Του Δημ. Γ. Χριστοφιλόπουλου*
Σε κάθε οικονομική κρίση έρχεται στην επιφάνεια το θέμα της αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας. Ομως πολλοί αγνοούν ότι τα τελευταία εξήντα χρόνια η δημόσια περιουσία έχει «αξιοποιηθεί» αρκετά καλά με μείωση κατά 40%. Περίπου. Πανέμορφες ακτές και άλλες περιοχές ιδιαίτερης και μη προστασίας εξαφανίστηκαν ή πουλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές από το Δημόσιο σε ιδιώτες. Ο ένας μετά τον άλλο οι διάφοροι καταπατητές κατελάμβαναν παράνομα ακτές, βουνά και άλλες περιοχές ιδιαίτερης ή μη προστασίας και πετύχαιναν, συνήθως παραμονές εκλογών, τη νομιμοποίηση της παρανομίας τους από φαύλες κυβερνήσεις, οι οποίες ενδιαφέρονταν μόνο για τη δημιουργία πελατειακών σχέσεων. Σε άλλες περιπτώσεις η αδιαφορία και η αμέλεια ή και η διαφθορά των αρμόδιων για τη φύλαξη της δημόσιας περιουσίας γραφειοκρατών είχαν αποτέλεσμα την απώλειά της.
Η μέσω της «αξιοποίησης» αυτής απώλεια αφορά κυρίως τη δημόσια περιουσία του Δημοσίου, την οποία διαχειρίζεται η εκάστοτε κυβέρνηση για λογαριασμό του ελληνικού λαού. Οι περιοχές, που αποτελούν τη δημόσια περιουσία του Δημοσίου, δεν μπορούν να καταστούν αντικείμενο αγοραπωλησίας εκ μέρους του. Λόγω της μορφής της φύσης, του προορισμού και του χαρακτήρα τους δεν προσφέρονται για οικοδόμηση και γενικότερα κερδοσκοπική εκμετάλλευση, αλλά παραμένουν σε φυσική κατάσταση, απαγορευομένης της οποιαδήποτε συναλλαγής τους ή δομικής παρέμβασης. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι εκτάσεις φυσικού κάλλους και φυσικής ζωής, οι ζώνες ιδιαίτερης προστασίας (δάση, δασικές εκτάσεις, παραλιακές, ορεινοί όγκοι κ.λπ.), οι ιστορικοί τόποι (αρχαιολογικοί χώροι) και γενικά οι περιοχές-χώροι που συνθέτουν τη φυσική και πολιτιστική κληρονομιά της χώρας και απαρτίζουν το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον που τυγχάνει συνταγματικής προστασίας.
Ως κύριος της δημόσιας γης του Δημοσίου εμφανίζεται το ίδιο και οι αντίστοιχοι δημόσιοι φορείς. Στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για κοινωνική ιδιοκτησία, η οποία ανήκει και είναι αφιερωμένη στη χρήση και απόλαυση όλου του ελληνικού λαού. Αυτή η κοινωνική ιδιοκτησία, που περιλαμβάνει τα φυσικά και πολιτιστικά αγαθά της χώρας, είναι ενταγμένη στο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον που προστατεύεται από το άρθρο 24 του Συντάγματος.
Αυτή η δημόσια (κοινωνική) περιουσία, ενώ δεν προορίζεται για εκμετάλλευση, ούτε και μπορεί να αλλάζει ο προορισμός της, έχει μπει στο στόχαστρο και συνεχώς μειώνεται.
Οι συνήθεις τρόποι μείωσης δημόσιας περιουσίας είναι η καταπάτησή της και στη συνέχεια η εξαγορά της από τους καταπατητές και η έλλειψη δραστικής προστασίας της.
Διάφοροι «αετονύχηδες» ιδιώτες, με την ανοχή ή την αδιαφορία των υπευθύνων για τη διαφύλαξή της, καταλαμβάνουν δημόσια περιουσία, την κατέχουν και τη νέμονται για αρκετά χρόνια και στη συνέχεια επιτυγχάνουν την εξαγορά της. Ο αρμόδιος υπουργός τής εκάστοτε κυβέρνησης, αντί να εγκαλέσει τους υπεύθυνους για τη διαφύλαξή της δημόσιους φορείς, ενδίδει στην εξαγορά της από τους καταπατητές σε εξευτελιστικές συνήθως τιμές με το πρόσχημα της ανάγκης συγκέντρωση χρημάτων ή και για πελατειακούς λόγους καθώς οι καταπατητές έχουν καταστεί υπολογίσιμη εκλογική πελατεία.
H κοινωνική ιδιοκτησία, με διάφορους τρόπους (αποχαρακτηρισμοί, καταπατήσεις κ.λπ.), συνεχώς μειώνεται λόγω της εγκληματικής αδιαφορίας της διοίκησης και της εκάστοτε κυβέρνησης, της απληστίας ορισμένων κληρικών και μοναχών αλλά και καταπατητών ιδιοκτητών. Από το 1950 μέχρι σήμερα έχει απολεστεί το 65% της κοινωνικής ιδιοκτησίας. Πρόσφατη έρευνα («Ε»,29-9-08) έδειξε ότι μέσα σε μια διετία χάθηκε το 6% των δασών. Σε μερικά χρόνια θα αποτελεί είδος προς εξαφάνιση.
Για να σταματήσει το ξεπούλημα της δημόσιας ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου και των άλλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (κοινωνική ιδιοκτησία) και προκειμένου να περισωθεί ό,τι έχει απομείνει από την κοινωνική ιδιοκτησία θα πρέπει :
Α. Να εφαρμοστούν οι σχετικοί ποινικοί και άλλοι νόμοι προστασίας και να απαγορευτεί η οποιαδήποτε διαχειριστική ενέργεια, η οποία θα έχει σκοπό τον αποχαρακτηρισμό της δημόσιας περιουσίας του Δημοσίου.
Β. Να τροποποιηθούν οι σχετικοί νόμοι προκειμένου να αφαιρεθεί η αρμοδιότητα διαχείρισης της δημόσιας περιουσίας του Δημοσίου και των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου από τους διάφορους δημόσιους φορείς (Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου, Εταιρεία Τουριστικών Ακινήτων κ.λπ.).
Γ. Να δημιουργηθεί μια Ανεξάρτητη Αρχή για την προστασία της δημόσιας γης ανεξαρτήτως από τον ιδιοκτήτη της (Δημόσιο, Εκκλησία, μοναστήρια ή και ιδιώτες) ή Εισαγγελικό Σώμα σχετικό με τη δίωξη των ιδιοκτητών της δημόσιας και γενικότερα κοινωνικής ιδιοκτησίας που θα προβαίνουν σε ενέργειες αποχαρακτηρισμού της μορφής της ως κοινωνικής και της μετατροπής της σε οικόπεδα ή γήπεδα. Η μετατροπή αυτή να ποινικοποιηθεί. Ο σημερινός θεσμός τού κατά περίσταση εισαγγελέα Περιβάλλοντος χωρίς καμιά εξειδίκευση δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικός.
Δ. Να δημιουργηθεί Επιμελητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης, στο οποίο να ανήκουν όλοι όσοι έχουν εξειδικευτεί σε θέματα Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Πολεοδομίας. Μεταξύ των σκοπών του επιμελητηρίου να είναι και η ευαισθητοποίηση των πολιτών σε περιβαλλοντικά θέματα.
Αν δεν υπάρξει μια άλλη οργάνωση προστασίας της δημόσιας γης, οι παντός είδους προστάτες, καταπατητές κ.λπ δεν θα αφήσουν σπιθαμή δημόσιας γης με απρόβλεπτες συνέπειες, εκτός των άλλων, και για την υγεία, διαβίωση αλλά και την ποιότητα ζωής των πολιτών.
*Καθηγητής Θεσμών και Πολιτικής Χωροταξίας-Πολεοδομίας, μέλος του Συλλόγου Ελλήνων Πολεοδόμων και Χωροτακτών