Του Ευάγγελου Αυδίκου*
Ηταν οι μέρες που η λαγκάρντειος λιστομαχία είχε φουντώσει. Το ζάπινγκ κάνει κακό στην υγεία τέτοιες ώρες, στα κανάλια επαναλαμβάνονται τα ίδια επιχειρήματα, από τα ίδια πρόσωπα, ο κύριος κορμός είναι τα «βαριά» ονόματα της τηλεοπτικής μαστορο-τσιρίδας. Τέτοιες ώρες το Διαδίκτυο δίνει διαφορετικό τόνο, προσθέτει χρώμα κι ενδιαφέρον στην ενημέρωση. Συνελήφθη από την τοπική αστυνομία ένας νεαρός, διάβαζα στον ιστότοπο. Την ίδια ώρα οι φωνές στον τηλεοπτικό δέκτη έδιναν τη μάχη της λίστας και της κολοκυθιάς. Οχι ένας αλλά δύο, γιατί όχι τρεις οι υπεύθυνοι για την προανακριτική, προσέθεταν άλλοι. Με το μαλακό, κινδυνεύει το πολιτικό σύστημα, κινδυνεύει η χώρα, αντέτειναν οι απέναντι… Των οικιών ημών εμπιπραμένων ημείς άδομεν, έλεγαν οι παλιοί σοφοί. Με άλλα λόγια, η λαϊκή θυμοσοφία θα μιλούσε περί διαφόρων που… χτενίζονται.
Το ατόπημα του νεαρού; Εκλεψε ένα ζευγάρι παπούτσια, παραμονή των Φώτων. Επισκέφτηκε τους νοικοκυραίους με σκοπό να «τα πει», μέρες που ήταν. Ευκαιρία να μαζέψει κανένα ευράκι να λαδώσει το έντερό του. Να νιώσει παιδί; Δεν αποκλείεται. Τέτοιες μέρες η φαντασία των παιδιών οργιάζει. Περιμένουν τον Αϊ-Βασίλη τους. Μόνο ένα θαύμα μπορεί να δώσει σε κάποια παιδιά χαρά. Να χρωματίσει τη ζωή τους. Ισως έτσι να σκέφτηκε το παιδί την ώρα που έλεγε τα κάλαντα. Στον διάδρομο τού γυάλισαν ένα ζευγάρι παπούτσια. Ηταν το δικό του θαύμα, λίγο πριν κλείσει ο κύκλος των γιορτών. Ο Αϊ-Βασίλης αυτή τη φορά άργησε, μα δεν τον ξέχασε. Μπροστά του βρισκόταν ένα φρεσκοβαμμένο ζευγάρι παπούτσια. Το αντικείμενο του πόθου του. Γι' αυτόν ηδονή ήταν να νιώσει ζεστά τα πόδια του. Να κρύψει την ντροπή από τους συμμαθητές του που θα τον έβλεπαν πάλι με τα ίδια τρύπια, ξεθωριασμένα, ξεγοφιασμένα παπούτσια, που τα κληρονόμησε από τον μεγάλο του αδελφό στην καλύτερη περίπτωση ή από κάποιον κάδο σκουπιδιών.
Στην τηλεόραση οι πανελίστες είχαν αυξήσει την ένταση. Λίγα τα λεφτά που θα εισέπραττε η πολιτεία από τη φορολόγηση των εγκαταβιούντων στη λαγκάρντειο λίστα, είπε κάποιος απ’ αυτούς, ευχαριστημένος ίσως και με καθαρή τη συνείδησή του. Μικρό το παράπτωμα, ανάξια λόγου η ενασχόληση με όσους «ξέχασαν» τη λίστα στα συρτάρια τους.
Η πατρίδα μάλλον κινδύνευε από τον μικρό εραστή των παπουτσιών, την παραμονή των Φώτων. Οι πατρίδες πάντα κινδυνεύουν από τους Αγιάννηδες που διεκδικούν ένα καρβέλι ψωμί, ένα ζευγάρι παπούτσια, ένα κεραμίδι. Οι υπερασπιστές της πατρίδας είναι πάντα οι παπουτσωμένοι, οι πολίτες που έχουν το δικαίωμα να στεγάζονται στις λίστες απολαμβάνοντας τον ιδρώτα της φοροδιαφυγής τους.
Τα παπούτσια ήταν πάντα το μέσο που θέρμαινε τις ελπίδες των αδύναμων για μια καλύτερη ζωή. Στη φαντασία των παιδιών τα παπούτσια ως δώρο αποκτούσαν μυθικές διαστάσεις. Ο «Αννίβας» της Αλκης Ζέη προσδίδει στα παπούτσια μαγικές διαστάσεις. Προσδοκά το δώρο των αθλητικών παπουτσιών που θα λειτουργήσουν σαν τα φτερά που θα τον κάνουν να πετάξει στην αθλητική επιτυχία.
Τα παπούτσια γίνονται μέσο θαλπωρής αλλά και απόδρασης από το κοινωνικό περιθώριο. Το γοβάκι τελικά ήταν εκείνο που βοήθησε τη Σταχτοπούτα να ξεφύγει από την εσωστρέφεια του τζακιού και να βρει στο πρόσωπο του βασιλόπουλου τον ιδανικό σύντροφό της. Μαζί με τις κοινωνικές νοηματοδοτήσεις, τα παπούτσια έγιναν το σύμβολο της έμφυλης ταυτότητας. Τα τελευταία χρόνια η ανάγκη για αγορά παπουτσιών έγινε φετίχ της γυναικείας σεξουαλικότητας.
Στο διάστημα που έκανα αυτές τις σκέψεις η λιστο-συζήτηση στη Βουλή είχε φουντώσει. Το αποτέλεσμα ήταν απαλλακτικό για όλους τους παπουτσωμένους. Το ρεπορτάζ στο Διαδίκτυο για τον κλέφτη των παπουτσιών τελείωνε ως εξής: οι αστυνομικοί συγκινήθηκαν με το περιστατικό αλλά δεν μπορούσαν να παραβλέψουν την πράξη. Ηταν κλοπή. Δυστυχώς, ο νεαρός δεν ήταν παπουτσωμένος.
……………………………………………………………………………………………………………………………..
*Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας