Καταργήθηκε το επίδομα των 3.000 λιρών που έδινε η κυβέρνηση
Της Χριστίνας Πάντζου
Πρόσφατη έκθεση της Εθνικής Ενωσης Φοιτητών της Μεγάλης Βρετανίας (NUS) αποκαλύπτει τον αρνητικό αντίκτυπο που έχουν τα πακέτα λιτότητας της κυβέρνησης στη ζωή των γυναικών που σπουδάζουν. Μετά τη δραστική περικοπή των κοινωνικών επιδομάτων, ο επικεφαλής του Εθνικού Ινστιτούτου Διά Βίου Μάθησης, NIACE, περιγράφει την κατάσταση ως «καταστροφική» για μονογονεϊκές οικογένειες με επικεφαλής γυναίκες, που δεν παίρνουν πλέον επιδόματα και των οποίων η πιθανότητα να βγουν στην αγορά εργασίας μέσω εξειδικευμένης εκπαίδευσης εκμηδενίζεται.
Εφεξής, όποιος από τους πρώην δικαιούχους επιδομάτων είναι άνω των 24 ετών και μπαίνει σε πανεπιστήμιο, θα πρέπει να πληρώνει δίδακτρα ή να παίρνει δάνειο για να τα καλύψει. Μέτρο που θα αναγκάσει πολλές γυναίκες με παιδιά που είχαν επιστρέψει στα πανεπιστήμια να σταματήσουν τις σπουδές τους. Πάνω από το 70% όσων παρακολουθούν κύκλους μαθημάτων ανώτερων σπουδών είναι γυναίκες.
Αλλά οι φοιτητές που παρακολουθούν τον πρώτο κύκλο μαθημάτων σε πανεπιστήμια, όπως το Poole College, είδαν το 2013 τα δίδακτρα να αυξάνουν από τις 750 στις 3.750 λίρες, καθώς καταργήθηκε το επίδομα των 3.000 λιρών που έδινε η κυβέρνηση. Πλέον, τα μέσα δίδακτρα για κύκλο σπουδών ανώτερης παιδείας διαμορφώθηκαν στις 8.354 λίρες το 2012-2013.
Είναι ενδεικτικό ότι η κυβέρνηση σκέφτεται να κόψει τη χρηματοδότηση για καλλιτεχνικές και κοινωνικές σπουδές, όπου τα δύο τρίτα των φοιτητών είναι γυναίκες, και να προστατεύσει τους τομείς της τεχνολογίας και της πληροφορικής, όπου τα τέσσερα πέμπτα των φοιτητών είναι άντρες. Και όπως επισημαίνει η NUS, στην προσπάθειά τους να εξοικονομήσουν χρήματα, κάποια εκπαιδευτικά ιδρύματα επιχειρούν να μειώσουν σημαντικές υπηρεσίες, όπως τους πανεπιστημιακούς παιδικούς σταθμούς.
H κατάσταση γίνεται ακόμη πιο ζοφερή αν συνυπολογίσει κανείς τις περικοπές και άλλων κοινωνικών παροχών, όπως των κέντρων για τα παιδιά Sure Start, που προσέφεραν σε γονείς και παιδιά βασικές υπηρεσίες, ή των προγραμμάτων νομικής βοήθειας, που στήριζαν οικονομικά περισσότερες από 350.000 γυναίκες σε θέματα στέγης, επιδομάτων, χρεών κ.λπ. Ολα αυτά παραβιάζουν τον «νόμο για ισότητα στον δημόσιο τομέα», που προβλέπει ότι οι δημόσιοι φορείς θα πρέπει να συνεκτιμούν τον αντίκτυπο των περικοπών σε θέματα ισότητας.
Αλλά το πιο ανησυχητικό, επισημαίνει η NUS, είναι οι πρόσφατες ανακοινώσεις περί «μεταρρύθμισης» του σχετικού νόμου, που θα υπονομεύσουν ακόμη περισσότερο τη δυνατότητα των γυναικών να αντιπαλέψουν τα πακέτα λιτότητας και να προασπιστούν τη συνέχιση των κοινωνικών πολιτικών.
Μια εξαιρετικά δυσοίωνη προοπτική καθώς, όπως αποκαλύπτει η έκθεση της NUS, τα μέτρα λιτότητας ήδη έχουν δυσανάλογα μεγάλες επιπτώσεις στη ζωή των φοιτητριών και γυναικών γενικότερα: από τις περικοπές τις οποίες ανακοίνωσε στο ετήσιο διάγγελμά του το 2011 ο υπουργός Οικονομικών Τζορτζ Οσμπορν, το 73% αφορά τις τσέπες των γυναικών.
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
Εκπτωτες πριγκίπισσες
Oι πιο διάσημες των παραμυθιών, αν ζούσαν στον πραγματικό κόσμο
Η ζωή δεν είναι σαν τα παραμύθια. Το περίφημο «κι έζησαν αυτοί καλά», που επιφυλάσσεται για τα ζευγάρια, εγκαινιάζει μια ολόκληρη νέα ιστορία, η οποία μπορεί να μην έχει και τόσο αίσιο τέλος. Αυτήν ακριβώς τη «μετέπειτα του καλού τέλους» ζωή των γυναικών ερευνά η σειρά φωτογραφιών «Εκπτωτες Πριγκίπισσες» της Ντίνα Γκόλνσταϊν, που εκτίθεται στο Μουσείο Γυναικών του Κεμπέκ παρουσιάζοντας το πώς θα ήταν η καθημερινότητα των πιο διάσημων πριγκιπισσών των παραμυθιών αν ζούσαν στον πραγματικό κόσμο.
Η 46χρονη διάσημη φωτογράφος χρειάστηκε δύο χρόνια για να ολοκληρώσει (το 2009) αυτή τη σειρά, που αποτελεί ένα κοινωνικό σχόλιο για τη γυναικεία συνθήκη. Κι έτσι, η όμορφη γοργόνα Αριελ καταλήγει αιχμάλωτη σε ενυδρείο, γιατί «τείνουμε να αιχμαλωτίζουμε τα ωραία πράγματα και να τα χρησιμοποιούμε για να μας ευχαριστούν». Η Μπελ, από την Πεντάμορφη και το Τέρας, κείται σε χειρουργικό τραπέζι για να υποστεί ένα λίφτινγκ, «όπως τόσες γυναίκες που το μόνο που έχουν είναι η ομορφιά τους, έως ότου ανακαλύπτουν πως γερνούν και νιώθουν να χάνουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους».
Η Σταχτοπούτα απαθανατίζεται σε μπαρ μιας από τις πιο κακόφημες γειτονιές του Βανκούβερ να πίνει παρέα με περιθωριακούς, απαρηγόρητη που δεν μπορεί να μείνει έγκυος προσφέροντας στον πρίγκιπα τον πολυπόθητο διάδοχο. Η γλυκιά Γιασμίν από τον Αλαντίν εμφανίζεται ζωσμένη στα φυσεκλίκια σε μια έρημο που φλέγεται από τους βομβαρδισμούς, «όπως αναγκάστηκαν να πάρουν τα όπλα πολλές γυναίκες στην ευαίσθητη περιοχή της Μέσης Ανατολής με τους συνεχείς πολέμους».
Η Ποκαχόντας κατάντησε αγοραφοβική, βυθισμένη στην κατάθλιψη, κλεισμένη σε ένα σπίτι, με μόνη επικοινωνία με τον έξω κόσμο τους ανθρώπους που διανέμουν πακέτα φαγητού «όπως τόσες γυναίκες που η απώλεια ενός έρωτα τις καταστρέφει». Οσο για τη Χιονάτη, κοιτά λυπημένα τον φακό με τα τρία της παιδιά, όσο ο πρίγκιπας κάθεται στην πολυθρόνα με πληγωμένο εγωισμό από την απώλεια του βασιλείου του, άνεργος και ανεπάγγελτος και εκείνη δουλεύει σκληρά για να τα φέρουν βόλτα, «όπως τόσες γυναίκες που με την κρίση έχασαν τα πάντα και δεν έχουν την πολυτέλεια να θρηνούν για τα περασμένα μεγαλεία, αλλά πασχίζουν να συντηρήσουν την οικογένειά τους».
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
Μάταιη πρωτιά;
H Τάγουα αλ Χουμ ήρθε πρώτη στις εθνικές μαθητικές εξετάσεις του Σουδάν. Αλλά ο πόλεμος ανάγκασε την οικογένειά της να ξεριζωθεί το 2011. Οταν άρχισαν οι βομβαρδισμοί στην περιοχή του Μπλε Νείλου, κατέφυγαν πρώτα στην Αιθιοπία κι έπειτα στο ανεξάρτητο πλέον Νότιο Σουδάν, στο προσφυγικό στρατόπεδο Γκεντράσα. Τα χρόνια της προσφυγιάς σήμαναν το τέλος των σπουδών της. Τα βιβλία δύσκολα φτάνουν στον καταυλισμό και ποτέ δεν επαρκούν για όλα τα παιδιά, ιδίως τώρα που με την υιοθέτηση ενός νέου προγράμματος σπουδών άλλαξαν τα σχολικά εγχειρίδια. Ελλείψει αυτών, τα παιδιά διδάσκονται τα ίδια με τις προηγούμενες χρονιές. Γυμνάσιο δεν υπάρχει στον προσφυγικό καταυλισμό. Η μόνη πιθανότητα θα ήταν να γραφτεί οικότροφη σε γυμνάσιο κάποιας διπλανής πόλης, κάτι που θα στοίχιζε στην οικογένειά της 300 δολάρια τον χρόνο, ένα ποσό απαγορευμένο.
Οι ντόπιοι δεν την βλέπουν με καλό μάτι. Πάμφτωχοι κι αυτοί, που πριν από λίγα χρόνια γνώρισαν επίσης την προσφυγιά λόγω του εμφυλίου, δυσφορούν που η διεθνής κοινότητα και δεκάδες ΜΚΟ προσφέρουν πολύ περισσότερη βοήθεια στους πρόσφυγες παρά σε εκείνους. Πρόσφατη έρευνα έδειξε πως σήμερα πλέον οι πρόσφυγες χαίρουν μεγαλύτερης διατροφής ασφάλειας από τον ντόπιο πληθυσμό. Είναι σπαραγμός να πρέπει να μοιραστείς τα ψίχουλα όταν η πείνα θεριεύει. Και μαζί θεριεύει η απελπισία μιας σχεδόν προδιαγεγραμμένης μοίρας, αφού η Τάγουα φοβάται πως αν δεν καταφέρει να συνεχίσει το σχολείο, μπορεί να την παντρέψουν, όπως κάνουν –παρότι είναι παράνομο– με τόσα κορίτσια, ακόμη και 12χρονα, στον καταυλισμό.
Κρατιέται από το όνειρο, λέει στο «Daily Beast», γιατί δεν θέλει να είναι μάταιη η πρωτιά της. «Θέλω να πάω πανεπιστήμιο, να γίνω δημοσιογράφος. Και η πρώτη ιστορία που θα γράψω είναι για τη ζωή μας, τον πόλεμο, τις αεροπορικές επιδρομές, τις βόμβες. Τα παιδιά που πεινάνε. Την πίκρα του πολέμου και του θανάτου παντού. Για το κακό που βιώνουμε. Θα γράψω για όλα τα άσχημα που είδα στη ζωή μου». Ενα ακόμη κορίτσι του πολέμου. Πολύ μακριά μας για να νοιαστούμε. Κι αν ήταν κοντά μας, θα ήταν απλώς μια ακόμη αναλώσιμη «λαθρομετανάστρια».