Του Ι. Ν. Μαρκόπουλου*
Δύσκολα μπορεί να αμφισβητήσει κανείς σήμερα τη ραγδαία ανάπτυξη της τεχνοεπιστήμης και τα τεράστια οφέλη που η ανάπτυξη αυτή έχει προσφέρει στις κοινωνίες των τεχνολογικά ανεπτυγμένων χωρών. Η συνεχής επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος, η γενετική μηχανική, η βιοτεχνολογία (που δεν ταυτίζεται πάντοτε με τη γενετική μηχανική), η νανοτεχνολογία, η σύγχρονη ιατρική τεχνολογία, οι τεχνολογίες της πληροφορίας και της επικοινωνίας και οι τεχνολογίες της γνωσιακής νευροεπιστήμης έχουν καθιερώσει την τεχνοεπιστήμη ως κύριο μοχλό της ανθρώπινης δραστηριότητας και ευημερίας και έχουν εδραιώσει το αδιαμφισβήτητο κύρος της. Είναι, επίσης, ενδιαφέρον να σημειώσουμε εδώ ότι η τεχνολογική εξέλιξη που καταγράφηκε στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα ήταν τουλάχιστον εξαπλάσια εκείνης που καταγράφηκε από την εποχή της Αναγέννησης μέχρι τις αρχές του προηγούμενού μας αιώνα.
Η τεχνοεπιστήμη, ωστόσο, έχοντας μετατοπίσει το κέντρο βάρους της προς την πλευρά της εφαρμοσμένης γνώσης και της τεχνικής, τεχνοποιώντας πλήρως την επιστήμη και απογυμνώνοντάς την από τη θεωρησιακή σκέψη και τον αξιολογικό, ηθικό αναστοχασμό, την έχει μεταλλάξει σε έναν αντιπαραγωγικό και αντικοινωνικό, εν τέλει, επιστημονισμό και σε μια καταστροφική τεχνοκρατία, που εκδηλώνεται μέσα σε ένα ανταγωνιστικό και αγοραίο κοινωνικό περιβάλλον. Και τα φαινόμενα βέβαια αυτά δεν έχουν επέλθει ερήμην της τεχνοεπιστημονικής σκέψης και της επιστημονικής κοινότητας που τη διακονεί.
Χωρίς να θέλω να επικεντρωθώ εδώ στο συγκεκριμένο αυτό ζήτημα, και στα κοινωνικο-ηθικά και περιβαλλοντικά προβλήματα που η τεχνοεπιστήμη έχει συσσωρεύσει στο σύνολο του πλανήτη, θα ήθελα να αναδείξω, εν συντομία, ένα άλλο, μείζονος σημασίας θέμα που, άμεσα, ωστόσο, συνδέεται με το συγκεκριμένο ζήτημα και ενδιαφέρει, σίγουρα, την ανθρωπολογία, πολλούς κλάδους της ψυχολογίας (όπως την ατομική, την αναπτυξιακή ή την εξελικτική ψυχολογία), την παιδαγωγική αλλά και τη φιλοσοφία, και ιδιαίτερα την ηθική φιλοσοφία, την πολιτική φιλοσοφία και τη γνωσιολογία. Και εξηγούμαι, μέσω ενός ερωτηματικού και πρακτικού λόγου.
Πώς είναι δυνατόν ο άνθρωπος, στη μακραίωνη αυτή εξελικτική του πορεία, να έχει αναπτύξει τις διανοητικές και τεχνικές του ικανότητες και δεξιότητες σε τέτοιο ασύλληπτο βαθμό, ενώ έχει συγχρόνως αφήσει σε ένα επικίνδυνα στάσιμο επίπεδο τον εσωτερικό του κόσμο, για να μην πω ότι σε ορισμένες περιπτώσεις τον έχει ακόμη περισσότερο αποκτηνώσει; Γενοκτονίες, δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι, στρατόπεδα συγκέντρωσης, θάλαμοι αερίων με μαζική, βιομηχανοποιημένη εξόντωση ανθρώπων, αρχέγονα ένστικτα, σφαγές, βιασμοί και κανιβαλισμοί στη Συρία, την Αφρική, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης, βάρβαρη καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σωματική και ψυχική εξουθένωση και ανθρώπινος εξευτελισμός, ανήμποροι και απροστάτευτοι άνθρωποι ως πειραματόζωα, λέξεις που δεν φτάνουν να περιγράψουν την ανθρώπινη κτηνωδία, αλλά και καθημερινές μικρότητες, πονηριές, κουτοπονηρίες και κακεντρέχειες, όπως πριν από χιλιάδες χρόνια έτσι ακριβώς και τώρα, ή τώρα ακόμη πιο βάναυσα ή περισπούδαστα.
Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι η Γερμανία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν μια από τις πλέον επιστημονικά και τεχνολογικά ανεπτυγμένες χώρες εκείνης της εποχής και ότι, γενικότερα, η ευθύνη της τεχνοεπιστήμης για την ανάπτυξη της πολεμικής βιομηχανίας και για τις καταστροφικές πολεμικές της εφαρμογές υπήρξε πάντοτε καθοριστική και πρωτεύουσα.
Πόσο εξημέρωσε, λοιπόν, και εξανθρώπισε η ραγδαία και ανεξέλεγκτη, πλέον, ανάπτυξη της τεχνοεπιστήμης το αρχέγονο ζώο που βρίσκεται μέσα μας; Πόσο, άραγε, διαφέρει ο εγωισμός και η απληστία του μυθικού Ερυσίχθωνα, γιου του βασιλιά της Θεσσαλίας Τρίοπα, που καταπάτησε το ιερό άλσος της θεάς Δήμητρας, για να κατασκευάσει ένα ανάκτορο, από παρόμοιες σημερινές μας πρακτικές; Πόσο παρόμοια θα ήταν σήμερα η οργή ενός σύγχρονού μας Αχιλλέα μπροστά στον χαμό του αγαπημένου του Πάτροκλου; Πόσο απαράλλακτη έχει μείνει η «φυσική κατάσταση» του ανθρώπου –που, σύμφωνα με τον Χομπς, είναι μια χαοτική κοινωνική κατάσταση, όπου κανένας νόμος ή κανόνας δεν ισχύει, και η ζωή είναι «επικίνδυνη, κτηνώδης και σύντομη» – και πόσο αναγκαία συνεχίζει να είναι κάποιου είδους κοινωνική σύμβαση, ένα κοινωνικό συμβόλαιο, κάποιες ελάχιστες αρχές και αξίες που θα εμποδίζουν να είναι «ο άνθρωπος για τον άνθρωπο λύκος»;
Μπορεί σε συλλογικό επίπεδο οι ανθρώπινες κοινωνίες να παρουσιάζουν μια εκπολιτισμική εξέλιξη, που ενίοτε είναι και πλασματική, στο ατομικό όμως επίπεδο ο άνθρωπος, αν και προικισμένος τώρα με τόσες επιστημονικές και τεχνολογικές ικανότητες και δεξιότητες, με τόση διανοητική δύναμη και ευφυΐα, ή ίσως και λόγω όλων αυτών, δεν έχει μετακινηθεί ούτε σπιθαμή από την εσωτερική του φυσική κατάσταση, στην οποία ήταν βυθισμένος και πριν από χιλιάδες χρόνια. Αυτή η θλιβερή διαπίστωση αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προς διερεύνηση θεωρητικά και πρακτικά προβλήματα, αλλά και τη μέγιστη, ίσως, πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει η εκπαιδευτική πολιτική, σε παγκόσμιο επίπεδο και με την κατάλληλη παιδεία και εκπαίδευση, για να μπορέσει επιτέλους ο άνθρωπος –στα χιλιάδες (για να μην πω εκατομμύρια) χιλιόμετρα που έχει συμβολικά διανύσει, με την τεχνοεπιστημονική του ανάπτυξη– να προχωρήσει, έστω και ένα νανόμετρο, και στην εσωτερική του ανέλιξη.
…………………………………………………………………..
* Καθηγητής της Τεχνολογίας και της Φιλοσοφίας της Τεχνοεπιστήμης στο ΠΤΔΕ της Παιδαγωγικής Σχολής του ΑΠΘ