ΓΕΡΜΑΝΙΑ Η Μέρκελ, παρότι προηγείται στα γκάλοπ με 16-19 μονάδες, μπορεί να «πέσει» στην ανάγκη των Σοσιαλδημοκρατών για να σχηματίσει κυβέρνηση, ενώ απρόβλεπτος ήταν ο πονοκέφαλος που της προκαλούν οι αποκαλύψεις του Σνόουντεν
Της Ελλης Πάνου
Οι κάλπες στη Γερμανία ανοίγουν σε δύο μήνες, αλλά για πολλούς αναλυτές το τελευταίο κεφάλαιο αυτών των εκλογών έχει ήδη γραφτεί. Ακόμη μία νίκη της Ανγκελα Μέρκελ θεωρείται βέβαιη και στην τρίτη της θητεία -πιστεύουν οι περισσότεροι- θα γίνουν ελάχιστες ή καμία μεγάλη αλλαγή στη γερμανική πολιτική.
Ολα τα σενάρια και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τους συντηρητικούς Χριστιανοδημοκράτες (CDU) να έχουν ένα υγιές προβάδισμα 16-19 μονάδων από το δεύτερο κόμμα, τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD). Και πιθανώς να είναι εφικτή μια ανανέωση της συμμαχίας του CDU με τους νυν συμμάχους τους, αφού οι Φιλελεύθεροι (FDP) του Φίλιπ Ρέσλερ φλερτάρουν με την είσοδό τους στο Κοινοβούλιο, με το ποσοστό τους τον τελευταίο μήνα να κυμαίνεται από 4%-6%.
Εκβιαστικό ενδεχόμενο
Σε διαφορετική περίπτωση, ωστόσο, εάν δεν υπάρξει δηλαδή κυβερνητική πλειοψηφία με το FPD, τότε το αποτέλεσμα θα είναι πολύ πιο περιπετειώδες. Αυτό το σενάριο προβλέπει ότι η Ανγκελα Μέρκελ θα κληθεί να πληρώσει το τίμημα της συγκυβέρνησης -πιθανότατα με τους Σοσιαλδημοκράτες- υποχωρώντας στους εκβιαστικούς όρους που θα θέσουν οι νυν αντίπαλοί της, προκειμένου να μείνει στην καγκελαρία.
Και σε αυτή την περίπτωση η έξοδος της «μητερούλας» από την πολιτική σκηνή δεν πρέπει ενδεχομένως να θεωρείται τελείως απίθανη. «Εάν από τις εκλογές δεν προκύψει ούτε κεντροδεξιά ούτε κεντροαριστερή πλειοψηφία, πράγμα το οποίο είναι πολύ πιθανό», έγραψε ο Χέρμπερτ Πραντλ στο κεντρικό άρθρο της Suddeutsche Zeitung, «τότε θα γίνουμε μάρτυρες της πιο δύσκολης, παρατεταμένης και δραματικής διαπραγμάτευσης στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Γερμανίας. Και η καγκελάριος δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα είναι η κερδισμένη της υπόθεσης».
Οι συντηρητικοί της Μέρκελ, και στην τελευταία δημοσκόπηση που δημοσίευσε η εφημερίδα Bild την Κυριακή, είναι σταθερά μπροστά, στο 40%. Οι Σοσιαλδημοκράτες έπονται με 25%, οι Πράσινοι με 13% και οι Φιλελεύθεροι, από τους τελευταίους, με 6%, συντηρούν το θρίλερ της επόμενης ημέρας. Εάν η Μέρκελ με το FPD δεν έχει πλειοψηφία, τότε το πιθανότερο είναι να στραφεί, όπως και στην πρώτη της θητεία το 2005, για ένα «μεγάλο συνασπισμό» με το SPD. Μόνο που αυτήν τη φορά τα πράγματα είναι διαφορετικά.
Οι Σοσιαλδημοκράτες δηλώνουν αποφασισμένοι να αποφύγουν πάση θυσία συγκυβέρνηση με τη Μέρκελ. Το κόμμα τους ακόμα στοιχειώνει η προηγούμενη «συμβίωση« μαζί της, όταν η καγκελάριος «έκλεψε» πολλές από τις πολιτικές τους θέσεις, καλόπιασε τους ψηφοφόρους τους και οδήγησε τελικά τους Σοσιαλδημοκράτες, τέσσερα χρόνια μετά, στο χειρότερο τους εκλογικό αποτέλεσμα μεταπολεμικά. Στελέχη του κόμματος ορκίζονται ότι θα εμποδίσουν μια επανάληψη αυτής της τραγωδίας στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, υποστηρίζοντας στο Reuters ότι «πολλοί στο SPD θα προτιμούσαν να δουν μια συμμαχία της Μέρκελ με τους Πράσινους παρά να εμπλακούν σε άλλον ένα μεγάλο συνασπισμό».
Η ίδια η καγκελάριος παίρνει θέση μάχης. Εταξε ομοσπονδιακή βοήθεια στους πληγέντες των πρόσφατων πλημμυρών και απέκλεισε «οποιαδήποτε αύξηση φόρων», σε συνέντευξή της που ανέβηκε στην ιστοσελίδα του κόμματός της. Τα θέματα που απασχολούν τους ψηφοφόρους, είπε η Μέρκελ, είναι «ένα σταθερό ευρώ, δουλειές για όλους, εάν είναι δυνατόν, και μια δυνατή οικονομία». Περίπου το ίδιο μήνυμα αναμένεται να μεταφέρει και στις 56 προγραμματισμένες προεκλογικές εμφανίσεις της από τις 14 Αυγούστου μέχρι την ημέρα των εκλογών, ποντάροντας στην καλή πορεία της γερμανικής οικονομίας και στην επίφαση της σταθερότητα στην ευρωζώνη, λόγω της επιβεβλημένης από το Βερολίνο αναστολής όλων των μεγάλων αποφάσεων για την… επόμενη θητεία της.
Το «αγκάθι» Σνόουντεν
Το προεκλογικό… εμπόδιο που δεν είχε προβλέψει έχει ονοματεπώνυμο: Εντουαρντ Σνόουντεν. Το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων από την αμερικανική Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας (NSA), που δημοσιοποίησε ο πρώην τεχνικός των υπηρεσιών πληροφοριών, συμπαρέσυρε τελικά το Βερολίνο σε μια δίνη αποκαλύψεων. Η Μέρκελ προσπάθησε στην αρχή να τηρήσει αποστάσεις, μετά εμφανίστηκε «οργισμένη» με την Ουάσινγκτον και τέλος ακολούθησε την τακτική της σιωπής, την ώρα που τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης παρουσίαζαν απόρρητα έγγραφα και έθεταν σκληρά ερωτήματα.
Στο τελευταίο του τεύχος, για παράδειγμα, το Spiegel υποστηρίζει ότι το Βερολίνο όχι μόνο ήξερε, αλλά πράκτορες των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών και του υπουργείου Εσωτερικών εκπαιδεύτηκαν στο αρχηγείο της NSA στο Μέριλαντ και χρησιμοποίησαν «δοκιμαστικά» το κατασκοπευτικό λογισμικό των Αμερικανών. Δραττόμενοι της ευκαιρίας, οι Σοσιαλδημοκράτες αντεπιτέθηκαν. «Το πιο ανησυχητικό από όλα», δήλωσε ο υποψήφιός τους, Πέερ Στάινμπρουκ, «είναι ότι η κυβέρνηση της κ. Μέρκελ φαίνεται ότι έχει ερμηνεύσει πολύ ευέλικτα τον νόμο για τις παρακολουθήσεις Γερμανών πολιτών, προκειμένου να διευκολύνει τη χορήγηση πληροφοριών σε ξένες υπηρεσίες. Το θέμα αφορά τις βασικές αρχές της δημοκρατίας και του Συντάγματός μας».
Η κυβέρνηση θα πρέπει τώρα να εξηγήσει τι ακριβώς γνωρίζει για την υπόθεση, εκτιμά το Spiegel, αφού ο ισχυρισμός της ότι έμαθε για την υπόθεση από τον Τύπο πλέον δεν είναι καθόλου αξιόπιστος.
«Δεδομένου ότι η καγκελαρία έχει την ευθύνη και την εποπτεία των υπηρεσιών πληροφοριών», σημειώνει το γερμανικό περιοδικό, «οι συνεχείς αποκαλύψεις εγείρουν, προεκλογικά, επικίνδυνα ζητήματα τόσο για τη Μέρκελ όσο και για τον επιτελάρχη της και συντονιστή της στα θέματα πληροφοριών, Ρόναλντ Ποφάλα».