Του Τάσου Παππά
«Μην χτυπάτε το σύστημα, καραδοκούν οι εχθροί της δημοκρατίας». Η θεωρία είναι παλιά, τόσο παλιά όσο και το σύστημα. Επανέρχεται στην επικαιρότητα με αφορμή την καταδίκη Παπαγεωργόπουλου και τη δίκη Τσοχατζόπουλου. Οι οπαδοί της θέλουν να μας πείσουν ότι αυτές οι υποθέσεις και οι πολλές άλλες που προηγήθηκαν, αλλά κι αυτές που θα ακολουθήσουν, δεν έχουν να κάνουν με τη δομή του κράτους, τη λειτουργία των θεσμών, τον τρόπο που διαχειρίστηκαν την εξουσία τα κόμματα του συναινετικού δικομματισμού, τα εγκατεστημένα οικονομικά συμφέροντα, τα πελατειακά δίκτυα και τις σχέσεις διαπλοκής πολιτικής και επιχειρηματιών, είναι ατομικές περιπτώσεις και ως τέτοιες πρέπει να αντιμετωπιστούν. Από τη στιγμή, μάλιστα, που πιάστηκαν με τη γίδα στην πλάτη έγιναν η ντροπή των παρατάξεων τους. Νά λοιπόν, μας λένε, που το σύστημα αντιδρά ακαριαία. Εξορίζει τους διεφθαρμένους από τους κόλπους του.
Πολύ βολική η θεωρία της εξατομικευμένης εμπλοκής. Να μην αναζητήσουμε λοιπόν τις αιτίες και να μείνουμε στα κακοήθη συμπτώματα. Πώς όμως να παρακάμψουμε το γεγονός ότι το φαινόμενο επαναλαμβάνεται και μάλιστα σε μεγαλύτερη κλίμακα; Από το 1989, που το σύνθημα της κάθαρσης έγινε κυρίαρχο στην πολιτική ζωή και τα κόμματα του συναινετικού δικομματισμού το χρησιμοποίησαν εναλλάξ για να πλήξουν το ένα το άλλο στο πεδίο της ηθικής, δεν πέρασε χρόνος που να μην ασχοληθούμε μ’ ένα μεγάλο σκάνδαλο με τη συμμετοχή εκπροσώπων του πολιτικού προσωπικού.
Ακόμη όμως και αν υιοθετήσουμε την εκδοχή ότι οι επίορκοι πρώην αξιωματούχοι έδρασαν με μοναδικό κίνητρο το προσωπικό όφελος, πρέπει να αναρωτηθούμε: Ποιος τους τοποθέτησε σε περίοπτες θέσεις; Γιατί δεν ελέγχθηκαν νωρίτερα, αφού όλα βοούσαν πως κάτι σάπιο υπάρχει στους χώρους ευθύνης τους; Γιατί τα κόμματά τους μέχρι την τελευταία στιγμή τούς υπερασπίζονταν και μιλούσαν για σκευωρίες, ραδιουργίες και συνωμοσίες των εχθρών τους; Γιατί ούτε η Δικαιοσύνη ούτε οι περίφημες εξεταστικές επιτροπές της Βουλής δεν ανακάλυψαν κάτι μεμπτό; Γιατί αγνοήθηκαν οι καταγγελίες σχετικά με τη δράση τους που έφταναν σωρηδόν στα κομματικά και εισαγγελικά γραφεία; Συγγνωστή ή ασύγγνωστη αμέλεια;
Οσο επιεικής κι αν θέλει να είναι κάποιος, δύσκολα μπορεί να συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι οι πάντες εξαπατήθηκαν. Η αδράνεια δεν ήταν αθώα. Η συγκάλυψη εξυπηρετούσε καταστάσεις. Πολλοί άνθρωποι, ενταγμένοι σε κόμματα και μηχανισμούς εξουσίας, ευνοήθηκαν ποικιλοτρόπως. Απέκτησαν περιουσίες, αναδείχθηκαν σε θέσεις μεγάλης πολιτικής επιρροής, προβλήθηκαν ως παραδείγματα ενάρετης ζωής, υποδύθηκαν με θράσος τους τιμητές της ηθικής των άλλων, κάποιοι μάλιστα το «έπαιζαν» αδιάλλακτοι αριστεροί, πατριώτες που δεν δέχονταν μύγα στο σπαθί τους, θεοσεβούμενοι, άνθρωποι του λαού. Αλλά, είπαμε, πρόκειται για εξαιρέσεις.
Για να διατηρηθεί το δυσώνυμο πλέγμα εξουσιών που δρα και κινείται στο περιθώριο των καχεκτικών θεσμών, για να μην πάει η συζήτηση σε βάθος και για να μην ευδοκιμήσουν οι προτάσεις για ριζικές τομές στο κράτος και τις δομές του, πρέπει κάποιοι να θυσιαστούν. Οι ξοφλημένοι και οι πέραν πάσης αμφιβολίας αργυρώνητοι. Το πλήθος που διψάει για «αίμα» θα ικανοποιηθεί. Μέχρι το επόμενο σκάνδαλο. Αλλά και τότε κάποιοι από την εφεδρική στρατιά των σεσημασμένων θα πληρώσουν το μάρμαρο προκειμένου να μην αλλάξει τίποτε.
Οι δύο αρνητικοί πρωταγωνιστές της εποχής (καταδικασμένος ο ένας, αντιμέτωπος με βαριές κατηγορίες ο άλλος), στον βαθμό που έχουν αποδεχθεί τη μοίρα τους (πράγμα αμφίβολο πάντως), μπορούν να συμβάλουν, ακόμη και από τη θέση του αποσυνάγωγου, ώστε το αίτημα ηθικότητας της δημόσιας ζωής να μην περιπέσει στην κατηγορία της φτηνής και υποκριτικής ηθικολογίας, πεδίο όπου η λαϊκιστική δημαγωγία της αντιπολιτικής μεγαλουργεί, τροφοδοτούμενη από τη «βρομιά της πολιτικής» και τροφοδοτώντας με τη σειρά της την καχυποψία για την πολιτική.
Ο Β. Παπαγεωργόπουλος εξέφρασε την απογοήτευσή του επειδή το κόμμα του δεν τον στήριξε. Οφειλε να το κάνει; Γιατί; Ξέρει κάτι ο πρώην δήμαρχος; Ας το πει και σε μας τους κοινούς θνητούς. «Δεν είμαι εγώ η ντροπή της παράταξης. Ποιοι ντρόπιασαν το ΠΑΣΟΚ, γνωρίζουν καλά στο ΠΑΣΟΚ. Επί σαράντα χρόνια η ζωή μου ήταν μια διαρκής προσφορά στο ίδιο και στην Ελλάδα» είπε ο Α. Τσοχατζόπουλος στους συντρόφους του που τον έχουν αποκηρύξει πολιτικά και ηθικά. Για ποια προσφορά στο ΠΑΣΟΚ μιλάει ο κ. Τσοχατζόπουλος; Αγωνιστική; Σε είδος; Ας μιλήσει κι αυτός μπας και βγάλουμε άκρη. Είναι βέβαιο ότι και οι δύο γνωρίζουν πολλά. Στην πρώτη γραμμή της πολιτικής βρίσκονταν επί χρόνια. Κορυφαία στελέχη των κομμάτων τους ήταν. Συνομιλητές και έμπιστοι των αρχηγών υπήρξαν. Διαφορετικά, δικαιούμαστε να υποψιαστούμε ότι διαπραγματεύονται τη σιωπή τους.