Pin It

Του Παντελή Κυπριανού*

 

Μεταπολίτευση: ο όρος χρησιμοποιείται ευρέως, αλλά γενικόλογα και χαλαρά. Αρχίζει το 1974 αλλά τελειώνει πότε; Εχουν καμιά σχέση αυτά που συνέβησαν τη δεκαετία του 1990, οι εθνικιστικές εξάρσεις και το εγχείρημα του «εκσυγχρονισμού», για να μείνουμε σε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα, με όσα συνέβησαν πριν; Μόνο αν θεωρήσουμε ότι τα δεύτερα είναι απότοκα των πρώτων. Με ποια λογική όμως;

 

Η ασάφεια είναι ο καλύτερος τρόπος να φτιάξουμε έναν αποδιοπομπαίο τράγο που δήθεν εξηγεί όλα τα δεινά μας. Για όλα φταίει η Μεταπολίτευση. Ετσι, ούτε την Ιστορία κατανοούμε ούτε την αξιοποιούμε ως εμπειρία και ως καθρέφτη για να αναμετρηθούμε με τους εαυτούς μας.

 

Η Μεταπολίτευση ως μετάβαση από μια διδακτορία σε μια φιλελεύθερη αστική Δημοκρατία είναι μία εξαιρετική κατάσταση. Ως τέτοια αλλάζει τους καθημερινούς ρυθμούς και επιβάλλει τους δικούς της. Αυτό είναι σύνηθες, αλλά κατά τεκμήριο δεν διαρκεί. Γιατί εδώ κράτησε μέχρι, τουλάχιστον, το 1985; Γιατί οι κυβερνήσεις της Ν.Δ. δεν μπόρεσαν να απορροφήσουν τους κραδασμούς και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, προεξάρχοντος του ΠΑΣΟΚ, αξιοποίησαν το κλίμα, το συντήρησαν με αποτέλεσμα τις διαρκείς κινητοποιήσεις και τον εκλογικό θρίαμβο του 1981.

 

Το πρόβλημα με τη Μεταπολίτευση έγκειται σε δύο σημεία. Αντίθετα με τις διακηρύξεις του ΠΑΣΟΚ (κοινωνικοποιήσεις, συμμετοχικός σοσιαλισμός, κριτική στην «παραδοσιακή Αριστερά» για κρατισμό), εκτρέφει αυτό που αποκηρύσσει: τον κρατισμό. Εχουμε κάτι αντίστοιχο με τη Γαλλική Επανάσταση: στρέφεται ενάντια στο «παλαιό καθεστώς» που στηρίζεται στο κράτος και καταλήγει να το δυναμώσει.

 

Το δεύτερο πρόβλημα, αναμενόμενο, έγκειται στην επιστροφή στην καθημερινότητα και στην αποστασιοποίηση, μετά το 1985, από τα κόμματα. Μέσα και έξω από το κράτος συγκροτούνται συνεκτικές ομάδες δύσκολα ελέγξιμες από κόμματα και κυβέρνηση, οι οποίες ενεργούν, καθ' όλα λογικά, για τα συμφέροντά τους. Σε συνδυασμό με την εισβολή των ΜΜΕ στην καθημερινότητά μας, η εξέλιξη αυτή οδηγεί στη μεταμόρφωση των δύο τότε κομμάτων εξουσίας, της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ. Από μαζικά μετατρέπονται σε ενώσεις βαρόνων. Τα πρωτοκλασάτα στελέχη αυτονομούνται και συγκροτούν προσωπικούς μηχανισμούς στηριγμένα, ως επί το πλείστον, στην προσωπική προβολή και τις πελατειακές πρακτικές.

 

Ετσι, η διελκυστίνδα σε διακηρύξεις και πρακτικές, σε δηλώσεις και αποτελέσματα. Εκσυγχρονισμό έλεγαν οι του Κ. Σημίτη, επανίδρυση του κράτους οι του Κ. Καραμανλή. Πολλοί από τους πρώτους διώχθηκαν για κακοδιοίκηση, πολλοί από τους δεύτερους εξαφανίστηκαν πολιτικά γιατί και τα ελλείμματα αυξήθηκαν και οι πελάτες δεν μειώθηκαν. Φταίει γι' αυτά η Μεταπολίτευση; Φταίει αυτή για τους μεγαλοϊδεατισμούς της δεκαετίας του 1990 και τους φαραωνικούς Ολυμπιακούς Αγώνες;

 

Αν μπορεί κανείς να προσάψει κάτι στη Μεταπολίτευση, είναι η αφελής, θα έλεγα, πίστη στη δύναμη του πολιτικού να μεταμορφώσει την κοινωνία αγνοώντας τις τεράστιες μεταβολές δίπλα μας, από την προϊούσα κατίσχυση του νεοφιλελευθερισμού ώς την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Αλλά και εδώ η Μεταπολίτευση δεν έγινε από παρθενογένεση. Αναπαρήγαγε τους ιδεολογικούς προσανατολισμούς τής τότε Αριστεράς (όλα είναι πολιτική) αλλά και την πρακτική μιας Δεξιάς που παρέμεινε στην εξουσία, κυρίως μετά τον Εμφύλιο, και διαχειρίστηκε τη σχέση τους με τους άλλους, εταίρους και εχθρούς, μέσω και δυνάμει του κράτους και των μηχανισμών του.

 

Αλλά να που φτάσαμε σήμερα στην άλλη άκρη, την ολική έκλειψη του πολιτικού, στο όνομα μιας δήθεν τεχνικής ορθολογικότητας στόχων και αποτελεσμάτων, ενοχοποιώντας το χθες και μετατρέποντας τα πάντα σε μονάδες και αριθμούς, για να ξεπληρωθούν οι δανειστές μας. Ετσι, έχουμε μια μεγάλη ευκαιρία να ξαναδούμε το ζήτημα του πολιτικού και να ανακαλύψουμε ότι η αφελής αντίληψη της Μεταπολίτευσης είχε και τα καλά της.

 

Πολιτική σημαίνει στοιχειώδες ενδιαφέρον για τα κοινά, συζήτηση για τους προσανατολισμούς της κοινότητας, διάλογος για τα ακολουθητέα μέσα και συλλογική προσπάθεια για την επίτευξη των κοινών πια στόχων. Μπορεί στη Μεταπολίτευση πολλά από αυτά να επισκιάστηκαν από την κυριαρχία των κομμάτων και τη λεγόμενη κομματοκρατία, αλλά ακόμη και έτσι το κέρδος ήταν τριπλό: η συμμετοχή ήταν εμπειρία και ως τέτοια άλλαξε τη ζωή πολλών ανθρώπων, διεύρυνε, έστω και προσωρινά, τη σύνθεση των κυρίαρχων ομάδων, και, τέλος, έδειξε ότι είναι αναγκαίος όρος για να αλλάξει, έστω και λίγο, ένα κλειστό και ανελαστικό πολιτικό και οικονομικό σύστημα.

 

………………………………………………………………………………………………….

 

* Καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών

 

Scroll to top