Πέντε εργαζόμενοι της Express Service που δραστηριοποιήθηκαν για τη δημιουργία σωματείου, βρέθηκαν τελικά χωρίς δουλεία, χωρίς αποζημίωση και με κατηγορίες για υπεξαίρεση και συκοφαντική δυσφήμηση
Του Δημήτρη Αγγελίδη
Δεν φτάνει που χρωστάει δεδουλευμένα κοντά δέκα μηνών στους εργαζομένους της, τώρα η Express Service τούς ζητάει και τα ρέστα προχωρώντας στην απόλυση πέντε εργαζομένων που δραστηριοποιήθηκαν για τη δημιουργία σωματείου, χωρίς μάλιστα να τους αποζημιώσει, αφού είχε προλάβει να καταθέσει μήνυση εναντίον τους για «συκοφαντική δυσφήμηση» και «υπεξαίρεση». Οι ίδιοι οι απολυμένοι χαρακτηρίζουν τις απολύσεις τους εκδικητικές, προσχηματικές και μη σύννομες και κάνουν λόγο για συνδικαλιστική δίωξη.
Aγωγή από την επιχείρηση
Χτες αργά το απόγευμα, ύστερα από αγωγή της επιχείρησης που συζητήθηκε το πρωί, το Πρωτοδικείο Αθηνών κήρυξε παράνομη την εν εξελίξει εικοσιτετράωρη απεργία που είχε κηρύξει στα καταστήματα της Express Service της Αθήνας το Εργατικό Κέντρο Αθήνας (ΕΚΑ). Το δικαστήριο έκρινε αναρμόδιο το ΕΚΑ, δεδομένου ότι έχει ιδρυθεί σωματείο εργαζομένων της επιχείρησης με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Πάντως, όπως καταγγέλλουν στην «Εφ.Συν.» εργαζόμενοι στα καταστήματα της Αθήνας, δεν αναγνωρίζουν ουσιαστικά τη δικαιοδοσία του σωματείου, καθώς δεν το έχουν δει ούτε μία φορά στο πλευρό τους.
Σύμφωνα με τους ίδιους, τα προβλήματα στη μισθοδοσία ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 2011. Επικαλούμενη την οικονομική κρίση η επιχείρηση σταμάτησε να καταβάλει επιδόματα, όπως το επίδομα καλής απόδοσης, και άρχισε να πληρώνει έναντι, καταβάλλοντας το 40% του μισθού. Ζητούσε μάλιστα υπομονή και υποσχόταν ότι θα επανέλθει στην κανονική ροή μισθοδοσίας και θα πληρώσει τα δεδουλευμένα, όταν λυθούν τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε και λυθεί η δικαστική εκκρεμότητα με ανταγωνίστριες εταιρείες.
Η επιχείρηση, που ίδρυσε το 1975 ο Γιάννης Ραπτόπουλος στη Θεσσαλονίκη, κατέκτησε σταδιακά την πρώτη θέση στην αγορά, άρχισε όμως να παρουσιάζει ελλείμματα με την αύξηση του ανταγωνισμού. Τον Νοέμβριο ο κ. Ραπτόπουλος συνελήφθη για χρέη στο Δημόσιο 7,9 εκατομμυρίων ευρώ, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οφειλές στα ασφαλιστικά ταμεία.
Για μήνες πολλούς οι εργαζόμενοι έβαλαν πλάτη. «Συνεχίζουμε ακόμη και σήμερα να εξυπηρετούμε τον κόσμο με τον ίδιο ζήλο, γιατί οι άνθρωποι που έχουν μείνει στον δρόμο δεν μας φταίνε σε τίποτα. Αντλούμε ικανοποίηση από το γεγονός ότι βοηθάμε ανθρώπους που βρίσκονται σε ανάγκη», μας λένε.
Ομως με τον καιρό άρχισαν να ανησυχούν με τις αόριστες απαντήσεις της επιχείρησης και συνέστησαν επιτροπή επικοινωνίας με σκοπό να ζητήσουν τις θέσεις του εργοδότη για το μέλλον της εταιρείας, την αποπληρωμή των δεδουλευμένων, το χρονοδιάγραμμα καταβολής της μισθοδοσίας και το είδος των συμβάσεων εργασίας που σκοπεύει να ακολουθήσει η επιχείρηση.
Πέντε μέλη της επιτροπής δραστηριοποιήθηκαν ενεργά για να δημιουργηθεί σωματείο βάσης και ζήτησαν από το ΕΚΑ να τους παραχωρήσει αίθουσα για να συζητήσουν με τους συναδέλφους τους. Την περασμένη Τετάρτη, τρεις μέρες μετά τη δεύτερη συνάντηση περίπου εκατό εργαζομένων στο ΕΚΑ, αυτοί οι πέντε εργαζόμενοι πήραν εξώδικο ότι η επιχείρηση τους μηνύει (τρεις για συκοφαντική δυσφήμηση, έναν για συκοφαντική δυσφήμηση και υπεξαίρεση, και έναν για υπεξαίρεση).
Σύμφωνα με πληροφορίες τους -δεν έχουν λάβει ακόμη γνώση της δικογραφίας-, η συκοφαντική δυσφήμηση αφορά ενημέρωση που φέρονται να έκαναν στους συναδέλφους τους, αποκαλώντας, κατά το κατηγορητήριο, «ψεύτη» τον εργοδότη ή ισχυριζόμενοι πως «δεν έχει χρήματα να τους πληρώσει».
Η συνέχεια στην Επιθεώρηση εργασίας
Η «υπεξαίρεση» αφορά, σύμφωνα πάντα με όσα ισχυρίζονται, δύο περιπτώσεις στις οποίες κράτησαν ποσό της τάξης των 150 ευρώ από πληρωμή πελάτη και αυτό τους κρατήθηκε στη συνέχεια από τη μισθοδοσία τους. Πρόκειται, μας λένε, για συνήθη πρακτική στην εταιρεία, που έγινε ακόμη πιο συνηθισμένη από τη στιγμή που άρχισαν τα έναντι. Μάλιστα, προσθέτουν, πριν υποβάλει μήνυση, η εταιρεία είχε ήδη δεχτεί να κρατήσει το ποσό από τον μισθό τους, που έτσι κι αλλιώς καταβάλλεται λειψός.
Οι απολυμένοι θεωρούν παράνομη την απόλυσή τους και ζητούν να ακυρωθεί. Η συνέχεια των μισθολογικών διεκδικήσεων θα δοθεί στην Επιθεώρηση Εργασίας, όπου έχει οριστεί συνάντηση τον Ιούνιο, και στα δικαστήρια, όπου ορισμένοι εργαζόμενοι εξετάζουν το ενδεχόμενο να κάνουν αγωγή για δεδουλευμένα.