Pin It

Του Νικόλαου Τσίρου*

 

Ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν, ένας από τους πιο σημαντικούς φιλόσοφους της εποχής μας, προφήτευσε πριν από λίγα χρόνια στο βιβλίο του «Κατάσταση εξαίρεσης. Οταν η έκτακτη ανάγκη μετατρέπει την εξαίρεση σε κανόνα» (εκδ. Πατάκης, 2007) με χειρουργική ακρίβεια αυτό που συμβαίνει στη χώρα μας σήμερα: Η συνεχής διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της εκτελεστικής εξουσίας στο νομοθετικό επίπεδο, τα μνημονιακά νομοθετήματα που οδηγούν στη μαθηματική συρρίκνωση των πλείστων όσων δικαιωμάτων του κόσμου της εργασίας, ακόμη και αυτό το αξιοσημείωτο γεγονός της οικονομικής ανάγκης της πατρίδας μας, που εξομοιώνεται άμεσα με τον οικονομικό πόλεμο των ισχυρών κρατών απέναντί της, φανερώνει τη νέα συνθήκη ως παράδειγμα διακυβέρνησης. Το ζητούμενο δεν είναι πλέον η όποια μορφή άσκησης της πολιτικής εξουσίας διά μέσου της δημοκρατικής νομιμοποίησής της. Αντίθετα, υπό συνθήκες εκτεταμένης, οικονομικής κρίσης πέφτουν οι μάσκες, αναδεικνύοντας το ωμότερο πρόσωπο της εξουσίας, που εδράζεται απροκάλυπτα στην ολική ή μερική αναστολή του δικαιικού συστήματος.

 

Πώς όμως θεμελιώνεται αυτό το νέο πρότυπο διακυβέρνησης, που ρυθμίζει την κανονιστικότητα της εξαίρεσης, χωρίς να ενδιαφέρεται καθόλου να βρει τα ελάχιστα έστω ερείσματα για τη νομιμοποίηση της εξουσίας του; Σε επίπεδο καθημερινής, πολιτικής πρακτικής, δηλαδή σε επίπεδο μικροφυσικής άσκησης της πολιτικής εξουσίας η απάντηση εκλαμβάνεται περίπου ως τετριμμένη: Η οικονομική κρίση και η ανάγκη εξόδου από αυτή σκηνοθετεί μια απλουστευτική τοπογραφική αντίθεση (μέσα στο ευρώ ή αλλιώς έξω από αυτό με τις συνακόλουθες τραγικές κοινωνικές απώλειες), που υποτίθεται ότι δικαιώνει το status necessitatis με την αμφιλεγόμενη μορφή της κατάστασης εξαίρεσης. Ούτε κουβέντα βέβαια γίνεται για το δίδυμο αδέλφι της κατάστασης εξαίρεσης, την κοινωνική επανάσταση, που ως πιθανή διαδικασία εξόδου από την κρίση θα κινηθεί επίσης με τη σειρά της στην αβέβαιη και εκτός νόμου ή αντίθετη με αυτόν πορεία.

 

Εκεί που τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο σύνθετα είναι ασφαλώς στο επίπεδο της θεωρίας. Υποτίθεται ότι η κήρυξη της κατάστασης πολιορκίας, που έλκει την καταγωγή της από τη Γαλλική Επανάσταση των αστών, προβλέπεται σήμερα στα δυτικά Συντάγματα ως έκτακτο μέτρο σε περίπτωση άμεσου κινδύνου για την εξωτερική ή εσωτερική ασφάλεια μιας χώρας. Η κατάσταση πολιορκίας είναι κατά βάση παιδί του πολέμου, που γι’ αυτό θα πρέπει να κηρύσσεται με απόλυτη φειδώ σε ειρηνευμένες περιόδους. Τι συμβαίνει όμως με τη γενικευμένη επίκληση στο δίκαιο της ανάγκης από πλευράς πολιτικής εξουσίας στην περίπτωση του «ακήρυκτου πολέμου», όταν δηλαδή εν απουσία πολεμικού γεγονότος, οι πολιτικοί κυρίαρχοι αναστέλλουν σε ορισμένο βαθμό το δίκαιο; Πώς είναι δυνατόν μια ανομία τελικά να υπάγεται στην έννομη τάξη; Ο Αγκάμπεν δίνει, εν προκειμένω, μια καθαρή απάντηση: Στον σύγχρονο κόσμο, η κατάσταση εξαίρεσης τείνει να εμπερικλείεται στην έννομη τάξη και να παρουσιάζεται ως καθ’ εαυτή νομική κατάσταση. Επομένως, πραγματικές διαδικασίες, καθ’ εαυτές εκτός νόμου, μετατρέπονται σε δίκαιο, ενώ οι νομικοί κανόνες αδυνατούν να προσδιοριστούν ως απλό γεγονός. Η κατάσταση εξαίρεσης είναι μια άνομη περιοχή, στην οποία αυτό που διακυβεύεται είναι η ισχύς νόμου χωρίς τον νόμο (Αγκάμπεν: σ. 69).

 

Με όλα αυτά, το δημόσιο πένθος και η ανομία εξαπλώνονται πάνω στην πόλη. Η βαθύτερη φύση της ανομίας εγγράφεται στο έμψυχο σώμα του κυρίαρχου που προχωρεί αλόγιστα και χωρίς δεσμεύσεις στην επιβολή των αποφάσεών του. Μια εναλλακτική πολιτική πρόταση νομίζω ότι θα πρέπει να λάβει υπόψη της αυτή την αλήθεια του δημόσιου πένθους, ώστε να προσπαθήσει να επαναφέρει τη γιορτή και τη χαρά μέσα στην πόλη. Ομως στον χώρο της ελευθεριακής Αριστεράς μια άκαιρη, θεωρητική σκιαμαχία ξεχνά το πένθος της πόλης. Για την Αριστερά αυτή το κρίσιμο ερώτημα φαίνεται να είναι: Εκ νέου θεσμοθέτηση με τον κίνδυνο ενός διαρκώς επαναλαμβανόμενου πολιτικού συντηρητισμού ή ολική καταστροφή των υφιστάμενων θεσμών με τον κίνδυνο ενός ολοκληρωτισμού από πλευράς των μελλοντικών πολιτικών κυρίαρχων; Αυτό το ερώτημα είναι όμως στην πραγματικότητα ένα ψευτοδίλημμα, γιατί ξεχνά ή, το χειρότερο, δεν ενδιαφέρεται να αποκαταστήσει τη χαμένη γιορτή της πόλης.

 

Πράγματι, το ζητούμενο δεν είναι ούτε η θεσμολαγνεία, υπό την έννοια της τυπικής, εξουσιαστικής αντικατάστασης των θεσμών από νέους προς το συμφέρον μιας μικρής πολιτικής ελίτ, ούτε η ολική καταστροφή των τωρινών θεσμών, χωρίς κανένα προαπαιτούμενο και χωρίς την εμπειρία για τη δημιουργία των καλύτερων καινούργιων. Το σημαντικό είναι τώρα η ανάκτηση της δημοκρατικής νομιμοποίησης ώστε το δίκαιο να επανέλθει στον εαυτό του μέσω της άρσης της αναστολής της δικαιοσύνης, αλλά και αυτής ακόμα της έννομης τάξης. Μονάχα τότε η πολιτική σκέψη μπορεί να προχωρήσει ένα βήμα μακρύτερα και να προκρίνει τη συνδημιουργική κινητοποίηση όλης της κοινωνίας προς την κατεύθυνση της οργάνωσης πιο άρτιων μορφών συλλογικής ζωής.

 

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

 

* Πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, επίκουρος καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου

 

Scroll to top