Pin It

Του Βίκτωρα Νέτα

 

Επιτέλους με επέμβαση της Δικαιοσύνης και με συστηματική έρευνα των λειτουργών της άρχισε να αποκαλύπτεται ο βόρβορος με τις μίζες για τα εξοπλιστικά προγράμματα, που ήταν κοινό, αλλά κρυφό μυστικό, αφού οι πάντες γνώριζαν το σκάνδαλο, αλλά κανείς δεν μιλούσε. Και προπαντός καμία κυβέρνηση δεν τόλμησε να αλλάξει το καθεστώς των κρατικών αγορών, όχι μόνο εξοπλιστικού υλικού, αλλά παντός είδους προμηθειών, που επιτρέπει να δίνονται μίζες στους κρατικούς λειτουργούς, οι οποίοι διενεργούν τις διαπραγματεύσεις για λογαριασμό του Δημοσίου.

 

Μίζες δίνονταν και προφανώς συνεχίζουν να δίνονται και για κάθε είδους δημόσια και δημοτικά έργα από τους κατασκευαστές. Ολος αυτός ο χορός των εκατομμυρίων, τον οποίο πληρώνει ο Ελληνας φορολογούμενος, πρέπει να αποκαλυφθεί, να επιστραφούν στα δημόσια ταμεία οι μίζες, να τιμωρηθούν οι ένοχοι και να αλλάξει το καθεστώς των προμηθειών. Μόνον η πλήρης διαφάνεια στις κρατικές προμήθειες και ο πραγματικός έλεγχος του «πόθεν έσχες» των δημόσιων προσώπων, πολιτικών και υπηρεσιακών, που διαχειρίζονται το δημόσιο χρήμα, μπορούν να σταματήσουν τον βόρβορο της διαφθοράς.

 

Η Δικαιοσύνη θα κάνει το έργο της. Αλλά δεν θα είναι αρκετό. Θα πρέπει για την πλήρη κάθαρση να γίνει και αυτοκάθαρση του διαβρωμένου πολιτικού συστήματος, που πρέπει να εξυγιανθεί. Μόνον έτσι θα αντιμετωπιστεί όχι μόνον η οικονομική, αλλά προπαντός η κοινωνική κρίση. Πώς μπορεί να γίνει η αυτοκάθαρση; Παρόμοιο θέμα με το τωρινό δημιουργήθηκε και το 1948-49 με την αποκάλυψη σοβαρού λαθρεμπορίου συναλλάγματος, το οποίο είχε αγγίξει και τον πολιτικό κόσμο της εποχής. Σε ενός των ενόχων, που είχε δικαστεί και καταδικαστεί, το «ιδιαίτερον και μυστικόν ημερολόγιον ευρέθησαν αναγεγραμμένα ονόματα πολιτικών ανδρών χρεωμένων με διάφορα ποσά λιρών, όπως αναφέρθηκε και στη Βουλή».

 

Εγινε, τότε, τον Μάιο του 1949, μακρά συζήτηση στη Βουλή, κατά την οποία ετέθη με σαφήνεια το ζήτημα της πολιτικής ευθύνης. Σε μια ιστορική αγόρευσή του ο Γεώργιος Παπανδρέου, αρχηγός την εποχή εκείνη του Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, με τη γνωστή επιγραμματική του δεινότητα ξεκαθάρισε το θέμα. Είναι ιδιαίτερα επίκαιρη και διδακτική η αγόρευση εκείνη, γι’ αυτό και αξίζει να δημοσιευθούν ορισμένα αποσπάσματά της, διότι έχουν εξαφανιστεί από τον δημόσιο βίο της χώρας η πολιτική ευθιξία και η πολιτική φιλοτιμία.

 

Είπε ο Γεώργιος Παπανδρέου (πρακτικά Βουλής της 2-5-1949): «Τίθεται το ερώτημα: Εάν δεν υπάρξη δικαστική δίωξις, τότε δεν θα πρέπει να θεωρηθή το θέμα το σχετικόν προς την σπείραν των λαθρεμπόρων του συναλλάγματος εξηντλημένον; Η απάντησις είναι αρνητική. Εάν υπήρχεν μόνον ο ποινικός νόμος, το θέμα θα έπρεπε να θεωρηθή λήξαν, μετά την έκδοσιν απαλλακτικού βουλεύματος. Διότι λειτουργός του ποινικού νόμου είναι η δικαιοσύνη. Αλλά υπάρχει διά τους πολίτας πέραν του ποινικού και ηθικός νόμος. Και υπάρχει διά τους δημοσίους άνδρας, πέραν και του ηθικού και ο πολιτικός νόμος. Ο ηθικός νόμος αφορά το κοινωνικόν ήθος των πολιτών. Ο πολιτικός νόμος αφορά το πολιτικόν ήθος των δημοσίων ανδρών. Και όπως κριτής του ποινικού νόμου είναι η δικαιοσύνη, κριτής του πολιτικού νόμου είναι η Βουλή. Και τελικός κριτής κρινόντων και κρινομένων είναι ο λαός».

 

Πρόσθεσε ο Γεώργιος Παπανδρέου: «Η αμφιβολία εις την δικαιοσύνην είναι υπέρ του κατηγορουμένου. Η αμφιβολία εις τον δημόσιον βίον είναι εναντίον του δημοσίου ανδρός (…). Σπανίως υπάρχει παράδειγμα εκπτώσεως δημοσίων ανδρών κατόπιν δικαστικής αποφάσεως. Ο κανών είναι, ότι χωρίς δικαστικάς αποφάσεις, δημόσιοι άνδρες εξέπεσαν από κυβερνητικά αξιώματα, εγκατέλειψαν την Βουλή, ηναγκάσθησαν να αποσυρθούν από τον δημόσιον βίον, διότι υπέκυψαν εις τον άγραφον, αλλά καταθλιπτικόν και παντοδύναμον νόμον της πολιτικής ευθιξίας, της πολιτικής φιλοτιμίας, τον οποίον υπαγορεύει το δημόσιον φρόνημα των ελευθέρων λαών».

 

Υπήρχε και τότε κρίση του πολιτικού συστήματος της χώρας, για την οποία έγιναν πολλές συζητήσεις στη Βουλή και αναζητήθηκε θεραπεία. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1950 ο τότε βουλευτής και μετέπειτα πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής θα πει αγορεύοντας στη Βουλή: «Εφτάσαμεν εις το σημείον να έχη κανείς το αίσθημα της εντροπής, διότι πολιτεύεται. Εάν λάβη κανείς υπ’ όψιν ότι από της απελευθερώσεως ενηλλάγησαν 20 κυβερνήσεις αντί των 3-4 που φυσιολογικώς θα έπρεπε να έχωμεν, δεν ημπορεί παρά να έχη την εντύπωσιν, ότι εις την χώραν αυτήν, πολιτική ζωή σοβαρά είναι σχεδόν ανύπαρκτος. Η αδυναμία της ανυπαρξίας πολιτικής ζωής οφείλεται εις το γεγονός, ότι εις την πολιτικήν μας ζωήν, το αίσθημα της προσποιητής φιλοτιμίας, είναι επικρατέστερον του αισθήματος του καθήκοντος».

 

Τόσο ο Γεώργιος Παπανδρέου όσο και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχαν την ευκαιρία ως πρωθυπουργοί να επιχειρήσουν την εξυγίανση του πολιτικού συστήματος. Δεν το έκαναν. Γι’ αυτό και έχουν μεγάλη ευθύνη μαζί με τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς της μεταπολεμικής περιόδου. Θα τολμήσουν, άραγε, μια γενναία αυτοκάθαρση οι σημερινοί πολιτικοί, αδιαφορώντας για το πολιτικό κόστος;

 

[email protected]

 

Scroll to top