Yποσημειώσεις
Της Ιωάννας Μαργιώκη
- Χθες ήμουν τόσο ψόφια που δεν είδα ούτε τον Σουλεϊμάν.
- Χθες γυρίσαμε ξημερώματα από Αγία Πετρούπολη, γι' αυτό δεν έστειλα τα παιδιά στο σχολείο.
- Χθες δεν ήμουν μ' άλλη γκόμενα, με τους συναδέλφους τα 'πινα. Εσένα αγαπάω, ρε χαζή.
- Χθες την τελειώσαμε τη δουλειά με τον έναν, θα σου φέρω σήμερα στη ΓΑΔΑ άλλον έναν.
- Χθες ήμουν πασάς στα Γιάννενα και σήμερα θα 'χω την καριόλα αγά στα αρχίδια μου;
Ηχητικά αποκόμματα μιας χθεσινής ημέρας, από αυτοσχέδιες τηλεφωνικές υποκλοπές μες στο λεωφορείο, ντύνουν την καθημερινότητά σου με αστείρευτη χυδαιότητα κι απέραντη απορία: Μα πού ζεις εσύ; Πού ζουν οι γύρω σου; Συχνά καθιστός πλέον, διασχίζεις τους δρόμους της πόλης με σχετική ταχύτητα – αμφότερα «πολυτέλειες» σε καιρούς ευημερίας που σου τις προσφέρει τώρα η κρίση. Μετράς απ' το παράθυρό σου συμπολίτες, σουλουπωμένους κι ασουλούπωτους, τσαλακωμένους κι ατσαλάκωτους, αλώβητους κι εξαθλιωμένους, ελπιδοφόρους νέους και τελειωμένα πρεζόνια – αλήθεια, το εμπόριο πρέπει να έχει νομιμοποιηθεί κι εσύ ο άσχετος δεν το 'χεις μάθει, δεν εξηγείται αλλιώς. Μετράς ακόμη κλειστά μαγαζιά. Θύματα της κρίσης με στρατιές ανέργων, σκέφτεσαι. Μετράς και επιχειρήσεις που επιβιώνουν ή και ανθούν. Ακόμη κάποιοι καταναλώνουν, κάποιοι διασκεδάζουν, ευτυχώς ή δυστυχώς. Τι να σκεφτείς, δεν ξέρεις.
Κι έχεις και την όσφρηση από πάνω να σου επιβάλλει δόσεις από αμάζευτα σκουπίδια, υπαίθρια κάτουρα, ενοχοποιητικό κάρι για τους Πακιστανούς στην Ελλάδα, ενοχοποιητικό σκόρδο για τους Ελληνες στης Γερμανία κι ενοχοποιητικές νεραντζιές που κάπου αντικαταστάθηκαν με δεν θυμάσαι τι. Κλεισούρα μες στην ανοιχτωσιά.
Για γεύση και αφή δεν το συζητάς καν – δεν θες μπλεξίματα με την Αντιτρομοκρατική. Και με την όραση μπορείς να τα βολέψεις' μπορείς να κλείσεις τα μάτια και να -προσποιηθείς έστω ότι- κοιμάσαι.
Η όσφρηση κι η ακοή όμως είναι άκρως φασιστικές αισθήσεις. Η μια εισβάλλει μέσα σου μαζί με την αναγκαία ανάσα. Πάει και στέκεται μυστηριωδώς κι ανεξίτηλα στη μνήμη σου. Η άλλη πάλι τρυπώνει όσο κι αν βουλώσεις τα αυτιά σου και πρέπει να έχεις δεθεί γερά για να μην παρασυρθείς απ' τη βλακεία, την αλαζονεία, την αμετροέπεια, την ατιμία, την ανανδρία.
Αναζητείται δε ένα στέρεο κατάρτι. Κάτι για να διακρίνεις ευωδίες από δυσωδίες. Κάτι που να αλλάξει τις μόνιμες επωδούς, τις ασυγχώρητες πλέον, «η βλακεία υπερισχύει», «οι έξυπνοι πάντα τα καταφέρνουν», «άσ' την άλλην να καίγεται», «εγώ ελπίζω να τη βολέψω», «δεν θα γίνω εγώ ο μαλάκας της υπόθεσης».
Μες στης ζωούλας σου την πρωτόγνωρη καταστροφή έχεις βαρεθεί να μετράς γύρω σου παιδιά που δεν γίνονται άντρες. Καταλαβαίνεις τουλάχιστον πως δεν φταίει κανένας Αχιλλέας απ' το Κάιρο; Η ανύπαρκτη σύνδεση όλων μας με την πραγματικότητα είναι το πρόβλημα.