Ο φασισμός και ο ρατσισμός είναι μια πραγματική απειλή για την κοινωνία μας και όποιος κάνει ότι το αγνοεί απλώς υποκρίνεται ή ελπίζει να ωφεληθεί. Η κυβέρνηση του κ. Α. Σαμαρά έχει τεράστιες ευθύνες με τη στάση της απέναντι στο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο που ετοίμασε ο υπουργός Δικαιοσύνης Α. Ρουπακιώτης. Η προσπάθεια να καθυστερήσει τη συζήτησή του στη Βουλή και η διαφαινόμενη πρόθεσή της να παραπεμφθεί στις «καλένδες», δείχνουν ότι το κυρίαρχο κόμμα της τρικομματικής, δηλαδή η Ν.Δ., δεν έχει ξεκαθαρίσει τη θέση του απέναντι στον υπαρκτό κίνδυνο του φασισμού και του ρατσισμού που εκφράζει η Χρυσή Αυγή. Γι' αυτό, άλλωστε, όλοι οι ακροδεξιοί της Ν.Δ. κρύβονται πίσω από διαρροές κύκλων και το ίδιο το κόμμα του κ. Σαμαρά δεν τολμά να διευκρινίσει δημοσίως τη θέση του.
Τα περί «τερατουργήματος» που αφήνουν να δημοσιεύονται, επιβεβαιώνουν τους πονηρούς υπολογισμούς τους. Αφού, υποτίθεται, το κλίμα «έχει αλλάξει», γιατί να σπεύσουμε να ψηφίσουμε ένα νομοσχέδιο που μπορεί να μας αποξενώσει από τη δεξαμενή των ακροδεξιών ψηφοφόρων μας;
Αντίθετα, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, οι δύο άλλοι εταίροι της τρικομματικής, φαίνεται ότι πιστεύουν πραγματικά στην ανάγκη μιας νομοθετικής θωράκισης της δημοκρατίας και επιμένουν στην προώθηση του νομοσχεδίου, θεωρώντας ότι βρίσκεται σε «θετική κατεύθυνση». Το τελευταίο επεισόδιο στη Βουλή δείχνει ξεκάθαρα ότι ίσως να απαιτείται και τροποποίηση του κανονισμού της για να προστατευτεί το κύρος του Κοινοβουλίου από τη συμπεριφορά των αποβρασμάτων που δυστυχώς έφτασαν εκεί μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες.
Τώρα είναι ανάγκη να προλάβουμε τα χειρότερα, γράφαμε πριν από δύο εβδομάδες. Και αυτό είναι ευθύνη, πριν από κάθε άλλο, των δημοκρατικών κομμάτων, του συνόλου τους. Η θέση μας είναι ξεκάθαρη. Δεν υποστηρίζουμε την ποινική δίωξη του λόγου, ακόμη και του πιο ακραίου, του πιο εμετικού ύμνου στα ανελεύθερα συστήματα. Ομως η φασιστική και η ρατσιστική πράξη πρέπει να παταχθούν με βάση τον νόμο και, όπου αυτός δεν αρκεί, ας συμπληρωθεί από το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο. Η δημόσια τέλεση ρατσιστικών πράξεων και η χρήση της φασιστικής βίας πρέπει να τιμωρούνται.
Δεν έχουμε την αυταπάτη ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για την αντιμετώπιση ενός σύνθετου φαινόμενου όπως είναι ο ρατσισμός. Ομως, τουλάχιστον έτσι θα περιοριστούν οι ατιμώρητες και ολοένα αυξανόμενες αποκρουστικές πράξεις των ρατσιστών, γιατί οι δράστες τους είναι σχεδόν πάντα θρασύδειλοι, που δρουν στο σκοτάδι ή κάτω από την κάλυψη και προστασία της αγέλης τους.
Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι το καλύτερο όπλο κατά του ρατσισμού και του φασισμού είναι η δημοκρατία – περισσότερη και πιο ουσιαστική δημοκρατία. Αυτή πρέπει να διαποτίζει την παιδεία μας, τον πολιτισμό μας, την καθημερινή ζωή μας. Ας την θωρακίσουμε λοιπόν όλοι μαζί.