ΣΥΡΙΑ Προκειμένου να αποφύγει μία στρατιωτική επέμβαση της Δύσης ο Ασαντ έδωσε την άδεια σε εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ να ερευνήσουν ποιος ευθύνεται για τη ρίψη χημικών κατά αμάχων
Του Γιώργου Τσιάρα
Υστερα από σκληρά, πολυήμερα παζάρια στις πλάτες των νεκρών, και υπό την ολοένα και σοβαρότερη απειλή μιας «χειρουργικής» αεροπορικής επιχείρησης εναντίον της από τις μεγάλες δυνάμεις της Δύσης, η συριακή κυβέρνηση ανακοίνωσε χθες πως θα επιτρέψει τελικά τη μετάβαση των επιθεωρητών του ΟΗΕ στα ανατολικά προάστια της Δαμασκού που επλήγησαν από χημικά όπλα, και πως η απόφαση αυτή έχει «άμεση ισχύ». Αρνήθηκε, ωστόσο, την πρόσβαση στις μυστικές στρατιωτικές αποθήκες όπου είναι στοιβαγμένα τα χημικά της όπλα –ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο τη ρητορεία για την ανάγκη… άνωθεν παρέμβασης για την εξουδετέρωση των «όπλων μαζικής καταστροφής» του καθεστώτος.
Επιμένουν για επέμβαση
Σε κάθε περίπτωση, το πράσινο φως του Μπασάρ αλ-Ασαντ προς τους εμπειρογνώμονες, που άναψε μετά από ισχυρές πιέσεις και από τη («στριμωγμένη» από τις εξελίξεις) ρωσική πλευρά, δεν αρκεί για να αποδυναμώσει τα σενάρια για στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ και των «προθύμων» συμμάχων τους στη Συρία, ακόμη και χωρίς την κάλυψη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Οπως δήλωσε χθες ανώτερος αξιωματούχος της αμερικανικής κυβέρνησης, η Ουάσινγκτον έχει πλέον «ελάχιστες αμφιβολίες» για τη χρήση από τη συριακή κυβέρνηση χημικών όπλων εναντίον αμάχων, και ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα «μελετά τον τρόπο με τον οποίο θα απαντήσει» στην («ορφανή» ακόμη) θηριωδία.
«Με βάση τις πληροφορίες για τον αριθμό των νεκρών, για τα συμπτώματα αυτών που σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν, αλλά και με βάση μαρτυρίες και άλλα στοιχεία από ανεξάρτητες πηγές, από τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών και από διεθνείς εταίρους, υπάρχουν ελάχιστες πλέον αμφιβολίες ότι έγινε χρήση χημικών όπλων από το συριακό καθεστώς εναντίον αμάχων κατά την επίθεση αυτή» δήλωσε ο αξιωματούχος.
Την ετοιμότητα του Πενταγώνου για κάθε ενδεχόμενο εξέφρασε και ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας Τσακ Χέιγκελ, ενώ έγινε γνωστό πως σε τηλεφωνική επικοινωνία του Ομπάμα με τον Βρετανό πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον, οι δύο στενοί σύμμαχοι συμφωνήσαν στην ανάγκη χρήσης βίας κατά του καθεστώτος Ασαντ. Σκληρές δηλώσεις κατά του Ασαντ έκανε και ο Φρανσουά Ολάντ, δείχνοντας εμμέσως πρόθυμος για συμμετοχή στη συζητούμενη επιχείρηση: «Ολα οδηγούν στη σκέψη ότι η Δαμασκός ευθύνεται για την επίθεση με χημικά όπλα», είπε χαρακτηριστικά ο Γάλλος πρόεδρος. Οπως ανέφεραν πάντως οι «New York Times», σε ευρεία σύσκεψη στρατιωτικών και πολιτικών αξιωματούχων υπό τον Ομπάμα, που πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή, καταγράφηκαν σοβαρές διαφωνίες για το αν πρέπει ή όχι η Αμερική να επιτεθεί στη Συρία.
Τα σενάρια επέμβασης
Ανάμεσα στα σχέδια που συζητήθηκαν ήταν είτε ένας «περιορισμένης κλίμακας» βομβαρδισμός με πυραύλους Cruise, από τα πολεμικά σκάφη των ΗΠΑ που είναι ήδη αναπτυγμένα σε θέσεις βολής στην ανατολική Μεσόγειο, και με αυστηρά στρατιωτικούς στόχους, είτε μια ευρύτερη αεροπορική επιχείρηση με εκατοντάδες πρωτεύοντες και δευτερεύοντες στρατιωτικούς και πολιτικούς στόχους. Οπως έγραψαν οι «Times», «οι στόχοι μπορεί να περιλαμβάνουν συστοιχίες πυραύλων εδάφους-εδάφους και βαριά πυροβόλα που έχουν τη δυνατότητα να εκτοξεύουν οβίδες με χημική γόμωση, αλλά και σταθμούς διοίκησης, υποδομές στρατιωτικών επικοινωνιών και επιμελητείας.
Στους προτεινόμενους στόχους περιλαμβάνονται και σύμβολα της εξουσίας του Ασαντ, όπως κυβερνητικά και κομματικά κτίρια.
Σύμφωνα πάντως με συμπληρωματικό ρεπορτάζ της «Wall Street Journal», οι διαφωνίες στο εσωτερικό του «πολεμικού συμβουλίου κορυφής» των ΗΠΑ αφορούν τόσο την ανησυχία των στρατιωτικών του Πενταγώνου για την πιθανότητα κατάρριψης αμερικανικών αεροσκαφών από τα (προηγμένα) ρωσικής κατασκευής αντιαεροπορικά συστήματα που διαθέτει ο Ασαντ, όσο και την ανησυχία κορυφαίων διπλωματών για τις αλυσιδωτές αντιδράσεις που πιθανόν θα έχει ένα τέτοιο πλήγμα στην αξιοπιστία των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στη Μέση Ανατολή και τον αραβικό κόσμο εν γένει, αξιοπιστία που κατά γενική ομολογία έχει ήδη «πιάσει πάτο».
Ενώ συμβαίνουν όλα αυτά σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο, αξίζει να σημειωθεί πως στο «αστυνομικό» κομμάτι του παζλ της χημικής επίθεσης δεν υπάρχει καμιά πρόοδος: το σημαντικότερο είναι πως, ενώ οι άνεμοι της ξένης επέμβασης ενισχύονται ώρα με την ώρα πάνω από τη Δαμασκό, κανείς Αμερικανός, Αγγλος ή Γάλλος αξιωματούχος ή αναλυτής δεν έχει παρουσιάσει έστω και την πλέον ισχνή απόδειξη πως τα χημικά ρίχτηκαν από τις κυβερνητικές δυνάμεις, ούτε φυσικά έχει εξηγήσει ποιο θα ήταν το πολιτικό ή στρατιωτικό όφελος της κυβερνητικής πλευράς από μια τέτοια επίθεση στη συγκεκριμένη (νικηφόρο για τον Ασαντ) συγκυρία.
Ποιος ωφελήθηκε;
Το αντίθετο μάλλον συμβαίνει: στο κλασικό νομικό ερώτημα «Cui Bono», ποιος ωφελείται από την τραγωδία, βλέπει κανείς πως οι φανατικοί σουνίτες της ισλαμικής οργάνωσης αλ-Νούσρα, υπό τον έλεγχο της οποίας βρίσκονται τα εν λόγω προάστια της Δαμασκού, είχαν τόσο το κίνητρο όσο και την επιχειρησιακή δυνατότητα να «στήσουν» μια τέτοια τρομερή προβοκάτσια, αφού όλα δείχνουν πως χωρίς ξένη επέμβαση θα χάσουν σύντομα όχι μόνο τις μάχες της Δαμασκού και του Χαλεπίου, αλλά και συνολικά τον πόλεμο.
Υπενθυμίζεται πως οι (σταθερά υποστηριζόμενοι από τη Δύση και τις αραβικές μοναρχίες του Κόλπου, λόγω της υποτιθέμενης μαχητικής τους αποτελεσματικότητας, και παρά τη συμμετοχή τους σε τυφλές τρομοκρατικές επιθέσεις κατά αμάχων και τις στενές σχέσεις τους με την ιρακινή Αλ Κάιντα) αντάρτες της αλ-Νούσρα έχουν στο παρελθόν απειλήσει τους κυβερνητικούς πως διαθέτουν και είναι έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν χημικά όπλα «εάν χρειαστεί»: μάλιστα η γνωστή… «γερακίνα» αξιωματούχος του ΟΗΕ Κάρλα ντελ Πόντε παραδέχτηκε προ τριμήνου πως υπάρχουν «ισχυρές ενδείξεις» ότι οι αντικαθεστωτικοί έχουν ήδη χρησιμοποιήσει αέριο Σαρίν κατά κυβερνητικών δυνάμεων σε μία τουλάχιστον περίπτωση, στο Χαν αλ-Ασάλ, κοντά στο Χαλέπι -όπου και πάλι είχε γίνει αρχικά προσπάθεια να επιρριφθεί η ευθύνη στον Ασαντ, παρά το ότι 16 από τα 26 εξακριβωμένα θύματα ήταν κυβερνητικοί στρατιώτες!