Της Βίκυς Καπετανοπούλου
Τη νύχτα που ο Ματ Ρόπερ συνάντησε τυχαία την 11χρονη Λέλια, η ζωή του άλλαξε για πάντα. Τη βρήκε ολομόναχη να εκδίδεται σε μια άκρη του διαβόητου αυτοκινητοδρόμου BR 116, περιμένοντας τον επόμενο φορτηγατζή που θα σταματούσε να την πάρει. «Οταν έχει πια τελειώσει μαζί μου, συνήθως με πετάει έξω απ’ την καμπίνα» εξομολογήθηκε με αφοπλιστική ειλικρίνεια στον Βρετανό δημοσιογράφο και συγγραφέα, δείχνοντάς του τα σημάδια στο σώμα της. «Κάποιες φορές με αφήνουν να κατέβω, κάποιες άλλες απλά με κλοτσάνε στην άσφαλτο. Αλλά δεν πουλάω τον εαυτό μου φτηνά. Χρεώνω 10 δολάρια τη φορά»…
Η Λέλια είναι ένα από τα αμέτρητα ξεχασμένα κορίτσια, ακόμη και 9 ετών, που κάνουν πεζοδρόμιο κατά μήκος της οδικής αρτηρίας των 4.300 χιλιομέτρων που ενώνει τη Φορταλέζα με τον Νότο. Ζώντας περιστασιακά στη Βραζιλία για περισσότερο από δέκα χρόνια κι έχοντας ήδη γράψει δύο βιβλία για τα παιδιά των δρόμων και των υπονόμων, τις δημοπρασίες παρθένων και τα απομονωμένα πορνεία στον Αμαζόνιο, τις αδίστακτες συμμορίες, που εμπορεύονται σάρκα και ναρκωτικά, ο έμπειρος, «ψημένος» Ματ συγκλονίστηκε.
«Επεσα πάνω σε κάτι που έμοιαζε με επιδημία πορνείας ανηλίκων, με την εμπλοκή χιλιάδων αθώων παιδιών. Κάθε ιστορία που άκουγα, ήταν πιο οδυνηρή από την προηγούμενη και τα κορίτσια ήταν όλα τόσο ευάλωτα, εντελώς μόνα κι απροστάτευτα. Σπάραξε η καρδιά μου. Μετά ανακάλυψα μια έκθεση της κυβέρνησης για τον αυτοκινητόδρομο, η οποία είχε αποσιωπηθεί από την κοινή γνώμη και εντόπιζε 262 σημεία κατά μήκος του, όπου ήταν γνωστό ότι παιδιά εξαγοράζονταν για σεξ κάθε 16 χιλιόμετρα κατά μέσον όρο. Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς αυτή η τραγωδία είχε κρατηθεί κρυφή για τόσο μεγάλο διάστημα» λέει ο δημοσιογράφος. Μαζί μ’ έναν Καναδό φίλο του αποφάσισε να κάνει ένα οδοιπορικό στον αυτοκινητόδρομο BR 116, τον οποίο βάφτισε «Λεωφόρο προς την Κόλαση». Αυτός είναι κι ο τίτλος του τρίτου του βιβλίου, που κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο στη Βρετανία.
Πόλη με πόλη, χωριό με χωριό, ανήλικες σκλάβες του σεξ ξεμυτούσαν η μία μετά την άλλη ανάμεσα στις παράγκες και τα άθλια πανδοχεία, αναζητώντας μια νέα συνάντηση επί πληρωμή, την οποία κατ’ ευφημισμόν αποκαλούν «πρόγραμμα». «Μανάδες ανταλλάσσουν τις ίδιες τους τις κόρες για τσιγάρα ή κρακ. Το να στείλουν το σπλάχνο τους για το πρώτο του “πρόγραμμα” θεωρείται τόσο φυσιολογικό, όσο το παιχνίδι με την πρώτη του κούκλα. Κορίτσια 12 ή 13 ετών αργοπεθαίνουν από AIDS» περιγράφει ο Ματ Ρόπερ. Ολόκληρες κοινότητες επιβιώνουν από τα έσοδα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών τους και οι Αρχές όχι μόνο κάνουν τα στραβά μάτια, αλλά συχνά εμπλέκονται στα κυκλώματα μαστροπείας.
Ο Βρετανός, που έχει μετακομίσει μόνιμα από το 2011 στο Μπέλο Οριζόντε με τον γιο και τη Βραζιλιάνα σύζυγό του -εγκαταλελειμμένο παιδί των δρόμων κι αυτή- αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή του στη διάσωση των κακοποιημένων κοριτσιών. Με τη συνδρομή κοινωνικών λειτουργών, ίδρυσε στη Μεντίνα το «Ροζ Σπίτι», ένα καταφύγιο για ανήλικες πόρνες. Εκεί γνώρισε τη 13χρονη Μαριάννα. Η μητέρα κι η γιαγιά της εκδίδονταν από την εφηβεία τους. Η «μοίρα» της κόρης ήταν προδιαγεγραμμένη. Ορισμένες φορές η μάνα την πήγαινε στον αυτοκινητόδρομο, τσέπωνε τα λεφτά και την παρέδιδε στον πρώτο τυχόντα. Αν η μικρή επέστρεφε άφραγκη από το νυχτοκάματο, την έκαναν τουλούμι στο ξύλο.
Η Μαριάννα δεν άργησε να εξαφανιστεί κι η αστυνομία την εντόπισε 80 χιλιόμετρα μακριά σ’ ένα μπορντέλο, στο κρεβάτι μαζί με μια 12χρονη κι έναν άντρα. Η γιαγιά της είχε διαμηνύσει στους νταβατζήδες ναρκέμπορους να μην την απελευθερώσουν, γιατί η οικογένεια θα έχανε το πολύτιμο εισόδημά της. «Εβδομάδες αργότερα ανακαλύψαμε ότι ήταν έγκυος» λέει ο Ματ και, αφού έπεισε τον δικαστή της πόλης να απαγορεύσει στη μικρή να ξαναγυρίσει στο σπίτι της, αποφάσισε να την πάρει υπό την προστασία του. Το μωρό της δόθηκε για υιοθεσία και η Μαριάννα μένει πλέον μαζί με την οικογένειά του. Τη σκέψη του, όμως, συνέχιζε να στοιχειώνει η θύμηση της 11χρονης Λέλια. Μετά από πολύ κόπο, κατάφερε να την ξαναβρεί έναν χρόνο αργότερα. Το κορίτσι έμοιαζε με φάντασμα και είχε εθιστεί στο κρακ. Οταν αρνήθηκε να της δώσει χρήματα, η μικρή εξαγριώθηκε και τον έδιωξε κακήν κακώς. Ηταν πια πολύ αργά για να σωθεί από την κόλαση…