Pin It

Της Αρτέμιδος Σπηλιώτη

 

Βαθύτερη θα είναι η ύφεση της ελληνικής οικονομίας από αυτή που έχει προβλεφθεί σύμφωνα με τις νεότερες εκτιμήσεις του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών που επιρρίπτει ευθύνες στο πολιτικό σύστημα.

 

Ειδικότερα, στην τετραμηνιαία έκθεσή του το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι το ΑΕΠ θα συρρικνωθεί το 2013 κατά 4,8%-5%, όταν στην προηγούμενη έκθεση γινόταν λόγος για ύφεση 4,6%, όπως άλλωστε υπολογίζει και η Τράπεζα της Ελλάδας, ενώ η Ε.Ε και το ΔΝΤ εκτιμούν ότι θα είναι 4,2%.

 

Αντίθετα, ελαφρά πιο αισιόδοξη είναι η πρόβλεψη για την ανεργία καθώς το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι θα «κλείσει» στο 27,3% έναντι 27,8%

 

Οι θετικές εξελίξεις στο δημοσιονομικό έλλειμμα, στο εξωτερικό ισοζύγιο και στην ανταγωνιστικότητα είναι αδιαμφισβήτητες και έχουν απομακρύνει τον κίνδυνο «ξαφνικού θανάτου», σημειώνει το ΙΟΒΕ, ωστόσο υπογραμμίζει ότι η θετική αυτή προσαρμογή προέκυψε κυρίως με αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης, ιδίως για τους συνεπείς φορολογούμενους, και με οριζόντια μείωση των δημόσιων δαπανών.

 

«Αντίθετα, με κοινή ευθύνη του ελληνικού πολιτικού συστήματος και της τρόικας που εκπροσωπεί τους εταίρους και πιστωτές, οι δομικές μεταρρυθμίσεις δεν προωθήθηκαν συνολικά με τη συνέπεια και την έμφαση που χρειάζονταν», αναφέρεται στην έκθεση. Σε ό,τι αφορά την αύξηση της ύφεσης το Ινστιτούτο τη «χρεώνει» εν μέρει σε επιμέρους διαταραχές, οικονομικές ή πολιτικές που κατά διαστήματα αναζωπυρώνουν την αβεβαιότητα ως προς την επιτυχή εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής (σε συνάρτηση και με τις περιοδικές διαπραγματεύσεις με την τρόικα) και σε αμφιβολίες ως προς τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.

 

Επιπρόσθετα, «τις αναπτυξιακές προοπτικές στην Ελλάδα επίσης επιβαρύνει η παρατηρούμενη επιβράδυνση της ανάπτυξης διεθνώς, ιδίως σε χώρες που αποτελούν βασικούς εμπορικούς εταίρους. Φυσικό επακόλουθο είναι και η συνεχιζόμενη αύξηση της ανεργίας, έστω και με μειούμενο ρυθμό. Σε κάθε περίπτωση όμως, η συνεχιζόμενη ύφεση εκφράζει κυρίως τη συνεχιζόμενη μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης – έστω και με επιβραδυνόμενο ρυθμό – λόγω της κλιμακούμενης μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος και της αύξησης της ανεργίας, τη μείωση των δημόσιων δαπανών και το αναιμικό επίπεδο των επενδύσεων», υπογραμμίζουν οι αναλυτές του ΙΟΒΕ.

 

Η προσαρμογή που έχει γίνει από την έναρξη της κρίσης χαρακτηρίζεται από το Ινστιτούτο ως αξιοσημείωτη και επιτεύχθηκε παρά το γεγονός ότι θεωρούνταν αδύνατη από πολλούς παράγοντες της πολιτικής και οικονομικής ζωής.

 

Παρ’ όλα αυτά η ελληνική οικονομία βρίσκεται και πάλι σε σημείο καμπής, καθώς δεν έχει ακόμα εμπεδωθεί η δυναμικών δομικών μεταρρυθμίσεων που θα σηματοδοτούσαν συνολικά και χωρίς αμφιβολίες μια νέα πορεία ανάπτυξης. Ετσι, η δημοσιονομική εξυγίανση και η αύξηση της ανταγωνιστικότητας δεν έχουν συνοδευτεί από την επιτυχή εφαρμογή ενός μεταρρυθμιστικού προγράμματος με δομικά χαρακτηριστικά.

 

Αντίθετα, σε κομβικούς τομείς παρατηρείται καθυστέρηση, αμφιθυμία ή αδυναμία για ουσιαστικές αλλαγές και οι όποιες επιμέρους θετικές εξελίξεις γίνονται με καθυστέρηση, αποσπασματικά, και άρα με πολύ υψηλό κόστος.

 

Η πίεση που ασκούν ομαδικά συμφέροντα αποδεικνύεται ισχυρή τροχοπέδη, αλλού κυριαρχεί η πολιτική και η οικονομική επικαιρότητα (η εκάστοτε στρατηγική της «επόμενης δόσης») χωρίς περιθώριο και ενέργεια για μεσοπρόθεσμο σχεδιασμό.

 

Επί ρεαλιστικής βάσης, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ ο πλήρης μετασχηματισμός μιας οικονομίας δεν μπορεί να γίνει σε τρία ή τέσσερα χρόνια – χρειάζεται μια δεκαετία – ωστόσο θα έπρεπε να έχουν γίνει πολύ περισσότερα αποφασιστικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση ώστε να σηματοδοτηθεί με σαφήνεια και η μελλοντική πορεία.

 

Αντίθετα, δημιουργείται η εντύπωση ότι το πολιτικό σύστημα, οι εξωτερικοί εταίροι αλλά και μεγάλα τμήματα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας αποδέχονται ευκολότερα τη λύση της προσαρμογής μέσω της βαθιάς ύφεσης και όχι τις ενεργές πολιτικές που θα απαλείψουν τις βασικές παθογένειες της οικονομίας.

 

 

Scroll to top