Της Σίας Αναγνωστοπούλου*
Ο εκσυγχρονισμός-εξευρωπαϊσμός, που προωθεί το κυβερνητικό μέτωπο, θεωρείται ότι προσκρούει στις ανατολίτικες αδράνειες μιας οπισθοδρομικής, εγγενώς πελατειακά συγκροτημένης, κοινωνίας. Αυτοί οι γενικευτικοί, υπεράνω ιδεολογιών, αφορισμοί επιτρέπουν την αταξική, αυθαίρετη και ηθικιστική κατηγοριοποίηση της κοινωνίας: κόσμος των εκσυγχρονιστών-προοδευτικών, κόσμος των αντιεκσυγχρονιστών-συντηρητικών.
Ο προοδευτισμός λοιπόν και ο συντηρητισμός ορίζονται με «γκρίζα» πολιτισμικά κριτήρια: ο Αδωνις Γεωργιάδης είναι εκσυγχρονιστής-προοδευτικός, ο Δημήτρης Παπαδημούλης, αντιεκσυγχρονιστής-συντηρητικός. Τέτοια, ανορθολογικά κριτήρια κινητοποιούνται όταν οι ντόπιες –διεφθαρμένες, απαρχαιωμένες και απαξιωμένες κοινωνικά- ελίτ εξασφαλίζουν την εξουσία τους με την απειλή της ύπαρξης ενός και μοναδικού δρόμου εξορθολογικής συμμόρφωσης σε ένα παγκόσμιο, εκπολιτιστικό-εκσυγχρονιστικό πρόγραμμα. Πρόκειται για έναν θεολογικού τύπου εκσυγχρονισμό, που είναι αυταρχικός, κοινωνικά άδικος και ισοπεδωτικός. Συγκροτεί και αναπαράγει ένα ηθικιστικό, ενοχοποιημένο λόγω του ανατολίτικου πολιτισμού του, «εμείς», το οποίο οφείλει να εμπιστεύεται τη μοίρα του χωρίς αντιστάσεις στους «ειδικούς», αυτούς που του εξασφαλίζουν τη θέση του στον πολιτισμένο κόσμο. Οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που διεκδικούν δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη συνιστούν τον απολίτιστο, συντηρητικό «άλλο».
Ο εκσυγχρονισμός όμως δεν είναι ούτε πολιτισμικό πρόγραμμα των «ειδικών», ούτε νομικές ρυθμίσεις τεχνοκρατών. Είναι πολιτικό, ιδεολογικό πρόγραμμα. Συνεπάγεται κοινωνικές και πολιτικές ανατροπές, ανακατατάξεις και συγκρούσεις, γιατί είναι το κατεξοχήν πεδίο διεκδίκησης της ιδεολογικής και πολιτικής ηγεμονίας στον δημόσιο χώρο, το πεδίο για την ηγεμονική συγκρότηση ενός, πολιτικά και κοινωνικά, νέου «εμείς». Στην Ελλάδα ο εκσυγχρονισμός, ως πολιτισμική -εκδυτικιστική ή εξευρωπαϊστική- αποστολή μιας πολιτικής ελίτ, ταυτίστηκε με την αυταρχική Δεξιά της εποχής του δημοκρατικού ελλείμματος. Της εποχής όπου οι διεκδικήσεις για πολιτική και κοινωνική ισότητα υπονόμευαν την ηγεμονία της.
Τα τελευταία, μνημονιακά χρόνια αυτόν τον πολιτισμικό εκσυγχρονισμό τον επέβαλαν οι ελίτ του ΠΑΣΟΚ οι οποίες για να σώσουν την, απαξιωμένη κοινωνικά, ηγεμονία του χρίστηκαν –με τις ευλογίες της Μέρκελ και της Λαγκάρντ- άγγελοι του εκσυγχρονισμού. Ανοιγαν ωστόσο διάπλατα τον δρόμο στον άλλοτε κατεξοχήν πολιτικό αντίπαλό τους: στη Δεξιά, για την οποία αυτού του τύπου ο εκσυγχρονισμός είναι ιστορικά το προνομιακό πεδίο της. Ετσι η Ν.Δ., με τον μανδύα του εκσυγχρονισμού, με τη σύμπραξη του (κάποτε αριστερού) ΠΑΣΟΚ και της ανιστόρητης, μεταμοντέρνας ΔΗΜΑΡ, παίρνει μετά από 30 χρόνια την ιστορική ρεβάνς για το σύνολο της Δεξιάς (και της άκρας δεξιάς, εκσυγχρονιστικής και αντιεκσυγχρονιστικής) απέναντι στην Αριστερά.
Ελάχιστοι μήνες χρειάστηκαν για να αποκαλυφθεί ότι το εκσυγχρονιστικό-ευρωπαϊστικό πρόσωπο της Ν.Δ. έκρυβε τη βαθιά, εμφυλιακή «ψυχή» της. Το πανηγύρι άρχισε όταν η Ν.Δ. αποφάσισε να ξεμπερδέψει μια και καλή με τον αριστερό της αντίπαλο: τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο εθνικός προδότης τού χθες με τα κονσερβοκούτια έγινε ο τρομοκράτης τού σήμερα. Την ώρα λοιπόν που ο Βενιζέλος ψάχνει το στικάκι της διεφθαρμένης αθωότητας του ΠΑΣΟΚ και ο Κουβέλης τον μεταμοντέρνο, παράδεισο της Κεντροαριστεράς, ο Σαμαράς επαναπατρίζει, στο όνομα του Θεού, στα δεξιά χωρικά ύδατα τον εκσυγχρονισμό και τον ευρωπαϊσμό. Χρειάστηκε η καταστροφή της κοινωνίας για να επανανομιμοποιηθεί η Δεξιά ως εκσυγχρονιστική, προοδευτική δύναμη, και μάλιστα από «αριστερά».
Ο εθνικός εκσυγχρονισμός του Σαμαρά ήταν το προεκλογικό άλλοθι για την ανασυγκρότηση της ιστορικής Δεξιάς. Απέναντί του λοιπόν πρέπει να αντιπαρατεθεί ένα μέτωπο με αριστερό εκσυγχρονιστικό πρόγραμμα στη βάση του οποίου θα ανασυγκροτηθούν δημοκρατικά και με κοινωνική δικαιοσύνη οι σχέσεις κράτους-κοινωνίας. Η κοινωνία εμπιστεύτηκε στις τελευταίες εκλογές αυτόν τον ρόλο στον ΣΥΡΙΖΑ, δείχνοντας ταυτοχρόνως ότι αναζητεί τη συγκρότηση ενός νέου ρεαλιστικού οράματος για τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη και τον κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι η εμφυλιακού τύπου επίθεση στον ΣΥΡΙΖΑ εγκαινιάστηκε τη στιγμή που ο Τσίπρας ξεκίνησε την περιοδεία του στον κόσμο και την Ευρώπη. Στη δεξιά ιδεολογία η κοινωνική δικαιοσύνη και η δημοκρατία (με κοινωνική ισότητα) δεν αποτελεί πολιτική δέσμευση: η Αριστερά μπορεί να «παίζει με αυτά».
Το έθνος όμως και η θέση του στην Ευρώπη και τον κόσμο ήταν πάντα το κρίσιμο σημείο της ιδεολογικής και πολιτικής συνοχής της. Μετά από χρόνια απογοητεύσεων το ξανακέρδισε από το ΠΑΣΟΚ και χάρη σε αυτό. Δεν θα το χαρίσει τώρα εύκολα στον αριστερό, εθνικό προδότη, αντίπαλο. Η μάχη ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ θα κορυφώνεται όσο ο ΣΥΡΙΖΑ θα εμπεδώνει στην κοινωνία τη θέση του ως του μοναδικού φορέα ενός δημοκρατικού εκσυγχρονιστικού προγράμματος, που διαμορφώνεται μέσα από συνεχή διάλογο και διεύρυνση στην κοινωνία. Θα εμπεδώνει επίσης στην Ευρώπη και τον κόσμο τον ρόλο του μοναδικού αξιόπιστου, μαζικά νομιμοποιημένου, μη πελατειακού αλλά και μη εξαρτημένου από τα διεθνή δίκτυα διαφθοράς, συνομιλητή. Η Ιστορία έχει δείξει ότι μια πολιτική δύναμη, δημοκρατικά και μαζικά εκλεγμένη, με ένα όραμα ρεαλιστικό, πλασμένο από τις μεγάλες ευρωπαϊκές αξίες, υποχρεώνει και τον πιο σκληρό ιδεολογικά, διεθνή αντίπαλο να συνομιλήσει μαζί της. Η Ιστορία επίσης είχε πάντα και έχει πολλές γωνίες θέασης. Η μία ανήκει μόνο στον Θεό.
…………………………………………………………………………………………………………………………………………
*Ιστορικός,αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πάντειο Πανεπιστήμιο