Του Δημήτρη Σ. Φαναριώτη
Αφού γέμισε τον πλανήτη με μεταλλαγμένα, επιμένοντας ότι είναι ασφαλή προς κατανάλωση, και οδήγησε σε οικονομική αυτοκτονία εκατομμύρια αγρότες του Τρίτου Κόσμου, ο αγροχημικός γίγαντας Monsanto ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να εισέλθει δυναμικά και στην αγορά των βιολογικών λιπασμάτων, κάτι που τουλάχιστον για τους γνωρίζοντες τα της βιολογικής γεωργίας μοιάζει περισσότερο με ανέκδοτο.
Τα νέα σχέδια της αμερικανικής εταιρείας θα βασιστούν στη συνεργασία της με τη δανέζικη Novozymes που απασχολεί 6.000 εργαζόμενους. Η επιλογή της Monsanto μόνο τυχαία δεν είναι, καθώς -όπως είπε ο υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων της εταιρείας για την Ευρώπη, Μπράντον Μίτσελ, στη βελγική κρατική τηλεόραση RTBF-, η αγορά βιολογικών («οργανικών», όπως τα ονομάζουν σε πολλές χώρες) αγροτικών προϊόντων παρουσιάζει όλο και μεγαλύτερη ζήτηση και σήμερα αντιπροσωπεύει ετησίως τζίρο 1,6 δισ. ευρώ.
Ο Μίτσελ τόνισε ότι «στόχος είναι η επένδυση κεφαλαίων στην έρευνα και την ανάπτυξη νέων ειδών “μικροβίων” τα οποία μπορούν να αποδειχθούν εξαιρετικά “ελκυστικά” και ενδιαφέροντα για τους βιοκαλλιεργητές. Θα είναι κατά πολύ φτηνότερα και θα καταστήσουν την οργανική γεωργία πιο ανταγωνιστική. Θα πρόκειται για μικρόβια φυσικής προέλευσης τα οποία θα παράγουμε σε μεγάλη κλίμακα προκειμένου να βοηθήσουμε τους καλλιεργητές να καταπολεμήσουν τα παράσιτα, τις ασθένειες και τα επιβλαβή έντομα. Δεν θα υπάρχει καμία σχέση με μεταλλαγμένα προϊόντα». Βεβαίως η Monsanto, όταν έρχεται η ώρα της ανάληψης των ευθυνών, δηλαδή κατά πόσο τα οργανικά λιπάσματα της εταιρείας κρύβουν κινδύνους για την υγεία του καταναλωτή, πετάει το μπαλάκι στα θεσμικά όργανα λέγοντας ότι «είναι θέμα των ευρωπαϊκών θεσμών να αποφασίσουν πώς θα ρυθμίσουν την αγορά των μικροβιολογικών προϊόντων», κάτι που ακολουθούν και στις ΗΠΑ.
Πάντως οι παραδοσιακοί Ευρωπαίοι βιοκαλλιεργητές μειδιούν ειρωνικά και μόνο στο άκουσμα της είδησης. Γι’ αυτό και το στέλεχος της Ενωσης Βέλγων Βιοκαλλιεργητών, Ουίλιαμ Ρόουλαντς, δήλωσε στην εφημερίδα «La Libre Belgique» ότι «ακούγεται σαν ανέκδοτο, κάτι προσπαθούν να κρύψουν. Βλέπουν τα βιολογικά ως μια εμπορική ευκαιρία. Ψεύδονται».
Στις ΗΠΑ πάντως η Monsanto δεν αντιμετωπίζει προβλήματα έγκρισης των προϊόντων της αφού, όπως είχε δηλώσει προσφάτως στους «New York Times» στέλεχός της, η ασφάλεια των μεταλλαγμένων είναι ευθύνη της κυβέρνησης και όχι της εταιρείας. Σωστά! Γιατί χάρη στο πανίσχυρο λόμπινγκ της τα περισσότερα στελέχη της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων, αλλά και του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, των θεσμών δηλαδή που την ελέγχουν, είναι ταυτοχρόνως, εδώ και πολλά χρόνια, και υψηλόβαθμα στελέχη της εταιρείας…
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Μάικλ Τέιλορ, πρώην αντιπρόεδρος της εταιρείας, ο οποίος είναι σήμερα αντιπρόεδρος της FDA, της κρατικής υπηρεσίας η οποία εγκρίνει την καταλληλότητα των τροφίμων! Οπως άλλωστε η Χίλαρι Κλίντον και ο Ρότζερ Μπίτσι. Ο δεύτερος είναι διευθυντής υπηρεσίας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και ταυτοχρόνως διευθυντής του Κέντρου Ερευνας της Monsanto στο Ντάνφορθ. Επιπροσθέτως, οι γερουσιαστές Τόμπι Μόφετ και Ντένις ντε Κοντσίνι είναι σύμβουλοι της εταιρείας. Ο κατάλογος είναι μακρύς και τα ονόματα απλώς ενδεικτικά της ισχύος που διαθέτει το συγκεκριμένο λόμπι. Πάντως η Monsanto δεν είναι η μοναδική εταιρεία που μπαίνει στην αγορά βιολογικών λιπασμάτων. Δύο ακόμη αγροχημικοί γίγαντες από τη Γερμανία, η BASF και η Bayer, μπήκαν ήδη από το 2012 στην αγορά των οργανικών λιπασμάτων.