15/12/12 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ANOIXTA Χαριστική βολή στους μικρομεσαίους

Μονομαχία για τις Κυριακές Του Βασίλη Κορκίδη* Στη δυσμενή συγκυρία της κρίσης όπου το σύνολο της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας βάλλεται πανταχόθεν, ανακοινώθηκαν πρωτοφανείς ρυθμίσεις για το άνοιγμα των εμπορικών καταστημάτων κάτω των 250 τ.μ. όλες τις Κυριακές. Η απόφαση αυτή «σπρώχνει στο κενό» τη μικρομεσαία εμπορική.
      Pin It

Μονομαχία για τις Κυριακές

 

Του Βασίλη Κορκίδη*

 

Στη δυσμενή συγκυρία της κρίσης όπου το σύνολο της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας βάλλεται πανταχόθεν, ανακοινώθηκαν πρωτοφανείς ρυθμίσεις για το άνοιγμα των εμπορικών καταστημάτων κάτω των 250 τ.μ. όλες τις Κυριακές. Η απόφαση αυτή «σπρώχνει στο κενό» τη μικρομεσαία εμπορική επιχείρηση που προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κρατηθεί ζωντανή μέσα στην κρίση.

 

Πρόκειται για μια πολιτική επιλογή η οποία, ενώ φαινομενικά προωθεί τα συμφέροντα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, στην πραγματικότητα τα προσβάλλει βάναυσα και οδηγεί την ελληνική αγορά σε καταστάσεις και συνθήκες «ζούγκλας». Για τον εμπορικό κόσμο της χώρας μια τέτοια απόφαση θα είναι η χαριστική βολή στις κεντρικές, περιφερειακές και συνοικιακές αγορές σε όλη την Ελλάδα και θα φέρει το παραδοσιακό εμπόριο της χώρας κοντά στον μαρασμό και την απαξίωση.

 

Δυστυχώς όλα αυτά που υποστηρίζουμε δεν είναι αυθαίρετες υποθέσεις, αλλά η συμπύκνωση της μακρόχρονης εμπειρίας μας στον καθημερινό αγώνα για οικονομική επιβίωση. Το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές -ειδικά σε μια περίοδο βαθιάς και αδυσώπητης ύφεσης– όχι μόνο δεν θα αυξήσει τον τζίρο των εμπορικών επιχειρήσεων, αλλά θα τον αναδιανείμει προς όφελος εκείνων των επιχειρήσεων οι οποίες θα διαθέτουν τη ρευστότητα για να απορροφήσουν το αυξημένο κόστος της λειτουργίας την Κυριακή.

 

Ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας θα λειτουργήσει την επιχείρησή του με τεράστιο οικονομικό, προσωπικό και οικογενειακό κόστος, ωστόσο είναι αμφίβολο αν θα μπορέσει να ακολουθήσει τον φρενήρη ρυθμό της λεγόμενης «απελευθέρωσης» της αγοράς. Κατά συνέπεια, θα λειτουργούν μόνο τα «malls» και τα «εκπτωτικά χωριά» (που ως γνωστόν νοικιάζουν χώρους κάτω των 250 τ.μ.) και οι υπόλοιπες εμπορικές αγορές θα είναι αντιμέτωπες με το φάσμα του κλεισίματος.

 

Η θέση της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου πάνω στο ζήτημα του πλαισίου λειτουργίας της αγοράς είναι πάγια και ξεκάθαρη: οι μέρες και οι ώρες λειτουργίας των καταστημάτων, όπως υφίστανται έως σήμερα, καλύπτουν απόλυτα τις ανάγκες εργοδοτών και εργαζομένων, επιχειρηματιών και καταναλωτών.

 

Η αναζωογόνηση της μικρομεσαίας επιχείρησης δεν θα προέλθει από την αλλαγή του ωραρίου. Θα προέλθει από την τελική διαμόρφωση ενός σταθερού και δίκαιου φορολογικού συστήματος. Από την ενίσχυση της ρευστότητας στην αγορά και την πάταξη του παραεμπορίου. Και το κυριότερο, από τη σταδιακή αποδέσμευση της χώρας από τις πολιτικές της λιτότητας, η οποία εκ των πραγμάτων μειώνει το προς κατανάλωση διαθέσιμο εισόδημα. Θα το επαναλάβουμε για μία ακόμη φορά, έστω και εάν φαίνεται να απευθυνόμαστε σε «ώτα μη ακουόντων»: ώρες λειτουργίας υπάρχουν αρκετές, χρήματα δεν υπάρχουν στις τσέπες των καταναλωτών.

 

Οποιοι ανοίγουν τέτοια θέματα, σε τέτοιες περιόδους, θα πρέπει να είναι έτοιμοι για τις κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες των επιλογών τους.

 

Εάν η λειτουργία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων 52 Κυριακές τον χρόνο ήταν για το καλό μας, να είστε σίγουροι ότι θα το θέλαμε πρώτοι εμείς. Οι αντιδράσεις και οι αντιρρήσεις της ΕΣΕΕ, των εμπορικών συλλόγων, των επιχειρηματικών φορέων, των κομμάτων και κυρίως της Εκκλησίας επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές. Η σημερινή κατανάλωση δεν δικαιολογεί τέτοιες προτάσεις και αυτή είναι μια λάθος πρόταση σε λάθος χρόνο.

 

Ο περιορισμός των 250 τ.μ. δεν εξασφαλίζει τα μικρά εμπορικά καταστήματα στα κέντρα των πόλεων, γιατί σύμφωνα με το άρθρο 4 του Συντάγματος περί ίσης μεταχείρισης, ο καθένας που έχει κατάστημα σ’ ένα εμπορικό κέντρο ή εκπτωτικό χωριό θα δικαιωθεί στα ελληνικά δικαστήρια. Επιπλέον, ο καταναλωτής δεν έχει να κερδίσει τίποτε γιατί το κόστος λειτουργίας αυξάνεται δυσανάλογα, η ανταγωνιστικότητα δεν βελτιώνεται και οι τιμές δεν θα μειωθούν.

 

Ενδεικτικά, αναφέρω ότι η επιβάρυνση του εργατικού κόστους είναι επιπλέον 8% για κάθε Κυριακή, δηλαδή περίπου 31% τον μήνα, αφού για τον βασικό μισθό των 865 € εμποροϋπαλλήλου απαιτούνται επιπλέον 270 € τον μήνα. Αντίστοιχα, η κατανάλωση ρεύματος για ένα κατάστημα μέχρι 250 τ.μ. υπολογίζεται στα 600-700 € τον μήνα, που σημαίνει ότι για κάθε Κυριακή η επιβάρυνση είναι 3-5% (25-30 €) και αντίστοιχα 12-15% τον μήνα, δηλαδή περίπου 100 € τον μήνα. Είναι, λοιπόν, φύσει και θέσει αδύνατο να αντέξει οποιαδήποτε μικρομεσαία επιχείρηση να δουλεύει 7 ημέρες την εβδομάδα και 52 Κυριακές τον χρόνο.

 

Στην ΕΣΕΕ δεν έχουμε την πολυτέλεια άστοχων ενεργειών. Κανένας εκσυγχρονιστής δεν θέλει περισσότερο από εμάς το καλύτερο δυνατό για το μέλλον της αγοράς. Εμείς όχι μόνο γνωρίζουμε την αγορά αλλά τη ζούμε καθημερινά και γνωρίζουμε ότι το υπουργείο Ανάπτυξης κάνει ένα τραγικό λάθος, διχάζει την αγορά σε μικρούς και μεγάλους και αγνοεί ότι ο καταναλωτής θέλει όλες τις επιλογές και όλα τα μαγαζιά ανοιχτά.

 

Η ανάπτυξη δεν θα έρθει με την Κυριακή. «Η μάχη της Κυριακής» θα δοθεί με διάλογο και επιχειρήματα από την ΕΣΕΕ και χωρίς συνδικαλιστικό εμφύλιο. Ενημερωτικά, λέμε ότι η καλύτερη ημέρα τζίρου της εβδομάδας δεν καλύπτει τα επιπλέον έξοδα της Κυριακής και είναι κρίμα που το άρθρο 6 περί Κυριακών αδικεί έναν κατά τα άλλα καλό νέο Αγορανομικό Κώδικα που περίμενε η αγορά από το 1946.

 

*Πρόεδρος Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου

 

Scroll to top