Του Γιάννη Α. Μυλόπουλου*
Οι οπαδοί της μνημονιακής πολιτικής, στην προσπάθειά τους να αποδείξουν τις… ευεργετικές επιπτώσεις της πολιτικής της λιτότητας, επικαλούνται τον ισχυρισμό ότι ένας βραχυπρόθεσμος πόνος μπορεί να προκαλέσει μακροπρόθεσμα οφέλη. Αν βέβαια εξηγούσαν και σε ποιους, ίσως θα ήταν περισσότερο σαφείς…
Κι αυτό, γιατί στην περίπτωση της χώρας μας όχι μόνο οφέλη δεν έχουμε δει μέχρι σήμερα ως αποτέλεσμα της πολιτικής της λιτότητας, αλλά ούτε και η παραμικρή προοπτική αισιοδοξίας διαφαίνεται στον ορίζοντα, καθώς η ύφεση της οικονομίας, η φτώχεια, η ανεργία και η δυστυχία έχουν εγκατασταθεί για τα καλά στην Ελλάδα των μνημονίων.
Οι δείκτες της οικονομίας είναι περισσότερο από εύγλωττοι. Η ύφεση βαθαίνει χρόνο με τον χρόνο, με το ΑΕΠ να έχει συρρικνωθεί κατά 25%, αφού από 235 δισ. το 2010 έχει φτάσει σήμερα στα 180 δισ. ευρώ. Ταυτοχρόνως δεν υπάρχει το παραμικρό σχέδιο για ανάκαμψη της οικονομίας και τόνωση της ανάπτυξης, αφού ο παραγωγικός ιστός έχει καταρρεύσει και το ανθρώπινο δυναμικό έχει καταρρακωθεί και καθημαχθεί. Η επιμονή άλλωστε στις ίδιες αποτυχημένες νεοφιλελεύθερες πολιτικές που επέβαλε η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, αυτές που με όχημα την επιθετική ανάπτυξη οδήγησαν τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου στην καταστροφή, κάνοντας τους πλούσιους του Ευρωπαϊκού Βορρά πλουσιότερους και τους φτωχούς του Νότου φτωχότερους, δεν εγγυώνται τίποτε καλό και δεν προοιωνίζονται τίποτε διαφορετικό από αυτό που υφιστάμεθα μέχρι σήμερα.
Για όσους επιμένουν να ισχυρίζονται ότι όλα αυτά γίνονται για καλό σκοπό, οι δείκτες που απεικονίζουν τις επιπτώσεις της πολιτικής της λιτότητας στους πολίτες είναι η καλύτερη απάντηση. Η ανεργία από το 10% το 2010 εκτινάχθηκε στο 28% σήμερα, επίπεδα-ρεκόρ για την Ευρώπη, βυθίζοντας στη δυστυχία σχεδόν έναν στους τρεις Ελληνες. Ακόμη χειρότερα, ο ευαίσθητος δείκτης της ανεργίας των νέων αγγίζει το τρομακτικό 60%, ωθώντας, όσους από τους νέους έχουν τη δυνατότητα, στη μετανάστευση και υποβάλλοντας, εκείνα τα παιδιά που αδυνατούν να φύγουν, στην απειλή των ψυχικών παθήσεων, των αυτοκτονιών και της μάστιγας των ναρκωτικών, που, όπως αποκαλύπτουν οι έρευνες, εμφανίζουν «κατά σύμπτωση» αυξητική τάση έως και 60% τα τελευταία χρόνια. Αλλά και για όσους στην εποχή της κρίσης εξακολουθούν να έχουν εργασία τα πράγματα δεν είναι και πολύ καλύτερα, αφού η φτωχοποίηση, όπως αποτιμάται με τη μείωση των μισθών και των συντάξεων και τη συρρίκνωση των εισοδημάτων, έχει υπερβεί το 40% σε σχέση με τα προ του 2010 επίπεδα.
Κι ακόμη υπάρχουν εν έτει 2014 στην Ευρωπαϊκή Ελλάδα 3.000.000 πολίτες ανασφάλιστοι και άρα εξόριστοι από το, ούτως ή άλλως, καταρρέον σύστημα της δημόσιας υγείας, το οποίο έχει ήδη συρρικνωθεί κατά περισσότερο από 40%. Που σημαίνει ότι ένας στους τρεις Ελληνες σήμερα απειλείται άμεσα από τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Η Ελλάδα, δυστυχώς, στην εποχή της συγκυβέρνησης των δύο πολιτικών παρατάξεων, που είναι κατ' εξοχήν υπεύθυνες για τη σημερινή συμφορά, στην εποχή που η υποτέλεια σε αλλότρια συμφέροντα έχει αναχθεί σε κορυφαία πολιτική επιδίωξη, προβάλλεται από τα διεθνή μέσα σαν το πιο ακραίο παράδειγμα χώρας που έχει καταρρεύσει ως αποτέλεσμα της πολιτικής της λιτότητας. Κι όλα αυτά «νομιμοποιούνται» στο όνομα της αποπληρωμής του χρέους απέναντι στους διεθνείς δανειστές. Χάριν του οποίου καταδικάστηκε μια χώρα στην υποτέλεια, μια οικονομία στην ύφεση και ένας ολόκληρος λαός σε φτώχεια, ανεργία και δυστυχία.
Η μείωση του χρέους συνεπώς, μετά από όλη αυτή τη θυσία, θα ήταν το μόνο αποτέλεσμα που θα δικαιολογούσε πανηγυρισμούς από πλευράς κυβέρνησης, καθώς θα ήταν η μόνη δικαίωση των προσπαθειών της. Η μείωση του χρέους θα ήταν η μόνη πραγματική ιστορία επιτυχίας, το μόνο γνήσιο… success story.
Τα νούμερα όμως δεν βγαίνουν. Η αύξηση του χρέους κατά τη διάρκεια των τεσσάρων τελευταίων χρόνων κατά 10% περίπου, από 290 σε 321 δισ. ευρώ που ανακοινώθηκε ότι «έκλεισε» το χρέος το 2013, είναι κόλαφος για τη συγκυβέρνηση και την πολιτική της. Είναι η πλέον επίσημη διάψευση του ισχυρισμού πάνω στον οποίο θεμελιώθηκε η πολιτική των μνημονίων, ότι δηλαδή η λιτότητα θα είχε ευεργετικά δημοσιονομικά αποτελέσματα στην κατεύθυνση της μείωσης του χρέους.
Είναι σαφές ότι η αλλαγή πολιτικής είναι πιο αναγκαία σήμερα παρά ποτέ. Μια αλλαγή τόσο του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος, όσο όμως και του πολιτικού προσωπικού που θα αναλάβει τη μεγάλη προσπάθεια της ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας και της ανάταξης της πληγωμένης κοινωνίας. Οι δοκιμασμένες συνταγές που οδήγησαν σε αποτυχία και οι ξοφλημένοι πολιτικοί που καταρράκωσαν τη χώρα δεν έχουν θέση στην προσπάθεια εξόδου από την πολιτική της λιτότητας και των μνημονίων.
Χρειάζεται μια αλλαγή σε αριστερή κατεύθυνση, με μια πολιτική που θα έχει επίκεντρο τον άνθρωπο και όχι τα νούμερα, που έτσι κι αλλιώς αποδείχτηκε ότι δεν βγαίνουν. Μια πολιτική που θα ενδιαφέρεται για την ανθρώπινη δημιουργία και όχι για τις τράπεζες, που είναι οι μόνες που ευημερούν σήμερα. Μια πολιτική που θα ωφελεί τον ελληνικό λαό και όχι τους διεθνείς δανειστές, που όσο πιο πολλά τους δίνουμε, τόσο πιο πολλά θα μας ζητούν…
……………………………..
*Πρύτανης ΑΠΘ