Pin It

Της Μαριάννας Τόλια

 

Υπήρχαν πολλές ενστάσεις στον τρόπο με τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ διάβαζε την ελληνική και ευρωπαϊκή κρίση και πολιτευόταν έως πρόσφατα. Αρχικά το κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς έδειξε να αγνοεί τις αναλύσεις που προέβλεπαν ότι το πρόγραμμα των δανειστών θα οδηγούσε την Ελλάδα σε υφεσιακό σπιράλ και στάθηκε αρνητικά απέναντι στις όποιες –ριψοκίνδυνες και μη– ευκαιρίες παρουσιάστηκαν ως το PSI για έναν άλλο δρόμο. Στη συνέχεια, άφησε επί μακρόν τη δράση του να παγιδευτεί ανάμεσα στην υποστήριξη των «κινημάτων» -ουσιαστικά των υπαλλήλων του στενού και ευρύτερου τομέα αφού μόνο αυτοί έχουν ισχυρά συνδικάτα, συνάμα όμως αποτελούν και τις μόνες προστατευμένες ομάδες εργαζομένων σε αυτή τη χώρα– και τη δράση στους κόλπους του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς.

 

Ισως όμως το πιο προβληματικό στοιχείο να υπήρξε η παρατεταμένη άρνησή του να αναγνωρίσει ότι η Ελλάδα, ως μέλος μιας προβληματικής και ακραία νεοφιλελεύθερης νομισματικής ένωσης και με ένα δημόσιο και ιδιωτικό τομέα που είχαν υπερδανειστεί σε ευρώ -ένα οιονεί ξένο νόμισμα που η χώρα δεν έλεγχε μέσω της κεντρικής τράπεζάς της–, βρισκόταν από το 2010 σε ελεγχόμενη πτώχευση κι εξαρτιόταν από τους δανειστές της. Το πρόβλημα αυτό το βρήκε μπροστά του στις εκλογές. Το 4% έγινε 27% αλλά οι εκλογές χάθηκαν. Και χάθηκαν όχι μόνο εξαιτίας της εκστρατείας τρομοκρατίας που εξαπέλυσαν οι αντίπαλοί του αλλά κι επειδή ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να απαντήσει στο αιχμηρό αλλά ορθό ερώτημα των καναλιών: «Λέτε πως θα καταργήσετε τα μνημόνια, τα χαράτσια, θα επαναφέρετε μισθούς και συντάξεις κι όλα αυτά κρατώντας τη χώρα στο ευρώ. Πού θα βρείτε τα λεφτά;»

 

Να όμως που έκανε τη θετική έκπληξη. Οι δύο εξαιρετικές –και με επικοινωνιακούς όρους– συνεντεύξεις που έδωσε ο επικεφαλής οικονομικού σχεδιασμού του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννης Δραγασάκης αυτή την εβδομάδα στη ΝΕΤ και τον Σκάι σηματοδότησαν μια μετάβαση από το αόριστο και παρελθοντικό στο συγκεκριμένο, παροντικό και ρεαλιστικό. Παρείχαν επίσης τις βασικές γραμμές ενός συγκροτημένου και πειστικού πολιτικού σχεδίου του. Τι ακριβώς φάνηκε με αυτές τις συνεντεύξεις:

 

Πρώτον, η ρητορική των υποσχέσεων για επιστροφή στο προπτωχευτικό παρελθόν της Ελλάδας εγκαταλείφθηκε. Ο ΣΥΡΙΖΑ βλέπει επιτέλους κατάματα την πραγματικότητα της οικονομικής και κοινωνικής κατάρρευσης και διαγράφει με ειλικρίνεια και αριστερή έγνοια τις δυνατότητες του σήμερα. Η πολιτική του πρόταση αναγνωρίζει ότι λεφτά δεν υπάρχουν, έτσι δεν αφορά πλέον απαλλαγές από χαράτσια, τουλάχιστον όχι για όσους έχουν δουλειά και εισοδήματα, ούτε αποκατάσταση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων. Εστιάζει στην υποστήριξη των πιο αδύναμων, με δεσμεύσεις για επαναφορά του κατώτατου μισθού του ιδιωτικού τομέα και προτάσεις για εισαγωγή κοινωνικού μισθού που μπορεί να περιλάβει την παροχή δωρεάν νερού, ηλεκτρικού και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στους άνεργους και τους ευάλωτους.

 

Δεύτερον, αντιλαμβάνεται ορθά ότι πρέπει να επιδιώξει μια ισορροπία απέναντι στη διχοτομία δημόσιο-ιδιωτικό σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις, διότι ναι μεν ο ίδιος προκρίνει τον δημόσιο έλεγχο, αλλά η χώρα ανήκει σε ένα νεοφιλελεύθερο μπλοκ και δεν μπορείς να φέρεις τα πάνω κάτω χωρίς περαιτέρω κόστος. Κατά συνέπεια παραμένει ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις των κερδοφόρων δημόσιων επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, εμφανίζεται όμως θετικός απέναντι σε ξένες επενδύσεις που ικανοποιούν τις ανάγκες της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας.

 

Τρίτον, καταθέτει ένα ξεκάθαρα διαρθρωμένο πολιτικό σχέδιο για την απεμπλοκή της Ελλάδας από τη λιτότητα έως θανάτου με τρία βήματα. Βήμα πρώτο: η επεξεργασία ενός προγράμματος μεταρρυθμίσεων, δημοσιονομικής διαχείρισης και παραγωγικής ανασυγκρότησης. Πρόκειται για το ζητούμενο δικό μας πρόγραμμα που θα αντικαταστήσει το πρόγραμμα των δανειστών το οποίο φτωχοποιεί ανεπίστρεπτα την ελληνική κοινωνία μόνο και μόνο για να δώσει την ψευδή εντύπωση ότι το πρόγραμμα βγαίνει. Βήμα δεύτερο: με αυτό το πρόγραμμα κατεβαίνει στις εκλογές. Βήμα τρίτο: αν πάρει τις εκλογές, πάει στην Ευρώπη με φρέσκια λαϊκή εντολή και ζητά αναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης, χωρίς να διαπραγματευτεί καμία οπισθοχώρηση από το επικυρωμένο από τη λαϊκή πλειοψηφία πρόγραμμά του. Ζητά δηλαδή ευρωπαϊκή χρηματοδότηση για την εφαρμογή του, αν του την αρνηθούν ζητά εξαιρέσεις από την κοινοτική νομοθεσία που θα διευκολύνουν την εφαρμογή του κι αν του τις αρνηθούν κι αυτές, προχωρά μόνος του με τους διαθέσιμους πόρους επιλέγοντας την ανυπακοή.

 

Το νέο πολιτικό σχέδιο θα βρει αντιστάσεις, έχει όμως ένα μεγάλο ατού: υπάρχει ευρύτατη κοινωνική συναίνεση ότι η λιτότητα πρέπει να τελειώσει φέτος. Η συναίνεση αυτή γίνεται αντιληπτή παντού για όποιον έχει τα αυτιά του ανοιχτά, στις παρέες, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αλλά και στα γραπτά πολιτικών προσώπων του άλλου πόλου. Για παράδειγμα του Ανδρέα Ανδριανόπουλου, που ζητά στάση πληρωμών, και του πρώην πρόεδρου του ΣΜΕΧΑ και υποψήφιου με τη Ν.Δ. στις τελευταίες εκλογές Αλέξανδρου Μωραϊτάκη, που μόλις πριν από μία βδομάδα βγήκε και προειδοποίησε ανοιχτά για επερχόμενη εθνική καταστροφή, χειρότερη κι από τη Μικρασιατική αν συνεχιστεί το πρόγραμμα.

 

[email protected]

 

Scroll to top