ΙΤΑΛΙΑ Ο Μπερσάνι απευθύνει πρόταση μετεκλογικής συμμαχίας στον τεχνοκράτη πρώην πρωθυπουργό αλλά ο αριστερός σύμμαχος τού Βέντολα διαφωνεί
Toυ Θεόδωρου Ανδρεάδη Συγγελλάκη
Τρεις εβδομάδες πριν από το ραντεβού των ιταλικών βουλευτικών εκλογών, το πολιτικό σκηνικό περιπλέκεται. Το «Δημοκρατικό Κόμμα» απευθύνει ανοικτή πρόταση μετεκλογικής συνεργασίας στον Μάριο Μόντι και το σύνολο του προοδευτικού χώρου βλέπει τις διχαστικές τάσεις να ενισχύονται.
«Είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε με όλες τις δυνάμεις που μάχονται τον μπερλουσκονισμό και τον λαϊκισμό. Αρα, σαφώς, και με τον καθηγητή Μόντι», δήλωσε ο υποψήφιος πρωθυπουργός της Κεντροαριστεράς, Πιερλουίτζι Μπερσάνι, κατά την επίσκεψή του στο Βερολίνο.
Με τον τρόπο αυτό, θέλησε να στείλει ξεκάθαρο μήνυμα στην Ευρώπη ότι θα επιδιώξει την ανάκαμψη, χωρίς να αμφισβητήσει όμως τις βάσεις της οικονομικής εξυγίανσης, εγγυητής της οποίας θεωρείται, ιδίως στη Γερμανία, ο Μόντι.
Το «Δημοκρατικό Κόμμα» του Μπερσάνι συγκεντρώνει το 29% της πρόθεσης ψήφου, αλλά δεν πορεύεται μόνο του: ο Νίκι Βέντολα, κύριος σύμμαχος των «Δημοκρατικών» και γραμματέας του κόμματος «Αριστερά και Ελευθερία», δεν προσυπογράφει την πρόταση συμπόρευσης με τους κεντρώους.
«Προσοχή, διότι οι θέσεις αυτές μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο το ίδιο το μέλλον της προοδευτικής συμμαχίας. Δεν θέλουμε να κυβερνήσουμε με τον Μόντι. Μπορούμε να δεχτούμε μια συνεργασία για την αναμόρφωση των κρατικών θεσμών, αλλά τίποτα παραπάνω», προειδοποίησε ο Βέντολα.
Το «Αριστερά και Ελευθερία», σύμφωνα με τα γκάλοπ, «πείθει» το 4,2% των Ιταλών, αλλά η προοπτική μιας κοινής πορείας με τους πρώην χριστιανοδημοκράτες, που στηρίζουν τον σημερινό υπηρεσιακό πρωθυπουργό, μπορεί να απομακρύνει ένα σημαντικό ποσοστό ψηφοφόρων.
Υπάρχει σαφές «ασυμβίβαστο», το οποίο, άλλωστε, διαπιστώνεται και με μια απλή ανάγνωση των εκλογικών προγραμμάτων. Ο Βέντολα ζητά τη φορολόγηση των μεγάλων περιουσιών και την άμεση αναγνώριση των ομοφυλόφιλων και ετεροφυλόφιλων ζευγαριών που συζούν. Δεσμεύσεις που δεν έχουν βρει θέση σε κανένα σημείο της «ατζέντας Μόντι».
Την ίδια στιγμή, ο νέος αυτός ρυθμιστικός ρόλος του Μάριο Μόντι μπορεί να ευνοήσει τις δυνάμεις που βρίσκονται «στα αριστερά της Κεντροαριστεράς».
Πρόκειται, κυρίως, για το κίνημα «Επανάσταση Πολιτών», του πρώην εισαγγελέα Αντόνιο Ιγκρόια, στα ψηφοδέλτια του οποίου έχουν συμπεριληφθεί οικολόγοι, η Κομμουνιστική Επανίδρυση και ο πρώην δικαστικός Αντόνιο Ντι Πιέτρο, θανάσιμος εχθρός του καβαλιέρε.
«Θα είμαστε η μόνη, πραγματική, αριστερή δύναμη στο επόμενο κοινοβούλιο» δηλώνει, τώρα, ο Ιγκρόια, ο οποίος, μεταξύ άλλων, τάσσεται υπέρ της άμεσης απελευθέρωσης των μαλακών ναρκωτικών και ζητά την επιβολή φόρων βάσει κοινωνικής δικαιοσύνης.
Ο δε ηθοποιός Μπέπε Γκρίλο, με το κίνημα «Πέντε Αστέρων» , είναι ο πραγματικός «αουτσάιντερ» των εκλογών. Βλέπει τα ποσοστά του να αυξάνονται διαρκώς -τώρα αγγίζουν το 18%- και δηλώνει «απόλυτα αισιόδοξος».
Δικαίως, αφού έχει καταφέρει να δελεάσει μεγάλο αριθμό ψηφοφόρων που απογοητεύτηκαν από τους «εξ επαγγέλματος πολιτικούς». Με προτάσεις όπως η κρατικοποίηση προβληματικών τραπεζών και σειράς ορυχείων του φτωχού νησιού της Σαρδηνίας, μπορεί να στερήσει, τελικά, αρκετές ψήφους τόσο από την Κεντροδεξιά όσο και από τη συμμαχία Μπερσάνι-Βέντολα.
Μέχρι τις 24 Φεβρουαρίου, πολλά μπορούν να συμβούν και για τα οριστικά συμπεράσματα θα πρέπει να περιμένουμε. Για μια ακόμη φορά, όμως, η ιταλική Αριστερά κινδυνεύει να βρεθεί βαθιά διχασμένη και αποπροσανατολισμένη, με το μετριοπαθές χριστιανοδημοκρατικό κέντρο, που θα προσπαθήσει να επιβάλει σειρά δεσμευτικών όρων, κυρίως στην οικονομική πολιτική.
Ο στόχος είναι να αναγκαστεί, επιτέλους, να βγει οριστικά στη σύνταξη -χωρίς νέες εκπλήξεις- ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Ποιο θα είναι, όμως, το όλο πολιτικό κόστος;