Pin It

ΚΛΑΣΙΚΗ MOYΣΙΚΗ Art

 

Κινηματογραφική βραδιά στο Μέγαρο, ρεσιτάλ με δύο πιάνα στη Στέγη

 

Οι γεμάτοι ζήλο εκτελεστές, υπό τον Βασίλη Τσιατσιάνη, συνόδευσαν πέντε ταινίες του ’20 με διάσημες υπογραφές (από Ιβενς μέχρι Μπουνιουέλ) όχι μόνο με τις αυθεντικές συνθέσεις (Αϊσλερ και Σατί) αλλά και με τρία σύγχρονα έργα Ελλήνων (Κυριακίδης, Τζώρτζης, Μούζας)

 

Του Γιάννη Σβώλου

 

 

getFile (71)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Επιβεβαιώνοντας το ειδικό προφίλ του, το ελληνικό σύνολο σύγχρονης μουσικής «Ergon» πρόσφερε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα βραδιά, κατά την οποία συνόδεψε προβολές ταινιών του βωβού κινηματογράφου (14/5/2013). Η εκδήλωση στην κατάμεστη αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος» συνδύασε ερεθιστικά την πάντα επίκαιρη συνάφεια ήχου/κινούμενης εικόνας με την εμπειρία της «αυθεντικής» παρουσίασης ιστορικού κινηματογραφικού ρεπερτορίου. Αναμενόμενα η σύνθεση του ακροατηρίου καθορίστηκε από την αθρόα προσέλευση ενός κοινού διαφορετικού από αυτό των στενά φιλόμουσων.

 

Προβλήθηκαν πέντε ταινίες της δεκαετίας του ’20 με διάσημες υπογραφές και έντονα πειραματικό χαρακτήρα. Η ιδέα να ακουστούν διαδοχικά ιστορικές και σύγχρονες μουσικές επενδύσεις/συνοδείες υπήρξε πολλαπλά εύστοχη, καθώς φώτισε αποκαλυπτικά τις απαρχές αλλά και τη διαχρονική εξέλιξη της ίσοις όροις συνέργειας ήχου και εικόνας στον (αρχικά βωβό) κινηματογράφο. Ιδανικά εργαλεία αναβίωσης του μουσικού μέρους, οι γεμάτοι ζήλο εκτελεστές τού «Ergon» υπό τον Βασίλη Τσιατσιάνη πρόσφεραν άριστες, ακριβείς, αβίαστες αναγνώσεις.

 

Η βραδιά ξεκίνησε με δύο αυθεντικές, ιστορικές συζεύξεις φιλμ/παρτιτούρας: τη «Βροχή» (1931) των Ιβενς/Φράνκεν σε μουσική Αϊσλερ και το «Διάλειμμα» (1924) των Κλαιρ/Πικάμπια με μουσική Σατί ενορχηστρωμένη από τον Τσιατσιάνη. Συντελεσμένη με σύγχρονα προσληπτικά ανακλαστικά και την πρωθύστερη γνώση όσων έχουν μεσολαβήσει, η παρακολούθηση ξαναθύμισε έμπρακτα τις ιδρυτικές συνάφειες του βωβού με τον μεσοπολεμικό μουσικό μοντερνισμό και τον σουρεαλισμό σε εικαστικά και ποίηση.

 

Ακολούθησαν τρεις ταινίες με μουσική συνοδεία γραμμένη για τις συγκεκριμένες προβολές από Ελληνες συνθέτες. Προσπερνώντας τα στερεότυπα/παράγωγα του ρομαντικού ήχου, οι τρεις συνομίλησαν με την ιστορική κινούμενη εικόνα, γεφυρώνοντας ιστορικές φάσεις και αισθητικές, επισημαίνοντας την εξέλιξη σε στρατηγικές κύριας αφήγησης και υποστηρικτικού σχολιασμού, στον διάλογο ήχου/εικόνας, στη συνέχεια ηχο-εικαστικού ειρμού.

 

Στο αφαιρετικό «Anémic Cinéma» (1926) του Ντυσάν ο Γιάννης Κυριακίδης ανέτρεξε εύστοχα στον ρυθμικά εμμονικό μινιμαλισμό και στον εμπρεσιονισμό τού Λίγκετι. Για τον ονειρικό «Αστερία» (1928) των Ρέυ/Ντεσνός ο Νικόλας Τζώρτζης διέπλασε ένα ιδανικό ηχητικό αντίστοιχο της επίτηδες «θολής» ερωτικής αφήγησης. Τέλος, ο Αλέξανδρος Μούζας συνόδεψε υποδειγματικά τον «Ανδαλουσιανό σκύλο» (1929) των Μπουνιουέλ/Νταλί με ένα ακρόαμα πλουσιότατο σε καλά αφομοιωμένες μουσικές αναφορές –από Αϊσλερ μέχρι Μπουλέζ- που συνδιαλέχθηκε ακομπλεξάριστα και ισορροπημένα με την πρωτομοντέρνα αισθητική των σουρεαλιστών δημιουργών, αποφεύγοντας να επέμβει ή να επιβληθεί.

 

 

Στη νέα χώρα του αμερικανικού μινιμαλισμού

 

 

getFile (70)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Στις 20/5/2013 δόθηκαν ταυτόχρονα στην Αθήνα τρεις βραδιές πιάνου με έντονο, ειδικό ενδιαφέρον. Επιλέξαμε να παρακολουθήσουμε στη «Στεγη Γραμμάτων και Τεχνών» το διπλό ρεσιτάλ των πιανιστών Στέφανου Νάσου και Απόστολου Παληού, ακμαίων Ελλήνων μουσικών που αντιμετωπίζουν τον μοντερνισμό –μεσοπολεμικό, μεταπολεμικό ή σύγχρονο- ως φυσική επιλογή και όχι ως… επικίνδυνη εκδρομή.

 

Υπό τον τίτλο «Απόηχοι και ρυθμοί: δύο πιάνα» προτάθηκαν έργα αμερικανικού μινιμαλισμού, καλύπτοντας ολόκληρη την εξηντάχρονη διαδρομή του κινήματος. Ακούστηκαν τέσσερις συνθέσεις για δύο πιάνα, δύο εξ αυτών με συνδυασμό ηλεκτρονικών ήχων και σε α' πανελλήνια παρουσίαση: «Hallelujah Junction» (1996) του Τζον Ανταμς (γενν. 1947), «Otherworldly Resonances (2005) του Τζορτζ Κραμπ (γενν. 1929), «Dark Waves» (2007) του Τζον Λούθερ Ανταμς (γενν. 1953) και το «Piano Phase» (1967), σκληροπυρηνικό ιδρυτικό αριστούργημα του μινιμαλισμού, του Στήβ Ράιχ (γενν. 1936).

 

Αναμφίβολα πρόκειται για ρεπερτόριο με απαιτήσεις διαφορετικές, πλην διόλου μικρότερες αυτών για έναν Σοπέν ή έναν Λιστ: εκφραστικές προσεγγίσεις βασισμένες σε βασικές αρμονίες απαλλαγμένες από κάθε ιστορική φόρτιση/αναφορά, ατέρμονα, μαθηματικής ακρίβειας ρυθμικά συνεχή, ερεθιστικά –αλλά άκρως ριψοκίνδυνα!- παιχνίδια ελεγχόμενων ρυθμικών συντονισμών και αποσυντονισμών, ανεπαίσθητες διαδρομές διακυμάνσεων σε δυναμικές και μετρικούς τονισμούς. Ολα αυτά τα απέδωσαν οι δυο πιανίστες με γενναιότητα, αθλητικό σφρίγος, ακρίβεια και σιγουριά. Μια βραδιά για μυημένους –η συμμετοχή τους στη βιοποικιλότητα του εγχώριου μουσικού οικοσυστήματος δεν είναι αμελητέα- που άνοιξε για λίγο διάπλατα τα παράθυρα να μπει φρέσκος αέρας!

 

 

Scroll to top