Εκθεση στην γκαλερί «Citronne» του Πόρου
Ο Τάσος Μαντζαβίνος και ο Κώστας Παπανικολάου, φίλοι από τα νεανικά τους χρόνια, ενώνουν τα έργα τους στον ίδιο χώρο. Ακόμα και κοινούς πίνακες συνυπογράφουν. Τι τους οδήγησε σ’ αυτή τη συνεργασία;
Της Μαριαλένας Σπυροπούλου
Ο Τάσος Μαντζαβίνος και ο Κώστας Παπανικολάου μετρούν τριάντα χρόνια φιλίας και επαγγελματικής συναναστροφής. Η κοινή τους πορεία πρέπει να μετράει ενώσεις αλλά και συγκρούσεις, δημιουργικές, καλλιτεχνικές, αλλά και φιλικές. Η εμπιστοσύνη του ενός για την τέχνη του άλλου τούς οδήγησε στο να δημιουργήσουν και κοινά έργα, αφήνοντας ο ένας το πινέλο του άλλου να προσθέσει τη δική του εσωτερική ματιά. Κι όμως. Βλέποντας αρχικά τα έργα των δύο συνομήλικων καταξιωμένων καλλιτεχνών, έχεις την αίσθηση ότι δεν έχουν τίποτα κοινό. Η ψυχρότητα και η παραστατική ειρωνεία του Παπανικολάου έρχεται σε αντίθεση με τον μυστικισμό και το σκοτεινό πάθος του Μαντζαβίνου. Εντούτοις, αυτή η έκθεση, που φιλοξενείται στην γκαλερί του Πόρου «Citronne» μέχρι το τέλος Ιουλίου, φιλοδοξεί να συνεχίσει τη σχέση που προϋπάρχει και ίσως να ανοίξει και νέο δημιουργικό διάλογο ανάμεσα σε αυτούς τους δύο ζωγράφους με αφορμή ένα κοινό θέμα: τη θάλασσα.
• Πώς γνωριστήκατε;
Κ. Παπανικολάου: «Διεκδικούσαμε την ίδια γκόμενα κάποτε».
Τ. Μαντζαβίνος: «Ημασταν φίλοι πριν μπούμε στη σχολή».
Κ. Π.: «Από τα φροντιστήρια γνωριζόμαστε. Και τότε είχαμε διάφορα σπίτια που μέναμε στα Εξάρχεια και εκθέταμε πειραματικά ό,τι ζωγραφίζαμε. Φυσικά η γνωριμία δεν έγινε για την ομορφιά του Μαντζαβίνου, αλλά για τον τρόπο που ζωγράφιζε. Νομίζω ότι εκείνος για τον ίδιο λόγο με έκανε παρέα. Αυτό αποδεικνύεται και από τα χρόνια».
• Ποιες ήταν οι πρώτες επιρροές για την τέχνη σας;
Τ. Μ.: «Ο Κάφκα με έχει επηρεάσει πάρα πολύ. Εγώ ήμουν πιο εσωστρεφής. Ημασταν φίλοι, αλλά ήμασταν και τελείως διαφορετικοί».
Κ. Π.: «Εγώ ήμουν πιο εξωστρεφής. Και εκείνη την περίοδο των Εξαρχείων ένιωθα σαν να άνοιξε το “τρίτο μάτι”. Τώρα που το σκέφτομαι, ήταν σαν να βρέθηκα στη Γη της Επαγγελίας, διότι, για τα δικά μου οικογενειακά δεδομένα, ήταν αδιανόητο ότι θα γίνω ζωγράφος ή θα ζω από την τέχνη μου».
• Και τα κοινά σας;
Τ. Μ.: «Μας ενώνει με έναν τρόπο η σχέση που έχει ο καθένας μας με το φως. Οχι με τη νατουραλιστική έννοια, το εσωτερικό φως, το μεταφυσικό. Και παρόλο που πολλοί βλέπουν στα έργα μου σκιές, δεν είναι σκιές. Υπάρχει κλιμακωτή η έννοια του φωτός. Ξεκινώ από το πολύ σκοτάδι και φτάνω στο φως. Γι’ αυτό δεν υπάρχει απαισιοδοξία στα έργα μου, ακόμα και στο σκοτάδι υπάρχει η υποψία του φωτός. Για μένα όλη η ζωγραφική μου είναι η καταιγίδα που έρχεται, η καταιγίδα που φεύγει. Ασυνείδητα δεν έχω εγκαταλείψει το φως μέσα μου, γιατί τότε θα ήμουν τελείως ανίκανος να ζωγραφίζω».
Κ. Π.: «Εγώ θα ήθελα να τοποθετώ το φως όσο πιο αδιαμεσολάβητο γίνεται. Ως προς την αίσθηση. Δεν είναι το θέμα το έργο, τι παριστάνει δηλαδή. Αλλά αυτό που με αφορά είναι η ωμότητά του».
Τ. Μ.: «Τα έργα του Κώστα έχουν ένα φως που σε γδύνει. Ενα κατακρημνώδες φως. Νιώθω ότι αυτομαστιγώνεται. Ή ότι σε βάζει κάποιος τιμωρία να κάτσεις στον ήλιο πέντε ώρες».
• Από το πειραματικό και το όνειρο έχετε φτάσει στην αναγνώριση. Τι πορεία μεσολάβησε;
Τ. Μ.: «Εγώ κυνήγησα τη δουλειά μου μόνο ως ζωγράφος. Δεν κυνήγησα κανενός είδους καταξίωση, ούτε παρέες, ούτε κλίκες. Νομίζω ότι με χαρακτηρίζει ένα νευρικό σύστημα ιδιαίτερα δυνατό, ή αλλιώς σθένος θα μπορούσα να το πω».
Κ. Π.: «Και εγώ δεν διεκδίκησα συγκεκριμένη τιμή για τα έργα μου. Ετυχε από τα συμφραζόμενα να μπουν οι τιμές και με αυτές να πορευτούν τα έργα, έκθεση με την έκθεση, χρονιά με τη χρονιά. Πιστεύω πλέον ότι δεν “πουλήσαμε” φτηνά αυτό που είχαμε, πες το δώρο, πες το ικανότητα».
Τ. Μ.: «Δεν βάλαμε τιμές, απλώς δεν κάναμε υποχωρήσεις. Δεν κάναμε πίσω στις ιδέες».
• Και η καταξίωση ή η αναγνώριση πώς βιώθηκε;
Τ. Μ.: «Είναι μεγάλη παγίδα για τον καλλιτέχνη. Εγώ ποτέ δεν είπα μέσα μου “έφτασα”».
Κ. Π.: «Με τα χρόνια νομίζεις ότι το έχεις το καλό χέρι και ό,τι θα δημιουργείται από αυτό θα είναι καλό. Αλλά η ζωγραφική δεν γίνεται με το χέρι. Η ζωγραφική γίνεται με το μυαλό».
Τ. Μ.: «Εγώ ζωγραφίζω με την ψυχή».
• Το θέμα στην έκθεση είναι η θάλασσα. Τι σημαίνει θάλασσα για τον καθένα;
Κ. Π.: «Εγώ είδα μεγάλος θάλασσα και έμαθα μεγάλος να κολυμπώ. Η θάλασσα αφορά και τη μεταξύ μας συναναστροφή. Βέβαια, επειδή ήρθα μεγάλος σε επαφή με τη θάλασσα, κάτι έπαθα. Τα μεγέθη με ξεπερνούσαν, με περικύκλωνε από παντού σε σχέση με τη ζωγραφική δωματίου. Και από την άλλη, συνειδητοποίησα ότι το θέμα “θάλασσα” είναι ταλαιπωρημένο, τουριστικό, χιλιοειπωμένο. Μάλλον ήθελα να τα “ξανακάνω μπάνιο” αυτά τα θέματα, να τα ξαναχτενίσω, να τους βγάλω το φολκλόρ. Αλλά ίσως και να τα καταστρέψω. Γιατί ήταν εμετικό το ωραίο στην κυρίαρχη αισθητική. Και αυτά τα έργα που μένουν είναι τα αποφάγια από την τελετή. Τονίζουν την ανεπάρκειά μου».
Τ. Μ.: «Ο Κώστας είπε τη μαγική λέξη “περικυκλώνω”. Παγίδευση. Είναι σαν ασφυξία. Στη θάλασσα υπάρχει ένας πνιγμός. Η θάλασσα για εκείνον ενώνει, για εμένα χωρίζει».
INFO: Γκαλερί «Citronne», Παραλία Πόρου. Διάρκεια μέχρι 24 Ιουλίου.