fobia

02/12/13


Κληρονομικότητα

Κληρονομικές οι φοβίες

Επιστήμονες θεωρούν πως οι φοβίες μπορεί να περνάνε από γενιά σε γενιά μέσω βιολογικής μνήμης, που προκαλείται από αλλαγές στο σπέρμα.
      Pin It

Μια νέα επιστημονική έρευνα για πρώτη φορά απέδειξε ότι οι φόβοι είναι δυνατόν να μεταφέρονται από τους γονείς στα παιδιά και στα εγγόνια αλλά και ακόμα πιο βαθιά στο χρόνο. Η αμερικανική μελέτη εγείρει το ερώτημα κατά πόσο οι τραυματικές μνήμες μια γενιάς παιρνούν στις επόμενες εκτός από πολιτισμικό ή διαπροσωπικό τρόπο και με βιολογικό.

Οι επιστήμονες έδειξαν με πειράματα σε ζώα ότι ένα «τραύμα» ενδέχεται να αφήσει το αποτύπωμά του στο DNA του σπέρματος και αυτό να μεταφέρει τη φοβία, να επηρεάσει τον εγκέφαλο και τη συμπεριφορά των μελλοντικών γενεών. Η ανακάλυψη αυτή θεωρείται ότι μπορεί να συμβάλει στην θεραπεία των ανθρώπινων φοβιών, των μετατραυματικών διαταραχών και τους άγχους, μέσω επεμβάσεων στον μηχανισμό της μνήμης του ασθενούς.

Η έρευνα διεξήχθη από ερευνητές του Τμήματος Ψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Έμορι της Ατλάντα με επικεφαλής τον δρα Μπράιαν Ντίας και δημοσιεύτηκε στα περιοδικά «Nature Neuroscience», «Nature» και «New Scientist». Οι μελετητές είχαν εκπαιδεύσει μια γενιά ποντικιών να αποφεύγουν μια συγκεκριμένη οσμή (της χημικής ουσίας ακετονοφαινόνης), επειδή την είχαν συνδέσει με ένα ήπιο ηλεκτροσόκ και διαπίστωσαν ότι τα ζώα πέρασαν αυτή την αποστροφή τους στην μεθεπόμενη γενιά, ενώ επίτηδες τα είχαν απομονώσει πλήρως από τους απογόνους τους.

Το αρνητικό συναίσθημά τους ήταν «έμφυτο», δηλαδή προϊόν βιολογικής μνήμης. Η διαχρονική μετάδοση μιας φοβικής συμπεριφοράς γίνεται μέσω χημικών – γενετικών αλλαγών, που μεταβάλλουν την ευαισθησία του νευρικού συστήματος τόσο των προγόνων, όσο και των απογόνων, έτσι ώστε κάθε επόμενη γενιά να αντιδρά με παρόμοιο φοβικό τρόπο στο ίδιο ερέθισμα. Αν και ο ακριβής βιολογικός μηχανισμός δεν είναι ακόμα πλήρως κατανοητός, το πιθανότερο είναι ότι κάποιο χημικό αποτύπωμα της απεχθούς οσμής κατέληξε στο αίμα τους και επηρέασε ανάλογα την παραγωγή του σπέρματος.

Ο καθηγητής ψυχιατρικής Κέρι Ρέσλερ υποστήριξε πως αυτή η μεταβίβαση πληροφοριών μπορεί να αποτελεί ένα αποτελεσματικό τρόπο για να πληροφορήσουν οι γονείς τους απογόνους τους σχετικά με τη σημασία συγκεκριμένων χαρακτηριστικών του περιβάλλοντος, που είναι πιθανό να συναντήσουν στο μέλλον. Ωστόσο, αυτό παραπέμπει εν μέρει στην παλαιότερη και θεωρούμενη λανθασμένη από τους κατοπινούς δαρβινικούς θεωρία του γάλλου βιολόγου του 18ου αιώνα Ζαν Μπαπτίστ Λαμάρκ για κληρονομικότητα των επίκτητων χαρακτηριστικών.

Σύμφωνα με τον καθηγητή γενετικής Μάρκους Πέμπρεϊ του University College του Λονδίνου, ήρθε η ώρα οι ερευνητές στο πεδίο της δημόσιας υγείας να πάρουν στα σοβαρά τις ανθρώπινες διαγενεακές αντιδράσεις. Δεν πρόκειται να κατανοήσουμε την αύξηση των νευροψυχιατρικών διαταραχών, της παχυσαρκίας, του διαβήτη και των μεταβολικών προβλημάτων, χωρίς να υιοθετήσουμε πλέον μια πολυγενεακή προσέγγιση.
Οι επιστήμονες φυσικά επισημαίνουν ότι η μελέτη έγινε σε πειραματόζωα, αλλά θεωρούν πολύ πιθανό ότι κάτι ανάλογο συμβαίνει και στους ανθρώπους.  Πάντως ορισμένοι εκφράζουν την επιφυλακτικότητά τους και περιμένουν περισσότερα στοιχεία για να πειστούν.

efsyn.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ

 

Scroll to top