03/11/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

55ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Το βαλκανικό σινεμά κλέβει την παράσταση

Το τμήμα «Ματιές στα Βαλκάνια», καλύτερο κάθε χρόνο, φέτος ειδικά είναι προορισμένο να κάνει μεγάλο θόρυβο. Μέσα στις 11 ταινίες του ξεχωρίζουν πολυβραβευμένες δουλειές των σταρ της γειτονιάς μας, Τούρκων, Ρουμάνων, Σέρβων. Και όπως μας λέει ο Δημήτρης Κερκινός, που προγραμματίζει το τμήμα είκοσι ένα ολόκληρα χρόνια, το σινεμά των.
      Pin It

ΑΠΟΣΤΟΛΗ Της Λήδας Γαλανού

 

Ο Δημήτρης Εϊπίδης, διευθυντής  του Φεστιβάλ, κατά την έναρξη του ΒΕΡΒΕΡΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

Ο Δημήτρης Εϊπίδης, διευθυντής του Φεστιβάλ, κατά την έναρξη του
ΒΕΡΒΕΡΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ξεκίνησε την Παρασκευή, συγκροτημένα και λιτά: λίγο από συγκυρία, λίγο από οικονομία, λίγο από πολιτική κακοκεφιά, οι επώνυμοι καλεσμένοι είναι περιορισμένοι κι έρχονται σιγά σιγά. Με αποτέλεσμα το Φεστιβάλ να παραθέτει στο κοινό του αυτό που είναι κι η καρδιά της ύπαρξής του: τις ταινίες του. Κι ανάμεσά τους, ειδικά φέτος, το τμήμα που μοιάζει να συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ομαδικό ενδιαφέρον δεν είναι άλλο από τις «Ματιές στα Βαλκάνια». Η ενότητα που επιμελείται ο Δημήτρης Κερκινός είναι προορισμένη φέτος να κάνει θόρυβο.

 

Μέσα στις 11 ταινίες της ανακαλύπτουμε τίτλους, που προκάλεσαν ήδη την παγκόσμια κινηματογραφική κοινότητα και τιμήθηκαν πληθωρικά, κι άλλους που θα συζητηθούν έντονα τις επόμενες μέρες. Εδώ βρίσκεται η «Χειμερία Νάρκη» του Νουρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν, που βραβεύτηκε με τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες, το θαυμάσιο «Σίβας» του Κάαν Μουζντετζί, που έκανε τη δυναμική πρεμιέρα του στο Φεστιβάλ Βενετίας, τον «Αμνό» του Κουτλούγ Αταμάν, που πρωτοπαρουσιάστηκε στο Πανόραμα του Φεστιβάλ Βερολίνου και βραβεύτηκε ως Καλύτερη Ταινία στο Φεστιβάλ της Αττάλειας, τρεις ταινίες που αποδεικνύουν το εύρος και το βάθος που έχει αποκτήσει το σύγχρονο τουρκικό σινεμά.

 

"Βάρβαροι" του Ιβάν Ικιτς

«Βάρβαροι» του Ιβάν Ικιτς

Γύρω τους, δύο ταινίες από το σημερινό Κόσοβο, οι «Βάρβαροι» και το «Τρία Παράθυρα κι Ενας Απαγχονισμός», σχολιάζουν με ολοζώντανη κινηματογραφική γλώσσα την κατάχρηση της εξουσίας και τα κοινωνικά ταμπού διαρκείας.

 

Η κροατική ταινία του Ογκνιεν Σβίλιτσιτς «Αυτοί Είναι οι Κανόνες» σχολιάζει τον εφιάλτη της γραφειοκρατίας με εικόνες εξαιρετικά… ελληνικές, ο συμπατριώτης του Ζβόνιμιρ Γιούριτς, με τον «Θεριστή», παίζει με τις συμβάσεις του θρίλερ και εξετάζει τη στασιμότητα και την αδυναμία της τοπικής κοινωνίας να ξεπεράσει τα τραύματα του πολέμου.

 

Στην «Ιαση», η Αντρέα Στάκα στήνει ένα δράμα ενηλικίωσης στο Ντουμπρόβνικ, στη «Βικτόρια», η Μάγια Βίτκοβα από τη Βουλγαρία ανατρέχει, μέσα από μια δυσλειτουργική οικογένεια, στις δραματικές αλλαγές που συντελέστηκαν στη χώρα τα τελευταία 35 χρόνια.

 

Με εικαστική δεξιοτεχνία και στοιχεία σουρεαλισμού, ο Ρουμάνος Αντρέι Γκρουσνίτσκι στο «Οπερ Εδει Δείξαι» ανασύρει το σκοτάδι του καθεστώτος Τσαουσέσκου, ενώ ο Κορνέλιου Πορομπόιου, από τη δυναμική νεότερη γενιά Ρουμάνων σκηνοθετών, καταπιάνεται επίσης με την πολιτική διαφθορά, αλλά αυτήν τη φορά στα γήπεδα του ποδοσφαίρου, στο «Δεύτερο Παιχνίδι».

 

Και γύρω από αυτήν, την πρόσφατη παραγωγή, το αφιέρωμα στον Ζέλιμιρ Ζίλνικ, ηγέτη του γιουγκοσλαβικού «Μαύρου Κύματος» της κινηματογραφικής γενιάς του ’60, στερεώνει την κλωστή της εξέλιξης του βαλκανικού σινεμά. Μιας οικογένειας του σινεμά που ενώνεται με τους δεσμούς, παραπάνω από τους γεωγραφικούς, της κοινής μνήμης: της βίας, της διαφθοράς, της αβεβαιότητας, του πολέμου και του ανατολικού μπλοκ.

 

Δημήτρης Κερκινός

Δημήτρης Κερκινός

Ο Δημήτρης Κερκινός, υπεύθυνος προγράμματος του τμήματος «Ματιές στα Βαλκάνια», θεωρεί πως το γεγονός ότι φέτος, ειδικά, οι βαλκανικές ταινίες βρίσκονται στο ζενίθ του διεθνούς ενδιαφέροντος δεν είναι στοιχείο συγκυριακό: «Η θυελλώδης ιστορική και κοινωνική πραγματικότητα της χερσονήσου, καθώς και η συνεχιζόμενη μεταβατική κατάσταση των κοινωνιών της μετά την πτώση του κομμουνισμού προσφέρουν στους Βαλκάνιους δημιουργούς πληθώρα ιστοριών και αφηγήσεων. Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με το ταλέντο, την ανάπτυξη της μεταξύ τους συνεργασίας αλλά και των συμπαραγωγών με άλλες, μη βαλκανικές χώρες, συνιστούν εγγύηση για το μέλλον του βαλκανικού κινηματογράφου».

 

Μέσα στα 21 χρόνια ύπαρξης του τμήματος «Ματιές στα Βαλκάνια», που ξεκίνησε το 1994, η εξέλιξη των ίδιων των ταινιών, πέρα από τη θεματολογία τους, είναι σημαντική κατά τον Κερκινό: «Κατ’ αρχάς έχει αυξηθεί αισθητά ο αριθμός των ταινιών, που παράγονται και έχει βελτιωθεί η ποιότητά τους, όχι μόνο καλλιτεχνικά, αλλά και ως παραγωγές. Η ενασχόληση των σκηνοθετών από την πρώην Γιουγκοσλαβία με τον εμφύλιο έχει καταλαγιάσει κι έχει αλλάξει επίπεδο. Αυτό που τους ενδιαφέρει περισσότερο είναι να διαχειριστούν τα τραύματα και τις συνέπειές του ενώ σε πολλές περιπτώσεις προσεγγίζουν τον πόλεμο με φιλοσοφική διάθεση, ως μια ανθρώπινη διαστροφή. Οι Ρουμάνοι έχουν πλέον αρχίσει να παρουσιάζουν μια μεγαλύτερη πολυμορφία στο κινηματογραφικό τους ύφος. Οι Τούρκοι έχουν διευρύνει τη θεματολογία τους, έχουν γίνει πιο τολμηροί θίγοντας πολιτικά και κοινωνικά ταμπού, ενώ έχουν πλέον να επιδείξουν σημαντικούς δημιουργούς με διακριτό προσωπικό ύφος και προβληματική».

 

Εξαιρώντας το καθοριστικό, βέβαια, κομμουνιστικό καθεστώς, που βρίσκεται εντυπωμένο στον οργανισμό των βαλκανικών χωρών και των ταινιών τους, το ελληνικό σινεμά αποτελεί κι αυτό μέρος του, με μια πορεία παράλληλη, πολλές φορές και ταυτόσημη.

 

«Οι Ελληνες σκηνοθέτες, όπως και οι Βαλκάνιοι συνάδελφοί τους, απευθύνονται πλέον σ’ ένα διεθνές κοινό και εκμεταλλεύονται τις νέες τεχνολογίες αλλά και τις δυνατότητες και την εμπειρία που τους προσφέρει το διεθνές δίκτυο των φεστιβάλ (ως προς την ανάπτυξη, χρηματοδότηση, προβολή, διανομή των ταινιών)», εξηγεί ο Δημήτρης Κερκινός. «Οι ταινίες τους είναι αιχμηρές, προκλητικές, ανήσυχες, δεν χαϊδεύουν τον θεατή. Και βέβαια, εμφανίζονται σε μια περίοδο πολιτικής, οικονομικής, ηθικής και κοινωνικής κατάρρευσης, στοιχεία που χαρακτηρίζουν εδώ και χρόνια και τις κοινωνίες των γειτονικών μας χωρών. Οι ταινίες τους λειτουργούν ως καθρέφτης της κοινωνίας, εξωτερικεύουν τα πολιτισμικά πρότυπα και μας βοηθούν να βλέπουμε και να στοχαζόμαστε πάνω στους εαυτούς μας. Αν θέλουμε να κάνουμε μια σύγκριση με το νέο ρουμάνικο κύμα, το οποίο είναι αποτέλεσμα μιας καλλιτεχνικής και πολιτικής αντίδρασης των νέων σκηνοθετών στον κινηματογράφο της προηγούμενης γενιάς, βλέπουμε πως και το νέο ελληνικό κύμα έχει έρθει σε πλήρη ρήξη με τον επονομαζόμενο ΝΕΚ, τον Νέο Ελληνικό Κινηματογράφο της γενιάς της Μεταπολίτευσης, διαμορφώνοντας μια νέα αισθητική και ξεφεύγοντας από τα κατάλοιπα και τις αναφορές του παρελθόντος».

 

Κι εκεί βρίσκεται και το πιο ενδιαφέρον κομμάτι μεταβολής, καλλιτεχνικής και ταυτόχρονα πολιτικής, στο τμήμα «Ματιές στα Βαλκάνια»: οι ελληνικές κινηματογραφικές παραγωγές, που πριν από μια δεκαετία θα εξανίσταντο αν συμπεριλαμβάνονταν σε μια τέτοια ενότητα, σήμερα θα το δέχονταν, μάλλον, με τιμή.

 

[email protected]

 

Scroll to top