11/08/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

«Μαύρα μούρα, άσπρα μούρα»

      Pin It

Του Βασίλη Λαδά*

 

Διαβάζοντας ο Δ.Μ. τo προπέρσινο καλοκαίρι τη «Λιγεία» του Λαμπεντούζα (στα ιταλικά βεβαίως) αναδύθηκε από τα λιπαρά της μνήμης του η γεύση των μούρων που έτρωγε παιδί στην αγροικία της κοντέσας μητέρας του στη Ζάκυνθο. Ετσι άρχισε να αναζητά στα μανάβικα μούρα. Επιμόνως. Με το ανοιχτόχρωμο λινό κουστούμι του (φαιό στον καβάλο από το σκατωμένο σώβρακο), πέδιλα και ψαθάκι. Οι μανάβηδες, ευγενείς στην αρχή, του είπαν πως μούρα τέλος, κεντρώθηκαν οι μουριές, ευνουχίστηκαν. Του πρότειναν νεκταρίνια, ακτινίδια, νέες διασταυρώσεις, ο Δ.Μ. ήθελε μούρα. Μέχρι που ένας μανάβης μόλις τον είδε να ξαναπηγαίνει για μούρα τού τραγούδησε το ρεμπέτικο

 

«Μαύρα μούρα, άσπρα μούρα

 

είσαι μια παλιοχαμούρα».

 

Στη «Λιγεία» ο έφηβος ήρωας περνά το καλοκαίρι πλάι σε θάλασσα και περιβόλια τρώγοντας φρούτα μέχρι που μέσα στη λάμψη του ήλιου αναδύεται από τα νερά η Σειρήνα (τι άλλο θα 'θελε ένας έφηβος). Είναι ένα εξαιρετικό διήγημα αλλά, όπως και μυριάδες άλλα ανάλογα αφηγήματα, αντιμετωπίζει τη φύση γραφικά (οριενταλιστικά) ως αποικία των πόλεων και από την απόσταση των πόλεων. Και το καλοκαίρι με τα κλισέ της ξεγνοιασιάς ή της ανίας των αστών στις διακοπές τους. Δεν είναι έτσι. Η φύση επιβάλλει τους κανόνες της ακόμη και στα κλιματιστικά. Οι στατιστικές δείχνουν αύξηση των φόνων το καλοκαίρι, διαζύγια, περισσότερους θανάτους ευπαθών ομάδων. Αύξηση ψυχικών κρίσεων, επιληψιών. Ασφυξίες στα λαθρεμπορικά φορτηγά, λιμούς στις διακεκαυμένες ζώνες και νεύρα, πολλά νεύρα. Οπως του μανάβη, που αντιμετώπισε τον Δ.Μ., που ήθελε μούρα μέσα στον καύσωνα και στην αναδουλειά, όπως ο Καραγκιόζης τον Σιόρ Διονύσιο.

 

……………………………………………………………………………………………………………..

 

*O B. Λαδάς είναι ποιητής και πεζογράφος

 

Scroll to top