Του Νίκου Κιάου
-Καταδικάζεις τη βία; Απάντησε με μια λέξη και τελεία. Χωρίς αστερίσκους.
-Καταδικάζεις τις καταλήψεις; Ναι ή όχι;
-Καταδικάζεις τις επιθέσεις σε σπίτια, σε ΑΤΜ κ.λπ. με γκαζάκια;
-Καταδικάζεις τους κουκουλοφόρους;
Δεν είναι ερωτήσεις από σενάριο ταινίας επιστημονικής φαντασίας ή ερωτήσεις κατά την ανάκριση στην Ασφάλεια.
Είναι ερωτήσεις που τις συναντούμε πάρα πολύ σε ραδιόφωνα, σε τηλεοράσεις, από πολιτικούς της Ν.Δ., του ΠΑΣΟΚ, της ΔΗΜΑΡ αλλά και από δημοσιογράφους, προς πολιτικούς του ΣΥΡΙΖΑ.
-Αν δεν απαντήσεις με ένα ναι, τότε αυτό σημαίνει είτε ότι συμφωνείς με τη βία κ.λπ. είτε ότι την ανέχεσαι είτε ότι την υποθάλπεις!
Το συμπέρασμα επίσης το συναντούμε. Το εξάγουν αμέσως οι ερωτώντες για να μη μείνει καμιά αμφιβολία. Για να ταυτιστούν οι ερωτώμενοι με τις πράξεις της βίας. Ετσι πολύ απλά.
Βεβαίως δεν ακούστηκε ακόμα ερώτηση αν καταδικάζει ο ερωτώμενος συνομιλητής τον κομμουνισμό (!), «το ΚΚΕ και τας παραφυάδας αυτού» (!), τον αναρχισμό γενικώς (!) ή την ομοφυλοφιλία ή ακόμα την αντίπαλη ποδοσφαιρική ομάδα. Δεν φτάσαμε ακόμα σ' αυτό το επίπεδο ούτε μέσα στη Βουλή, όπου οι εκπρόσωποι των τριών κομμάτων της συγκυβέρνησης (άλλος εντονότερα και πιο απαιτητικά και άλλος ηπιότερα ή έστω και με περικοκλάδες) θέλουν να «κατακεραυνώσουν» τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.
Διότι, πέρα από τις αστειότητες, ο ΣΥΡΙΖΑ πλέον αντιμετωπίζεται ως ο εχθρός, ο αντίπαλος, ο εκείθεν.
Δεν αρκεί η απλή και καθαρή θέση περί καταδίκης, που γίνεται είτε από τον ηγέτη του κόμματος είτε από το γραφείο Τύπου. Προβάλλει η απαίτηση να συμφωνήσουν και οι βουλευτές, ίσως καθένας ξεχωριστά, και τα στελέχη γενικώς.
- Είναι χλιαρή η καταδίκη της κατάληψης των γραφείων της ΔΗΜΑΡ, αποφάνθηκαν αρκετοί βουλευτές και ο εκπρόσωπος του κόμματος, παρότι ήταν σαφής η ανακοίνωση καταδίκης.
Εύκολα η μνήμη γυρίζει πίσω στα χρόνια που ζητούσαν στην ασφάλεια να αποκηρύξεις τον κομμουνισμό κ.λπ. Δηλαδή όταν ζητούσαν δηλώσεις μετανοίας από οποιονδήποτε είτε ήταν είτε δεν ήταν πολιτικά στον αριστερό χώρο, στην ΕΔΑ, στο ΚΚΕ κ.λπ. Πάμε πίσω και στη δικτατορία της 21ης Απριλίου του ’67 και στα μετεμφΥλιακά χρόνια, στις δεκαετίες του ’50 και του ’60.
Μόλις είχε τελειώσει ο εμφύλιος πόλεμος το ’49 με την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού. Με φυλακές, εξορίες, διώξεις, με εκτελέσεις, με όλο τον ζόφο και το κυνηγητό στήνεται η ΕΔΑ (το ΚΚΕ είναι εκτός νόμου) και κατορθώνει σε λίγα χρόνια, το 1958, και γίνεται αξιωματική αντιπολίτευση με σχεδόν 25%. Το κυνήγι, οι διώξεις συνεχίζονται και εντείνονται. Φυλακές και εξορίες λειτουργούν γεμάτες, νέες υποθέσεις στήνονται με κατασκευασμένες κατηγορίες, όπως ο Μαν. Γλέζος και άλλοι για κατασκοπία κ.λπ., δημιουργείται η Ενωσις Κέντρου (Γ. Παπανδρέου, Σοφ. Βενιζέλος κ.ά.) για να μπει και ανάχωμα προς τα αριστερά.
Το ’61 στις εκλογές βίας και νοθείας έχει δύο νεκρούς η ΕΔΑ, τον Στ. Βελδεμίρη και τον Δ. Κερπινιώτη (ενώ και το ’58 είχε κι άλλον νεκρό) από παρακρατικούς και χωροφύλακες. Κι όμως συγκρατείται η ΕΔΑ (με το σχήμα συνεργασίας ΠΑΜΕ) κοντά στο 15%. Ακολουθεί η όξυνση με αποκορύφωμα το ’63 τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, το ’65 η αποστασία και το ’67 η δικτατορία.
Κύριος στόχος των κρατούντων, τότε, και των πατρώνων (ΗΠΑ, ΝΑΤΟ κ.λπ.) ήταν βεβαίως η Αριστερά, η ΕΔΑ ως η νόμιμη έκφραση στο Κοινοβούλιο. Το δε Κέντρο ακολουθούσε σταθερά τον διμέτωπο, προς τα δεξιά και τα αριστερά. Ολα αυτά ήταν διανθισμένα με την προσπάθεια της Δεξιάς και των παρακρατικών δυνάμεων να δημιουργήσουν το κατάλληλο κλίμα, το οποίο πρόβαλλαν οι «ημέτερες» εφημερίδες της εποχής. Στην προσπάθεια αυτή συναντούμε το τραγελαφικό «σαμποτάζ» με τη ζάχαρη στα οχήματα του Στρατού στον Εβρο, την ιστορία με τις Λαμπράκισσες με τις μαύρες κάλτσες, που σαγηνεύουν αξιωματικούς κ.λπ.
Τότε ακριβώς το 1963, ο Κων. Καραμανλής είχε πει το περίφημο «ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;», η ρήξη με το παλάτι ήταν σε όξυνση, ενώ ο Ηλίας Ηλιού είχε κατονομάσει στη Βουλή τον μετέπειτα δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλο, με την κατάλληλη προειδοποίηση.
Σήμερα που έχουμε τρία χρόνια με Μνημόνια, μέτρα, τρόικα κ.λπ., με τις συνέπειες σ' όλη την κοινωνία βαριές, με την Ελλάδα των τριών σε οιονεί αποικιακό καθεστώς, με τη συγκυβέρνηση να ταλανίζεται, την εμφάνιση της Χρυσής Αυγής, τον ΣΥΡΙΖΑ να χτυπά την πόρτα της εξουσίας για πρώτη φορά μετά το ΕΑΜ, είναι αναμενόμενο να επιδιώκουν οι διαχειριστές να ανακόψουν και να διαβάλουν τον αντίπαλο. Με ποιες μεθόδους;
Τι κι αν με την πτώση της δικτατορίας έπεσαν και οι συνθήκες του εμφυλίου, τι κι αν με την πάροδο του χρόνου εξομαλύνθηκε η πολιτική ζωή και είχαμε προόδους στην κοινωνική και οικονομική ζωή; Τώρα, φαίνεται, προέχει να αντιμετωπιστεί ο εχθρός με κάθε μέσον, με κάθε τρόπο. Ακόμα και με μεθόδους που γυρίζουν στα μετεμφυλιακά χρόνια και οι οποίες, δυστυχώς, έχουν την έγκριση και του αριστερού κόμματος της συγκυβέρνησης. Ισως «πονάει» η κατάρρευση του μύθου του περιθωριακού Τσίπρα και του κόμματός του. Ο πόλεμος μετά το 2008 κορυφώθηκε τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2012 και επανέρχεται δριμύτερος.