Pin It

ΣΙΝΕΜΑ Art

 

66ο Φεστιβάλ Κανών

 

Δύο σημαντικοί σκηνοθέτες περιγράφουν την ελαφρότητα της δόξας, τη ματαιότητα της ομορφιάς και… τη σημασία του σωστού φωτισμού! Ο Πάολο Σορεντίνο με το «La grande bellezza» και ο Στίβεν Σόντερμπεργκ με το «Behind the candelabra».

 

 

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΚΑΝΕΣ Της Λήδας Γαλανού

 

 

 

getFile (61)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

getFile (72)

getFile (71)

 

 

 

 

getFile (75)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Μετά την αγγλόφωνή του περιπέτεια με το «This must be the place», ο Πάολο Σορεντίνο επιστρέφει στη Ρώμη και βυθίζεται στην παρακμή της ευρωπαϊκής ομορφιάς και τον μαγνητισμό του εφήμερου. Ο ήρωάς του, ο Τζεπ, είναι ένας 65χρονος δημοσιογράφος (αριστοτεχνική, όπως πάντα, η ερμηνεία του Τόνι Σερβίλο), ένας διάσημος συγγραφέας του ενός μυθιστορήματος, ένας ηγέτης της υψηλής τάξης του πλούτου, των γραμμάτων και των τεχνών.

 

Νιώθοντας τον χρόνο να μετρά, πια, αντίστροφα, ο Τζεπ εντείνει την αναζήτηση που καθόρισε τη ζωή του, εκείνη για τη μεγάλη ομορφιά, την αισθητική τελειότητα, ή την τέλεια αίσθηση. Κοσμικός άντρας με γεμάτες μέρες και μεθυσμένα ξημερώματα, εκθέτει στον περίπατο ή στα πάρτι που κάνει στο υπέροχο διαμέρισμά του την επιπολαιότητα του «δήθεν», του πολιτικά ορθού ή του κυνηγιού της διασημότητας. Φόρος τιμής στο σινεμά του Φελίνι ή του Ετορε Σκόλα, το «La grande bellezza» είναι μια ταινία που οπωσδήποτε πάσχει από τις αδυναμίες που η ίδια σχολιάζει: είναι υπερβολική, φλύαρη, επιδεικτικά όμορφη, σε στιγμές γκροτέσκ. Ξεδιπλώνοντάς την, όμως, φτάνεις στην πραγματική ομορφιά της, στην αλήθεια της απλότητας, που ενσαρκώνεται σε τίποτα περισσότερο από ένα ολόγυμνο κοριτσίστικο κορμί, δίπλα στη θάλασσα, στο ρωμαϊκό καλοκαίρι.

 

Η επιτομή της χλιδής είναι, εξ ορισμού, η νέα και, κατά τα λεγόμενά του, τελευταία σκηνοθετική δουλειά του Στίβεν Σόντερμπεργκ. Το «Behind the candelabra» αφηγείται την τελευταία δεκαετία στη ζωή του εκρηκτικού, φαντασμαγορικού πιανίστα Λιμπεράτσε και την ερωτική του σχέση με τον κατά πολύ νεότερό του Σκοτ Θόρσον, στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του οποίου βασίζεται και το σενάριο.

 

Η ταινία, παραγωγή του HBO με σκοπό την τηλεοπτική προβολή, είναι ένας θησαυρός σκηνικών και κοστουμιών, μια λεπτοδουλεμένη αναπαραγωγή του glam του Λιμπεράτσε, ο οποίος ζούσε με το μότο «το καλό, στην υπερβολή του, είναι απλώς υπέροχο!». Φωτισμένο σαν ταινία του 1980, το φιλμ είναι θαυμάσια περιγραφικό, αλλά δεν εμβαθύνει καθόλου σε μια προσωπικότητα ελκυστική και σύνθετη, έναν γκέι άντρα που κράτησε επιμελώς (και απίστευτα!) κρυφή τη σεξουαλικότητά του σε μια αφιλόξενη εποχή, ο οποίος γνώρισε τον αληθινό έρωτα με τον Σκοτ, αλλά δεν τόλμησε να τον δημοσιοποιήσει, έναν καλλιτέχνη ερωτευμένο με την ιδέα της νεότητας, περισσότερο κι από την ίδια τη ζωή. Ωστόσο, παρότι ο Σόντερμπεργκ εκδηλώνει εδώ τον φιγουρατζή εαυτό του, οι ερμηνείες και των δύο πρωταγωνιστών, του Μάικλ Ντάγκλας και του Ματ Ντέιμον, είναι τόσο ακριβείς, διακριτικές και επιβλητικές, που αν η ταινία δεν ήταν τόσο επίπεδη, με άνεση θα διεκδικούσαν βραβεία.

 

Ο Μάικλ Ντάγκλας, ο οποίος, όχι, δεν έμαθε να παίζει πιάνο για την ταινία, στη συνέντευξη Τύπου με τους συντελεστές, εξήγησε ότι ο Στίβεν Σόντερμπεργκ τον προσέγγισε με την ιδέα να παίξει τον Λιμπεράτσε, όταν βρίσκονταν στα γυρίσματα του «Traffic», 13 χρόνια νωρίτερα, και θεώρησε ότι του έκανε πλάκα! «Γελάσαμε πολύ, εγώ του έκανα μιμήσεις του Λιμπεράτσε και μετά… το ξεχάσαμε! Επτά χρόνια αργότερα ο Στίβεν ανακάλυψε το βιβλίο του Σκοτ Θόρσον και η ταινία άρχισε να γίνεται πραγματικότητα. Η πρόταση μου ήρθε ακριβώς μετά τον καρκίνο μου [ο Ντάγκλας κομπιάζει και βουρκώνει] κι ήταν σαν ένα μεγάλο δώρο και γι’ αυτό θα είμαι πάντα ευγνώμων στον Στίβεν και στον Ματ και σ’ αυτήν την ταινία, μου έδωσαν στόχο στη ζωή».

 

«Είναι η έβδομη φορά που συνεργάζομαι με τον Στίβεν», είπε ο Ματ Ντέιμον «και, ακόμα και την παραμονή της έναρξης των γυρισμάτων, του έλεγα “τι πάμε να κάνουμε τώρα”; Αλλά έχω, ειλικρινά, απόλυτη εμπιστοσύνη στον Στίβεν. Γυρίσαμε την ταινία μέσα σε 33 μέρες μόνο. Ο Στίβεν είναι ένας από τους ελάχιστους, σπουδαίους σκηνοθέτες που μοντάρουν στη διάρκεια των γυρισμάτων και κάθε βράδυ, γυρίζοντας σπίτι μου, μπορούσα να δω online τη δουλειά της ημέρας. Αυτό ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να μου συμβεί. Ο Στίβεν έχει πει ότι η σκηνοθεσία είναι σαν να κάνεις ένα τεράστιο μωσαϊκό από απόσταση λίγων εκατοστών. Κι εγώ είχα τη δυνατότητα να μελετώ αυτό το μωσαϊκό από κοντά, καθώς φτιαχνόταν».

 

Σχετικά με τη συνέχεια της καριέρας του, ο Στίβεν Σόντερμπεργκ ακούστηκε νοσταλγικός: «Ηρθα πρώτη φορά στις Κάνες με το “Σεξ, ψέματα και βιντεοταινίες”, πριν από 24 χρόνια, είχα ακόμα μαλλιά. Είμαι σίγουρος ότι θα κάνω ένα διάλειμμα, δεν ξέρω πόσο μεγάλο θα είναι. Αλλά αν αυτή εδώ είναι η τελευταία ταινία που θα κάνω, δεν λυπάμαι, είμαι πάρα πολύ περήφανος. Υπάρχει μια σύνδεση με την πρώτη μου ταινία, είναι για δύο ανθρώπους σ’ ένα δωμάτιο στην ουσία και, ταυτόχρονα, στιλιστικά βλέπω στη δουλειά μου μια εξέλιξη και η πείρα με έχει φέρει πιο κοντά στο ζητούμενο, που είναι η απλότητα».

 

Παρά την περσινή κατακραυγή ότι το Φεστιβάλ Κανών γυρίζει την πλάτη του στις γυναίκες σκηνοθέτιδες, η μοναδική ανάλογη ματιά και φέτος στο Διαγωνιστικό Τμήμα είναι η ταινία «Un Château en Italie» της Βαλέρια Μπρούνι-Τεντέσκι, η οποία πραγματικά δεν μας έπεισε ότι ήταν η πιο αξιόλογη ταινία γυναίκας σκηνοθέτιδος που υποβλήθηκε! Η Τεντέσκι χτίζει μια πολύ προσωπική ιστορία, που ταυτόχρονα απευθύνεται σε όλες τις γυναίκες που έχουν πατήσει τα 40, είναι single, χωρίς παιδιά και χωρίς κάποια καριέρα να τις γεμίζει.

 

Η ηρωίδα της, η Λουίζ, που την υποδύεται η ίδια, ανήκει ακριβώς σ’ αυτήν την ευπαθή κατηγορία και, καθώς ο αδελφός της πεθαίνει από AIDS και η μητέρα της ξεπουλά την οικογενειακή έπαυλη, εκείνη συναντά τον πολύ νεότερό της Νατάν και τον ερωτεύεται με πάθος, παρότι οι άμυνές της χτυπούν κόκκινο. Ειλικρινής και επίκαιρη η ταινία, γυρισμένη όμως με τέτοιο καμάρι για της νευρώσεις της δημιουργού της, με τόση υπερβολή και γραφικότητα σεναριακή και σκηνοθετική, που, παρά το λυρικό της φινάλε, μας άφησε μ’ ένα αίσθημα εκνευρισμού και αναιτιότητας.

 

 

 

Scroll to top