Pin It

Της Παρής Σπίνου

 

Μόλις 21 ετών, φοιτητής του Πρίνστον ήταν ο Ρόμπερτ ΜακΚέιμπ το 1954 όταν επισκέφτηκε την Ελλάδα για ολιγοήμερες διακοπές. Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος.

 

Ο ήλιος, η θάλασσα, η απλότητα των ανθρώπων, που δεν είχαν τίποτα κοινό με τον νεοϋορκέζικο πλούτο, τον ώθησαν να αποτυπώσει φωτογραφικά «έναν ανεξερεύνητο τρόπο ζωής, σε ένα παράξενα όμορφο μέρος του κόσμου».

 

Αιώνιος εραστής της Ελλάδας, ο γνωστός φωτογράφος δεν παύει να καλλιεργεί αυτή τη σχέση σταθερά και να την προβάλλει με λευκώματα και εκθέσεις σε μεγάλα ιδρύματα σε όλο τον κόσμο.

 

Με την τελευταία έκθεσή του «Ελλάδα-Κίνα: Λαοί, αρχαίοι κόσμοι που αλλάζουν», που φιλοξενείται στο Μουσείο Ασιατικής Τέχνης Κέρκυρας, εστιάζει διπολικά τον φακό σε δύο φαινομενικά «αντίθετες» χώρες, με μακραίωνη Ιστορία και πολιτισμό, αποδίδοντας τις αλλαγές και τις μεταμορφώσεις που εδώ και μισό αιώνα συντελούνται.

 

Ορισμένες εικόνες είναι καθαρά ντοκουμέντα, άλλες αναδίδουν μια ποιητική αίσθηση, ενώ στο σύνολό τους δίνουν την ευκαιρία να ανακαλύψουμε και να συγκρίνουμε πτυχές, ομοιότητες και διαφορές των δύο χωρών.

 

Στην περίπτωση της Κίνας ο ΜακΚέιμπ δείχνει τις αλλαγές εν τω γίγνεσθαι, με το παλαιό και το νέο δίπλα δίπλα: άνθρωποι ψαρεύουν σε μια ξύλινη προκυμαία ενώ στο λιμάνι εκτελούνται έργα εκσυγχρονισμού ή μια νεαρή μανάβισσα μπροστά σε δυτικού τύπου αφίσα. Από την Ελλάδα επέλεξε φωτογραφίες πριν από τον μαζικό τουρισμό: επαγγέλματα που χάθηκαν, βιοπαλαιστές με σκαμμένα πρόσωπα, μαθητές με μπλε ποδιές και σημαιάκια, παλιά λεωφορεία σε σκονισμένους δρόμους…

 

Ο ΜακΚέιμπ δεν στάθηκε στο στερεότυπο της κλασικής αρχαιότητας, όπως πολλοί προκάτοχοί του. Με αυθορμητισμό ανέδειξε ένα κομμάτι της Ελλάδας που χάθηκε στις δεκαετίες του ’50 και του ’60. «Μπορεί την εποχή που τράβηξε αυτές τις φωτογραφίες να μην ήξερε λέξη ελληνική. Ομως, ποιος δεν μπορεί να ακούσει τους διαλόγους με τα πρόσωπα που αποτύπωσε με τον φακό του», σημειώνει η Δέσποινα Ζερνιώτη, διευθύντρια του Μουσείου Ασιατικής Τέχνης Κέρκυρας, στον κατάλογο της έκθεσης, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Πατάκη».

 

«Τα πρόσωπα αφήνονται στον ίδιο τον Ρόμπερτ ΜακΚέιμπ. Σαν από ένστικτο τον εμπιστεύονται προσωπικά. Γι' αυτό του χαρίζουν πάντα το αυθόρμητο χαμόγελό τους. Τα παιδιά, οι μαθητές, οι αγρότες, οι ναυτικοί, οι νοικοκυρές τού δίνουν έτσι ένα μέρος της ψυχής τους. Μπορούμε ίσως ανάμεσά τους να «δούμε» και να «θυμηθούμε» ο καθένας μας κάποια αγαπημένα μας πρόσωπα που έφυγαν και δεν είναι πια ανάμεσά μας».

 

Γεννημένος πριν από 78 χρόνια στο Σικάγο, ο ΜακΚέιμπ μετακόμισε με την οικογένειά του στη Νέα Υόρκη όταν ο πατέρας του έγινε εκδότης της «Daily Mirror». Πριν κλείσει τα πέντε με μια μηχανή Kodak Baby Brownie αρχίζει να φωτογραφίζει γεγονότα και σκηνές που κρίνει ότι θα βγάλουν είδηση, όπως τυφώνες και ατυχήματα.

 

Σύντομα διαμορφώνει στο υπόγειο του σπιτιού του έναν σκοτεινό θάλαμο και αναλαμβάνει αποστολές μαζί με τους φωτογράφους της εφημερίδας. Φοιτά στο U.S. Camera Annual, ενώ στα μέσα της δεκαετίας του ’50 ανακαλύπτει φωτογραφικά την Ευρώπη με βασικό σταθμό τη χώρα μας.

 

Εχει εκδώσει λευκώματα για την Κούβα, την Ανταρκτική, το Ramble in Central Park της Νέας Υόρκης, ωστόσο η Ελλάδα παραμένει η επίσημη αγαπημένη του. Γι' αυτόν η δεκαετία του ’50 ήταν εποχή ανεμελιάς και η Ελλάδα ένας παράδεισος. «Τότε οι άνθρωποι ήταν φιλόξενοι, ανοιχτοχέρηδες και όχι κερδοσκόποι. Σήμερα έχουν γίνει απόμακροι και επιφυλακτικοί και εκμεταλλεύονται αλόγιστα τον τουρισμό, χωρίς να σκεφτούν ότι πληρώνουν το τίμημα».

 

Scroll to top