26/10/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ: Θρησκεία και βία

Μονόφρονες εκατέρωθεν

      Pin It

Του Γιώργη Χαγιά*

 

Είναι το Ισλάμ αυτό καθαυτό συνώνυμο της βίας; Δικαιολογούμαστε από τα τεκταινόμενα στη Μέση Ανατολή να ενδώσουμε στον επαγωγικό συμπερασμό και να κρίνουμε εξ όνυχος τον λέοντα; Γιατί σήμερα η σιωπηλή πλειονότητα των μουσουλμάνων, ακόμα και των πιο ευσεβών, επιλέγει την ειρηνική λατρεία, τελετουργία και εθιμοτυπία, και τη συμβίωση με τους ετερόδοξους;

 

Το πνεύμα των καιρών, ελέω κυρίως του σοκ που έχει προκαλέσει το ISIS, εκτοξεύει το ζήτημα της σχέσης Ισλάμ και βίας στην κορυφή του δημόσιου λόγου, και μάλιστα στην αιχμαλωσία του τελευταίου από το επιχείρημα ότι Ισλάμ και βία είναι συγκοινωνούντα δοχεία.

 

Η θρησκεία δεν φτιάχτηκε με αυτοσκοπό την ειρήνη ή τον πόλεμο, αλλά χρησιμοποιήθηκε και για τα δύο. Πόθεν όμως η συσχέτιση της θρησκείας και ειδικότερα του Ισλάμ με τη βία; Απομονώνοντας στα όρια της αυθαιρεσίας κάποια στοιχεία, ενδογενή και εξωγενή, που ενέχουν τη θρησκεία στη βία διακρίνουμε τη διαχρονικά ευρεία απήχηση της θρησκείας στις κοινωνίες, τη δογματική φύση του μονοθεϊσμού που αποκλείει τουλάχιστον έμμεσα το Αλλο, και την εργαλειοποίηση του Ισλάμ από θεοκρατικά ή συντηρητικά καθεστώτα και από τρομοκρατικές οργανώσεις.

 

Αν και η κοινωνία ανέπτυξε βήμα γοργό, το οποίο η θρησκεία δυσκολεύτηκε να ακολουθήσει, η διείσδυση της τελευταίας στην πρώτη παραμένει σημαντική. Γιατί; Χαρακτηριστική της ανθρωπότητας είναι η διαδικασία της θέσμισης ή πιο απλά της σημασιοδότησης του κόσμου. Ο άνθρωπος στέκεται αμήχανα απέναντι σε ό,τι δεν μπορεί να ορίσει, να νοηματοδοτήσει, στο Χάος πέρα από τον εμπειρικό κόσμο. Η θρησκεία (λατ. religio, δεσμός) έρχεται να κατευνάσει το άγχος αυτής της αμηχανίας συνδέοντας τον εμπειρικό με τον υπερεμπειρικό κόσμο, που στη θρησκεία ορίζεται ως υπερβατικός και θείος.

 

Το διακύβευμα που συνήθως σοβεί είναι ποιος ελέγχει τη διαδικασία σημασιοδότησης της ζωής. Το Ισλάμ ως πιο παρεμβατικό στην οργάνωση της κοινωνίας, του ιδιωτικού και του δημόσιου βίου, είναι η πρωτεύουσα πηγή σημασιοδότησης της ζωής και του θείου. Εάν μάλιστα σε μια μουσουλμανική κοινωνία εφαρμόζεται ως νομολογία η Σαρία, όπως συμβαίνει σε θεοκρατίες της Μέσης Ανατολής, τότε η κοινωνία θρησκευτικοποιείται· πηγή νοήματος στην ισλαμική κοινότητα (ούμμα) γίνεται ο θεϊκός νόμος και όχι ο ανθρώπινος. Αν ένας κοινωνικά άδικος νόμος ήταν ρητά ανθρώπινος, ίσως να άλλαζε.

 

Ο αβρααμικός εσχατολογικός μονοθεϊσμός (ιουδαϊσμός, χριστιανισμός, Ισλάμ) της Μέσης Ανατολής έχει εγγενή στοιχεία διακρίσεως και αποκλεισμού, αφού ερείδεται στο πατριαρχικό, ανδροκρατικό πρότυπο και στον εξ αποκαλύψεως νόμο. Στις ριζοσπαστικές του ιστορικές φάσεις έχει επιτρέψει τη βίαιη άρνηση του Αλλου. Κινήματα που αδυνατούν να ορίσουν την ταυτότητά τους θετικά, τη συλλαμβάνουν αρνητικά, μισαλλόδοξα και βίαια μέσα από και ενάντια στο Αλλο. Στο Ισλάμ η διακρισιμότητα αποκτά ενίοτε μεγαλύτερο εκθέτη με την απαίτηση αναγνώρισής του ως της μόνης αληθινής θρησκείας, την ανισοτιμία των δύο φύλων, τη μη ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα και την εχθρότητα εναντίον των απίστων (κουφάρ).

 

Η θρησκεία, όπως και η πολιτική ιδεολογία, έχουν αδάμαστη κινητοποιό των μαζών δύναμη. Η βία εμφιλοχωρεί μέσω του φονταμενταλισμού και στη θρησκεία, και στην πολιτική, και στον πολιτισμό, όταν προκρίνεται ως μέσο για την επιβολή της εξουσίας, της μίας γνώμης, της μίας κοσμοεικόνας, του ενός δόγματος ως του μόνου αληθινού, και της άρνησης όλων των άλλων που το ακυρώνουν.

 

Ο σχετικά όψιμος «ανατολικός» φονταμενταλισμός και ο θρησκευτικοπολιτικός ισλαμισμός αναπτύχθηκαν ως αντίδραση της συλλογικής αραβικής μνήμης αφενός στην ευρωπαϊκή αποικιοκρατία και τον αμερικανικό παρεμβατισμό, και αφετέρου στη δυτική νεωτερικότητα και στον εκσυγχρονισμό της θεολογίας.

 

Το Ισλάμ αυτό καθαυτό δεν δημιουργήθηκε για να προωθεί τη βία. Αυτό το κάνουν σήμερα καλά τα τυραννικά, θεοκρατικά καθεστώτα, φύσει και θέσει βίαια, και βέβαια, οι μιλιταριστικές, μισαλλόδοξες τρομοκρατικές και άλλες οργανώσεις που παροχετεύουν ροπές, ένστικτα, πάθη, την ανεργία, τη φτώχεια και την κοινωνική αδικία, την αραβοϊσραηλινή διένεξη, τον δυτικό παρεμβατισμό και τα σύστοιχα αισθήματα ταπείνωσης και μνησικακίας, και βέβαια την ασημαντότητα της ζωής, στη βία.

 

Εκμεταλλευόμενοι την αμφισημία των γραφών, αποσπούν αταβιστικά και τυπολατρικά από το συγκείμενο, το ειδικό δηλαδή κοινωνικοϊστορικό πλαίσιο δράσης του Προφήτη, και συρράπτουν στίχους από το Κοράνι που προτρέπουν στην ένοπλη εκδοχή του τζιχάντ, όπως η περιβόητη προτροπή στη σούρα 9:5.

 

Συμπερασματικά, η αντιθρησκευτική πολεμική θα βρίσκει πάντοτε πρόσφυση όταν κόβονται κεφάλια εν ονόματι του Παμμέγιστου (Αλλάχου Ακμπαρ), την ίδια στιγμή που, πέρα από την αναγκαιότητα του διαθρησκειακού διαλόγου με σκοπό τη συνεννόηση και την καταλλαγή των παθών, θα πρέπει να προβληματικοποιηθεί η ανεπάρκεια των πολιτικών συστημάτων και των κοινωνιών να σημασιοδοτήσουν έναν πραγματικά δημοκρατικό, ελεύθερο και ειρηνικό δημόσιο βίο. Μια ανεπάρκεια που εκμεταλλεύονται κάθε λογής δόγματα, θρησκευτικά, πολιτικά, οικονομικά.

 

Αν έπρεπε να ενδώσουμε —για την οικονομία της συζήτησης— σε έναν αλληγορικό αναγωγισμό δανειζόμενοι επί τούτω τον στίχο του Αισχύλου «δίχα δ’ αλλων μονόφρων ειμί», χωρίς τα άλλα είμαι μονόφρων, θα λέγαμε ότι η ροπή του ανθρώπου προς το δόγμα και το συναφές κλείσιμο τον οδηγεί στο να ξέρει ένα πράγμα πολύ καλά, αλλά και στο να αγνοεί όλα τα υπόλοιπα που ελέγχουν την εγκυρότητά του.

 

……………………………………………………………………………………………………………….

 

* Υπ. δρ Εξωτερικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας

 

Scroll to top