27/12/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν, ένας καθόλου δογματικός άνθρωπος

«Οι κωμωδίες με έκαναν καλύτερο σκηνοθέτη ηθοποιών»

Παίζεται στις αίθουσες η ταινία του «Γελαστός πρίγκηπας», που του χάρισε φέτος στο Βερολίνο την Αργυρή Αρκτο. Ο Αμερικανός σκηνοθέτης, που ξεκίνησε από το ανεξάρτητο σινεμά για να δοκιμάσει κάποια στιγμή τις δυνάμεις του στο εμπορικό κύκλωμα, ξαναβρήκε με αυτήν το «χειροποίητο» στιλ που τον έκανε τόσο αγαπητό στους σινεφίλ.
      Pin It

Παίζεται στις αίθουσες η ταινία του «Γελαστός πρίγκηπας», που του χάρισε φέτος στο Βερολίνο την Αργυρή Αρκτο. Ο Αμερικανός σκηνοθέτης, που ξεκίνησε από το ανεξάρτητο σινεμά για να δοκιμάσει κάποια στιγμή τις δυνάμεις του στο εμπορικό κύκλωμα, ξαναβρήκε με αυτήν το «χειροποίητο» στιλ που τον έκανε τόσο αγαπητό στους σινεφίλ

 

Της Λήδας Γαλανού

 

david-grinΟ Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν αποκαλύφθηκε στο παγκόσμιο κοινό το 2000, με το μικρό ανεξάρτητο αριστούργημα «George Washington» και επιβεβαίωσε τη φήμη του τρία χρόνια αργότερα με το «All the Real Girls». Εχοντας κερδίσει όρκους πίστης από το καλλιτεχνικό κοινό, άλλαξε ύφος και δοκίμασε τις δυνατότητές του στην εμπορική κωμωδία, με ταινίες όπως το «Pineapple Express» και το «The Sitter», φέρνοντας τους πρώτους θαυμαστές του σε αμηχανία, κερδίζοντας όμως την αγάπη του μεγάλου κοινού. Φέτος, επανήλθε στο ανεξάρτητο, «χειροποίητο» σινεμά με το «Prince Avalanche» («Γελαστός πρίγκηπας»), την ιστορία δυο ανδρών που ερμηνεύουν ο Πολ Ραντ και ο Εμίλ Χερς. Τη δεκαετία του 1980 περνούν ένα καλοκαίρι μόνοι, δουλεύοντας σ’ ένα καμένο δάσος στο Τέξας. H ταινία συμμετείχε φέτος στο Φεστιβάλ Βερολίνου και του χάρισε την Αργυρή Αρκτο του καλύτερου σκηνοθέτη. Ο Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν μάς μίλησε για τις επιλογές του, δίνοντας υπόσχεση ότι δεν θα σταματήσει να μας εκπλήσσει στο μέλλον.

 

• Γιατί αποφασίσατε να κάνετε ριμέικ της ισλανδικής ταινίας «Ετσι κι αλλιώς» του 2011, του Χάφστεϊν Γκούναρ Σίγκουρδσον, αντί για ένα πρωτότυπο σενάριο;

 

Ο,τι κάνω έχει μια δόση εγωισμού. Νιώθω ότι πρέπει να δημιουργήσω μια σφραγίδα ιδιοκτησίας σε όλες μου τις δουλειές. Το ότι έκανα το ριμέικ μιας ταινίας το θεωρώ μια ευκαιρία να χρησιμοποιήσω ένα πλαίσιο και να το αλλάξω για μένα και για τους ηθοποιούς μου. Μου άρεσε τρομερά η ταινία, αλλά η δική μου έχει αρκετά διαφορετικό ύφος. Η δική τους είναι εκπληκτικά φωτογραφημένη αλλά και αρκετά σκληρή, η δική μου έχει μεγαλύτερη ζεστασιά, αλλά είναι και λιγότερο συναισθηματικά σύνθετη, πιο «πρόχειρη». Χρησιμοποίησα κάποιες από τις δικές τους ιδέες, αλλά πρόσθεσα μια ολόκληρη ηρωίδα που δεν υπάρχει καθόλου στην πρώτη ταινία, για την ακρίβεια δεν υπήρχε καν στο σενάριο. Τη συναντήσαμε μέσα στο δάσος, όταν ψάχναμε για τους χώρους του γυρίσματος.

 

• Πώς ήταν η εμπειρία να κάνετε γύρισμα και να ζείτε όλοι μαζί σ’ ένα δάσος στο Τέξας;

 

Τα μέρη όπου κάναμε το γύρισμα, μέσα στο καμένο δάσος, δεν ήταν βιώσιμα, ήταν σκεπασμένα με στάχτη. Επειτα από μια μέρα γυρίσματος, ήμασταν θεοβρόμικοι. Ετσι, μέναμε σ’ ένα κοντινό μοτέλ, κάναμε ντους, συναντούσαμε για λίγο τον πολιτισμό, πίναμε μια μπίρα και τρώγαμε ένα χάμπουργκερ στο τέλος της μέρας. Ούτως ή άλλως, γυρίζαμε μόνο με το φως της μέρας, με κάθε ηλιοβασίλεμα τα μαζεύαμε και φεύγαμε. Εσωτερικά πλάνα δεν είχαμε, παρά μόνο μια σκηνή, κι έτσι τελειώναμε νωρίς. Αφήσαμε τη φύση να μας περιποιηθεί: ξημέρωνε, σηκωνόμασταν νωρίς, δουλεύαμε και τελειώναμε εγκαίρως, ώστε να έχουμε μπροστά μας ένα όμορφο, ξεκούραστο βράδυ. Ημασταν κι απομονωμένοι στη μέση του πουθενά, δεν είχαμε κάπου να πάμε, απλώς πηγαίναμε κάθε απόγευμα σ’ ένα παλιομοτέλ και διασκεδάζαμε με τους φίλους μας – φανταστικός τρόπος να κάνεις ταινία!

 

• Σε μια ταινία με ουσιαστικά μόνο δύο ηθοποιούς πώς επιλέξατε τους συνεργάτες σας;

 

Επέλεξα ηθοποιούς που ήξερα ότι ήταν πολύ προσβάσιμοι στο κοινό. Αυτήν την πλευρά του Εμίλ Χερς τη βλέπεις και στο «Into the Wild», επιπλέον γνωριζόμασταν και ήξερα τι έχει μέσα του. Σκέφτηκα ότι ήταν καλή ευκαιρία, σε αντίθεση με το «Into the Wild», να τον βάλω να παίξει κάποιον που απεχθάνεται τη φύση και θέλει μόνο να πηδήξει, οπότε συνδυάσαμε το προφίλ του που γνωρίζει ο κόσμος και το προφίλ του που γνωρίζω εγώ. Με τον Πολ Ραντ έγινε το ίδιο πράγμα, πήρα τα στοιχεία που αγαπά το κοινό σ’ αυτόν, είναι πνευματώδης, χαριτωμένος, με έντονη προσωπικότητα, αλλά έχει και κάτι το ευάλωτο που, όταν το αναπτύσσει, φέρνει δάκρυα στα μάτια. Οσο για τον Λανς ΛεΓκοτ, που κρατά έναν μικρό αλλά σημαντικό ρόλο, τον γνώρισα σ’ ένα διαφημιστικό που έκανα στην έρημο της Καλιφόρνιας, τον άκουγα να μιλάει και του λέω, έχεις εκπληκτική φωνή, έχεις κάνει ραδιόφωνο; Και μου λέει «όχι, αλλά ήμουν τραγουδιστής και κιθαρίστας με τον Ελβις». Επαιζε με τον Ελβις 15 χρόνια στις τουρνέ, αλλά και στις ταινίες του. Ηταν ένας χαρισματικός, θεότρελος γέροντας. Πέθανε λίγο μετά το γύρισμα. Απίστευτος τύπος.

 

• Από το καλλιτεχνικό στο εμπορικό σινεμά, κάνετε αντιφατικές επιλογές που συχνά πρόδωσαν τους θαυμαστές σας. Πώς το αντιμετωπίζετε;

 

Εκανα ανεξάρτητες ταινίες χαμηλού προϋπολογισμού που τις επέλεγαν τα φεστιβάλ κι έπαιρναν καλές κριτικές, αλλά δεν τις έβλεπε άνθρωπος. Και μετά άρχισα να κάνω ταινίες που έφερναν εκατομμύρια δολάρια σε εισπράξεις και ο κόσμος μού μιλούσε στον δρόμο, μου έλεγε ότι είχε τις αφίσες των ταινιών μου στον τοίχο, στις εστίες των κολεγίων. Γνώρισα μια εντελώς διαφορετική αρένα επιτυχίας. Και οι δύο φέρνουν μεγάλες δόσεις ικανοποίησης, δεν υπερέχει η μία της άλλης. Η δική μου ευθύνη είναι να δουλέψω με όλες τις πλευρές, που έχει η προσωπικότητά μου, και να κάνω ταινίες που τις αντικατοπτρίζουν όλες. Παραδόξως όλες οι ταινίες που έκανα ως τώρα είναι ανεξάρτητες. Απλώς κάποιες ήταν πολύ ακριβές κι εγώ πληρώθηκα πάρα πολύ καλά, άλλες ήταν πολύ φτηνές και δεν πληρώθηκα καθόλου.

 

• Πόσο διαφέρει το να σκηνοθετείς κωμωδία από το δράμα;

 

Το «Prince Avalanche» νομίζω ότι χρησιμοποιεί όσα έμαθα σε όλες τις ταινίες μου ως τώρα. Δουλεύοντας στην κωμωδία έγινα καλύτερος σκηνοθέτης ηθοποιών απ’ ό,τι στις πρώτες ταινίες μου. Στην καινούρια μου ταινία με τον Νίκολας Κέιτζ, το «Joe» (έκανε την επίσημη πρεμιέρα της τον Σεπτέμβριο στο Φεστιβάλ Βενετίας), τον οδήγησα σ’ ένα ταξίδι υποκριτικής που δεν είχε ξανακάνει. Κι εκείνος με οδήγησε κάπου, ως σκηνοθέτη, όπου δεν είχα ξαναπάει. Είναι ένα καθαρό δράμα κι ανακάλυψα ότι έχω αποκτήσει μεγαλύτερη δύναμη σ’ αυτό, αφότου δούλεψα τόσο στην κωμωδία. Στην κωμωδία πρέπει να είσαι διαρκώς σε εγρήγορση, να δίνεις σημασία στην κάθε λεπτομέρεια, τον κάθε αυτοσχεδιασμό. Είναι το δυσκολότερο είδος να σκηνοθετήσεις, γιατί προσπαθείς να εκμαιεύσεις κάτι σωματικό από τον θεατή. Στο δράμα, αν δεν είσαι υπερβολικά επιτηδευμένος, οι ήρωες λένε τους διαλόγους τους και είτε θα ταυτιστείς είτε όχι, κανείς δεν το ξέρει. Αλλά όταν κάνεις κωμωδία και βλέπεις 1.000 άτομα να γελάνε, ξέρεις ότι τα κατάφερες. Κι αν βλέπεις 1.000 άτομα να μη γελάνε καθόλου, ξέρεις ότι δεν ήταν και πολύ αστεία. Γιατί αν εγώ πιστεύω ότι κάτι είναι αστείο και 1.000 άτομα μπροστά μου πιστεύουν ότι δεν είναι, κερδίζουν εκείνοι. Καμιά φορά χρειάζεται άγνοια για να κερδίσεις την εξυπνάδα.

 

• Ολες οι ταινίες σας έχουν άνδρες ήρωες, βασίζονται στην ανδρική ψυχοσύνθεση. Σκέφτεστε να κάνετε κάποτε ένα φιλμ με γυναίκα στο επίκεντρο;

 

Δουλεύω εδώ κι έναν χρόνο ένα σενάριο με γυναίκα ηρωίδα και προσπαθώ να καταλάβω πώς πρέπει να λειτουργήσει. Ταυτίζομαι τόσο πολύ με τους ήρωές μου, που το να γράψω για μια γυναίκα μού είναι πολύ δύσκολο, γι’ αυτό και μου παίρνει τόσο καιρό. Στην κυριολεξία ηχογραφώ συζητήσεις ανθρώπων και προσπαθώ να μπω μέσα στον τρόπο σκέψης τους, γιατί νομίζω ότι οι γυναίκες έχουν διαφορετική διανόηση και συναισθηματική ικανότητα. Και δεν θέλω να προβάλω τον εαυτό μου σ’ αυτήν την ηρωίδα. θέλω ν’ αναδείξω την αυθεντικότητά της. Πάντως, είναι ένα από τα πράγματα που θέλω πολύ να καταφέρω. Θα μπορούσα να κάνω ξανά ριμέικ του «Prince Avalanche» με την Ελεν Μίρεν και τη Μάγκι Σμιθ. Θα ήταν εκπληκτικό! Εχω μια μαμά με πολύ δυνατή προσωπικότητα και τρεις αδελφές, και ίσως αυτό είναι που με τρομάζει. Αν τα κάνω λάθος, θα έχω τέσσερις απειλητικές γυναίκες να χτυπούν την πόρτα μου. Και να χτυπούν κι εμένα.

 

 

* Info: Το «Prince Avalanche»/«Γελαστός πρίγκηπας» προβάλλεται στις αίθουσες από την Ama Films.

 

Scroll to top