23/07/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

To τρένο πάει ακόμα στη Χαλκίδα

      Pin It

Της Αννας Δαμιανίδη

 

Ηταν μια μικρή παρηγοριά το ταξιδάκι, μετά τον γύρο της Πελοποννήσου και το πέρασμα από τόσους και τόσους άχρηστους πια σταθμούς. Τόση υποδομή παρατημένη στο έλεος, τόσες προσπάθειες και φιλοδοξίες μάταιες, τόσο χρήμα χαμένο, τόσα ωραία κτίρια σταθμών που ερειπώνονται, ταξίδια που δεν γίνονται, γραμμές που καταπατούνται και κλέβονται, τόση θλίψη και απογοήτευση. Ασε πια οι συγκρίσεις με άλλες χώρες, καλύτερα να αποφεύγονται. Κατόπιν όλων αυτών, ένα αλέ-ρετούρ στη Χαλκίδα το είδα ψυχοθεραπευτικά. Εχει τρένο κάθε μία ώρα, και πάει σχετικά γρήγορα. Αλλά μην το δέσετε και κόμπο, μας είπε μια πρόσχαρη κοπέλα που καθόταν απέναντι στο πρωινό ταξίδι.

 

Περνούσε το βαγόνι ανάμεσα σε πανέμορφους λόφους, κοντεύαμε να ξεχαστούμε στην ευτυχία ενός κανονικού ρυθμού, κι άρχισε η νεαρή να μας λέει ότι κάθε τόσο σταματά το τρένο και περιμένει είκοσι λεπτά σε μια ερημιά, κι αν δεν διαμαρτυρηθεί κανείς, περιμένει και περιμένει. Κι εκείνη, λέει, βάζει πάντα μια φωνή στους οδηγούς και μόνο τότε το τρένο ξεκινάει.

 

Δεν την πιστέψαμε φυσικά. Το τρένο πήγε γραμμή στη Χαλκίδα, σταμάτησε μόνο στις στάσεις, πουθενά αλλού. Τι μυθομανείς που είναι μερικοί, πόσο τους αρέσει να κάνουν τους έξυπνους. Φτάσαμε ωραία και καλά, καμιά καθυστέρηση, επεράσαμ' όμορφα κι εκείνη τη φορά, και το βράδυ ξανά στο τρένο, πετύχαμε κι ένα βαγόνι του προαστιακού που έγραφε ότι πάει σε κάποια άγνωστα μέρη, αλλά δεν δώσαμε σημασία. Πού θα πήγαινε; Στην Αθήνα θα κατέληγε.

 

Αυτή τη φορά είχε λίγο κόσμο και κάπως παράξενο, κορίτσια με λαμέ, αγόρια εξαντλημένα με μάτι γυαλιστερό, αδύνατα και μυτερά πλάσματα γεμάτα τατουάζ και πίρσινγκ. Κάποια στιγμή σταμάτησε πριν από ένα σταθμό. Πέρασε ένα τέταρτο, είχαμε αρχίσει να θυμόμαστε την ιστορία της νεαρής. Εχει γούστο να περιμένουν κάποιον να βάλει τις φωνές για να φύγουν. Και ποιος θα το έκανε; Ημασταν όλοι εξαντλημένοι.

 

Περνούσε η ώρα, κάποια στιγμή μας προσπέρασε ένα άλλο τρένο, άντε αυτό θα ήταν, τώρα θα φύγουμε, είπαμε. Δεν φεύγαμε όμως. Μετά από κάνα μισάωρο, λέω θα πάω εγώ να ρωτήσω τουλάχιστον, δεν ξέρω αν θα καταφέρω να βάλω φωνή, θα δούμε. Στο σκοτάδι φαινόταν ένας σιδηροδρομικός καθισμένος σε μια πλαστική πολυθρόνα, έγερνε πίσω να χαλαρώσει. Και μόνο η στολή τους μου προκαλούσε τόση συμπάθεια κάποτε, πού να ήξερα; Νόμιζα ότι είναι αδικημένοι εργαζόμενοι που κρατάνε τον σιδηρόδρομο να λειτουργεί με νύχια και με δόντια. Τόσο άσχετη, λέγομαι και δημοσιογράφος. Κι ακόμα μου προκαλεί συμπάθεια και σεβασμό η γαλάζια στολή. Δίσταζα, τελικά πήρα βαθιά ανάσα και ρώτησα δυνατά, ν' ακουστώ κιόλας απέναντι: «Συμβαίνει κάτι;»

 

«Περιμένουμε αυτό που πέρασε να πάρει απόσταση» μου απάντησε από την καρέκλα ο γαλαζοφορεμένος χωρίς να σηκωθεί.

 

Σε δυο λεπτά το τρένο ξεκίνησε. Κοιταχτήκαμε με απορία. Μα να είχε δίκιο εκείνη η χαζοχαρούμενη; Και πίσω μας οι λούμπεν τύποι ν' αρχίσουν να λένε:

 

«Μωρέ δεν θα το πάρουν οι Κινέζοι το τρένο, να μάθετε να θέλετε κι υπερωρίες, να μας παιδεύετε κάθε φορά; Θα το πάρουν, πού θα πάει; Και τότε θα δεις τι υπερωρίες πληρώνουν οι Κινέζοι!»

 

Για δες που απόκτησαν άποψη και οι λούμπεν, και ξέρουν και τους Κινέζους!

 

 

Scroll to top