως γνωστόν από σάρκες εκπεσόντων αγγέλων-, πολιτικής αποσταθεροποίησης (ειδικά μετά την 11 του Σεπτέμβρη), αστυνομικής καταδίωξης και, τελικά, γενικευμένης αιματοχυσίας.

 

Οι περισσότεροι κριτικοί βλέπουν πίσω από το καλογραμμένο πεζό του Φλάναγκαν το αρχέτυπο της Καταρίνα Μπλουμ ή, ακόμα πιο πίσω, το συγγενές δράμα του Σνίτσλερ. Οχι για να πρωτοτυπήσουμε, θα συμπληρώσουμε πως τουλάχιστον στο αστυνομικό είδος το πορτρέτο του «αθώου» που καταδιώκεται ερήμην του και αδίκως, και καταλήγει τελικά να φλερτάρει ο ίδιος –σαν αντίδραση, έστω- με τον υπόκοσμο και τη λογική του εγκλήματος αποτελεί ένα από τα στερεότυπα του νουάρ –για τα δικά μας θυμηθείτε τον «Δράκο».

 

Αλλά ας ξεπεράσουμε για λίγο τα κλισέ. Αληθινά η Τζίνα Ντέιβις είναι μια undergound Κούκλα του συστήματος, η τρόφιμος ενός νέου ψηφιακού «Κουκλόσπιτου», που φιλοξενεί στα υπόγειά του τους κοσμικούς τού πάνω κόσμου. Αναλαμβάνει κι αυτή σαν σκοτεινή, αμαρτωλή Νόρα μια υπόθεση ανώτερη των δυνάμεων της, ανώτερη κι από όσα της αναλογούν: και καταλήγει όπως εκείνη μέσω μιας πορείας αυτοσυνειδησίας σε μια βαθιά ανατρεπτική κι ελευθεριάζουσα «θυσία». Σαν υποσημείωση στις συγκριτικές μελέτες του Φλάναγκαν καταλήγουμε και εμείς από άλλο δρόμο στην ίδια φωτεινή οπτική της πολιτικής, κοινωνιστικής, αλλά και υπαρξιακής βάσης του μυθιστορήματός του.

 

Ωστόσο λίγο θα μας ενδιέφερε η ανάλυση ενός ούτως ή άλλως αναλυμένου μυθιστορήματος, αν δεν έδινε μια τόσο αξιόλογη σκηνική πρόταση, μικρής ασφαλώς κλίμακας, γεμάτης όμως ενέργεια, πρωτότυπη, με δυναμισμό και με εκείνη την απαραίτητη δόση τρέλας που κάνει τα πράγματα φωτεινά και ζεστά. Οπως και στο έργο του συγγραφέα, έτσι και στην παράσταση, εκείνο που μετράει είναι ο ρυθμός, ρυθμός εσωτερικός που ανεβαίνει, πυρώνει και καταλήγει στο κρεσέντο ενός συνεχούς ανθρωποκυνηγητού.

 

Κάτι από underground αισθητική, η γοητεία των κόμικς και η επί σκηνής βάσανος των σωμάτων που παραπέμπει στον αθλητισμό, δίνουν το παραπέρα πλαίσιο για την αφήγηση των προσώπων και τη μεταξύ τους διαλεκτική. Υπάρχει βέβαια κι όλη η συνδρομή του τεχνολογικού εξοπλισμού, του ψηφιακού περιβάλλοντος (Ελισάβετ Αντάπαση, Ευτύχης Ευθυμίου), της σπουδαίας μουσικής επένδυσης (Λένα Πλάτωνος) και των θαυμάσιων φωτισμών (Σάκης Μπιρμπίλης): συγχωνεύονται σε μια και μόνη αντίληψη, σε ένα ολικό έργο τέχνης, που αφηγείται και αναπαριστά χωρίς να μιμείται. Κάπως αδύναμη μοιάζει συγκριτικά η δραματουργία, αφήνοντας κενά στην εξέλιξη της υπόθεσης και κάνοντας κάπως ετεροβαρή τη διανομή των προσώπων. Οι δύο ηθοποιοί και περφόρμερ Βασιλική Τρουφάκου και η Ελένη Ευθυμίου δημιουργούν από κοινού το ένα κι αυτό πρόσωπο την ώρα που διαλύεται, αντιμετατίθεται και αντανακλάται σε αλλότρια κάτοπτρα. Καλός, αν και κάπως άτονος, ο Γιώργος Μακρής. Την αληθινή Τζίνα δεν θα τη βρούμε παρά μόνο μέσα από τα λόγια των άλλων, πίσω από τις γραμμές και έξω από τα κίνητρα της.

 

Για κάποιο λόγο στον πρόλογό του ο Φλάναγκαν αναφέρει την αγάπη σαν τη δική μας αθετημένη υπόσχεση. Αυτή η υπόσχεση ίσως κινεί και την Κούκλα. Με έναν τρόπο η παράσταση του Νέου Κόσμου γίνεται το απόκρυφο ευαγγέλιο των εξοστρακισμένων ψυχών, η σύγχρονη κενή διαθήκη του χαμένου ανθρωπισμού μας.

 

 

Scroll to top