Της Ελλης Πάνου
Με την αμερικανική οικονομία να ισορροπεί από το δυσθεώρητο ύψος του 1 τρισ. δολαρίων στο χείλος ενός δημοσιονομικού γκρεμού, Λευκός Οίκος και Κογκρέσο έχουν λιγότερο από τρεις εβδομάδες στη διάθεσή τους για να αποτρέψουν το μοιραίο βήμα στο κενό, που οι ίδιοι δημιούργησαν, το 2011, λόγω της αδυναμίας τους να συμφωνήσουν για την κατάργηση των φοροαπαλλαγών για τα υψηλά εισοδήματα της προεδρίας Μπους και τη λήψη αντίστοιχων μέτρων για την αναπλήρωση των χαμένων κονδυλίων.
Το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις, πέρσι τέτοια εποχή, οδήγησε σε ψυχαναγκαστική, δεσμευτική απόφαση: εάν οι δυο πλευρές δεν συμφωνήσουν στη φορολογία των εισοδημάτων μέσα στο τρέχον έτος, 1,2 τρισ. δολάρια σε δαπάνες πρέπει να περικοπούν σταδιακά, μέσα στα επόμενα εννέα χρόνια, αρχής γενομένης από τον Ιανουάριο του 2013.
Με αναλυτές και οικονομολόγους να προειδοποιούν ότι μια τέτοια κίνηση, ειδικά αυτή την περίοδο, θα βάλει φρένο στην πολύ εύθραυστη ανάπτυξη, ο χρόνος ήδη μετρά αντίστροφα και Λευκός Οίκος και Κογκρέσο άρχισαν πάλι ένα sprint για να τερματίσουν εγκαίρως, δηλαδή το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου.
Ετσι, «αιφνιδίως» και «απρογραμμάτιστα», οι δυο βασικοί παίκτες αυτής της αντιπαράθεσης, ο Μπαράκ Ομπάμα και ο κορυφαίος εκ των πολιτικών αντιπάλων του, ο πρόεδρος της Βουλής, Ρεπουμπλικανός Τζον Μπένερ, συναντήθηκαν στον Λευκό Οίκο, χωρίς όπως φαίνεται συγκεκριμένο αποτέλεσμα, την ώρα που στο Κογκρέσο εξακολουθεί να βασιλεύει η καχυποψία για τις προθέσεις εκατέρωθεν, σ' ό,τι αφορά τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος και των κοινωνικών παροχών που πρέπει να γίνουν για να αποτραπεί η κρίση.
Οι μεν Δημοκρατικοί υποψιάζονται ότι οι Ρεπουμπλικανοί έχουν κρυφή ατζέντα και στοχεύουν στη «σφαγή» κι όχι στην περικοπή των επιδομάτων, δηλαδή ότι στην ουσία επιδιώκουν να καταργήσουν το δίχτυ κοινωνικής προστασίας.
Ενώ οι Ρεπουμπλικανοί, από την άλλη, πιστεύουν ότι οι Δημοκρατικοί ροκανίζουν σκόπιμα τον χρόνο, για να χρεώσουν σε αυτούς την αποτυχία, αφού «δεν έχουν καμία πρόθεση, ούτε να περικόψουν δαπάνες ούτε να αλλάξουν το σύστημα των κοινωνικών επιδομάτων».
Στη συζήτηση παρενέβη και η Κριστίν Λαγκάρντ, χαρακτηρίζοντας αυτόν τον δημοσιονομικό γκρεμό σαν τη μεγαλύτερη απειλή για την αμερικανική οικονομία.
Ωστόσο αναλυτές επισημαίνουν κι άλλον έναν κίνδυνο -ενδεχομένως- πιο σοβαρό, που ελλοχεύει στη γωνία: στα τέλη του χρόνου οι ΗΠΑ θα έχουν πιάσει το τρέχον επιτρεπόμενο όριο του δημόσιου χρέους -περίπου 16,4 τρισ.- και εάν δεν υπάρξει νέα συμφωνία για αύξηση αυτού του ορίου τότε διακινδυνεύει μια νέα υποβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας, όπως το 2011 που έχασε το τριπλό «Α» της από τη Standard & Poor’s.
Για τους Ρεπουμπλικανούς αυτή θα είναι άλλη μια καλή ευκαιρία να βελτιώσουν τη διαπραγματευτική τους ισχύ και να «υποχρεώσουν» τον Λευκό Οίκο σε τακτική υποχώρηση.