15/08/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Η διπλή δίκη

      Pin It

Στις 25 Νοεμβρίου 1952 ο υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης Παπάγου, Παυσανίας Λυκουρέζος, ανακοίνωσε τη σύλληψη του από οκταετίας κρυπτόμενου κομμουνιστή Νικόλαου Πλουμπίδη ή Μπάρμπα ή κόκκινου δάσκαλου. Γνωστός για την ικανότητά του να παραμένει ασύλληπτος και στις πιο δύσκολες συνθήκες, ο Πλουμπίδης είχε αναλάβει, από το 1947, μαζί με τη Χρύσα Χατζηβασιλείου (που όμως σύντομα πέρασε στο εξωτερικό) και τον Στέργιο Αναστασιάδη την καθοδήγηση του παράνομου κλιμακίου του ΚΚΕ στην Ελλάδα. Δύο χρόνια αργότερα, μετά τη σύλληψη και εκτέλεση του δεύτερου, είχε μείνει μόνος επικεφαλής της αποδεκατισμένης κομματικής οργάνωσης, μέσα σε ένα κλίμα φόβου και καχυποψίας που δημιουργούσαν τα απανωτά χτυπήματα της Ασφάλειας. Η επαφή με την εξόριστη ηγεσία πραγματοποιείται κυρίως μέσω ασυρμάτων που χειρίζεται το παλαίμαχο στέλεχος του ΚΚΕ Νίκος Βαβούδης.

 

Από τα τέλη του 1949 και με απόφαση του Πολιτικού Γραφείου (Π.Γ.) του ΚΚΕ, ο Νίκος Πλουμπίδης ανέλαβε τις διαπραγματεύσεις με άλλα κόμματα και προσωπικότητες με στόχο τη συγκρότηση της Δημοκρατικής Παράταξης, του σχήματος το οποίο εκπροσώπησε με ιδιαίτερη επιτυχία την Αριστερά στις εκλογές της 5ης Μαρτίου του 1950. Σε μεταγενέστερη επιστολή του για τις εκλογές αυτές ο Νίκος Πλουμπίδης αναφέρει: «ανέλαβα την ευθύνη και έκλεισα τη συμφωνία για τη Δημοκρατική Παράταξη (…). Το αποτέλεσμα είναι γνωστό, ΝΙΚΗ μεγαλειώδης (…). Το Π.Γ. αναγνώρισε τη ΝΙΚΗ, όμως με κατηγόρησε ότι δεν εφάρμοσα την εντολή τους και εδημιουργήθει το ερώτημα “Τι γίνεται με τον Μπάρμπα”».

 

Τον Ιούνιο του 1950, ο Νίκος Μπελογιάννης ήλθε παράνομα στην Ελλάδα, με αποστολή την ανασυγκρότηση του κομματικού μηχανισμού, και παρά τις αντίθετες υποδείξεις που είχε από την εξόριστη ηγεσία του ΚΚΕ, συναντήθηκε αμέσως με τον Ν. Πλουμπίδη στο σπίτι του Κούλη Ζαμπαθά με σύνδεσμο την Ελλη Παππά, άμεση συνεργάτρια του Πλουμπίδη. Από τη συνεργασία Μπελογιάννη-Πλουμπίδη προέκυψε τον Αύγουστο του 1950 η έκδοση της εφημερίδας Δημοκρατικός, η πρώτη ουσιαστικά «νόμιμη» επανεμφάνιση του ΚΚΕ μετά τον Εμφύλιο.

 

Η σύλληψη του Ν. Μπελογιάννη και της Ελλης Παππά, τον Δεκέμβριο του 1950, καθώς και πολλών στελεχών που βρίσκονταν σε επαφή με τον παράνομο μηχανισμό, δημιούργησε κρίσιμα προβλήματα. Ο Πλουμπίδης με επιστολή του που δημοσιεύτηκε στο Δημοκρατικό (και δήθεν υπογραφόταν από τους οικείους του Μπελογιάννη) ενημέρωσε αμέσως για τη σύλληψή του και στη συνέχεια αδρανοποιήθηκε για μερικούς μήνες. Τον Ιούλιο όμως, με απόφαση του Π.Γ., ενεργοποιήθηκε και πάλι συμβάλλοντας καθοριστικά στην ίδρυση της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ) την 1η Αυγούστου 1951.

 

Λίγες μέρες αργότερα, ενόψει των εκλογών που είχαν προκηρυχθεί για τις 9 Σεπτεμβρίου, το Π.Γ. ζήτησε από τον Πλουμπίδη να απαιτήσει την τοποθέτηση στο ψηφοδέλτιο της ΕΔΑ εξόριστων και φυλακισμένων (αίτημα που έγινε αποδεκτό), κυρίως όμως του ίδιου και του Μπελογιάννη, προοπτική που συνάντησε την έντονη αντίδραση όσων συμμετείχαν στην ΕΔΑ και ιδιαίτερα του Μιχάλη Κύρκου. Οπως ο Πλουμπίδης αναφέρει σε μεταγενέστερο σημείωμά του την τελευταία στιγμή απέσυρε τις υποψηφιότητες Μπελογιάννη-Πλουμπίδη για να μη διαλυθεί η συμμαχία της ΕΔΑ. Γι’ αυτή την πρωτοβουλία του το Πολιτικό Γραφείο αποφάσισε (συνεδρίαση 3ης Σεπτεμβρίου 1951) να θέσει στην Ολομέλεια ζήτημα «Μπάρμπα» για παράβαση κομματικής εντολής και διαστρέβλωση της γραμμής, απαιτώντας να στείλει τα στοιχεία για τους συνδυασμούς και να εξηγήσει την «υποχώρησή» του.

 

Στις 15 Νοεμβρίου η Ασφάλεια ανακάλυψε τους ασύρματους που χειριζόταν ο Νίκος Βαβούδης, ο οποίος αυτοκτόνησε μέσα στην κρύπτη. Η αυτοκτονία του καταγγέλθηκε από το Ραδιοφωνικό Σταθμό της Ελεύθερης Ελλάδας, −το ραδιοσταθμό του ΚΚΕ από το Βουκουρέστι ο οποίος μετέφερε την κομματική γραμμή−, υποστηρίζοντας ότι ο Βαβούδης είχε φυγαδευτεί στην Αμερική. Στις 10 Ιανουαρίου 1952 το Πολιτικό Γραφείο αποφάσισε να γράψουν τα μέλη του ό,τι ξέρουν για τον Πλουμπίδη, διαδικασία που χρησιμοποιούνταν συνήθως για την ενοχοποίηση κάποιου κομματικού στελέχους. Οι διαδόσεις για τον πιθανό ύποπτο ρόλο του Πλουμπίδη είχαν αρχίσει να κυκλοφορούν, ενώ ενισχύονταν και από παράλληλα κομματικά κέντρα που λειτουργούσαν στην Αθήνα.

 

Η ανακάλυψη των ασυρμάτων οδήγησε στη δεύτερη δίκη του Μπελογιάννη, και των συνεργατών του, τον Φεβρουάριο του 1952, η οποία ολοκληρώθηκε με οκτώ θανατικές καταδίκες (επί κατασκοπία). Ο Νίκος Πλουμπίδης, σε μια ύστατη προσπάθεια να σωθεί ο Μπελογιάννης, έστειλε επιστολή προς τους δικηγόρους του, όπου δήλωσε ότι εκείνος ήταν ο καθοδηγητής του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ και ότι θα παρουσιαζόταν στις αρχές εφόσον ανασταλούν οι θανατικές ποινές του Μπελογιάννη και των συντρόφων του. Δυο μέρες αργότερα ο Ραδιοφωνικός κατήγγειλε ως πλαστό το γράμμα και ανέφερε ότι ο Πλουμπίδης νοσηλεύεται στο εξωτερικό.

 

Ο Πλουμπίδης, μετά και την αποκήρυξη του γράμματος του από την κομματική ηγεσία παρέμεινε απομονωμένος, με εξαιρετικά κλονισμένη την υγεία του, διατηρώντας επαφή με λίγους δικούς του ανθρώπους. Στις μαρτυρίες που υπάρχουν αλλά και από δικά του κείμενα διαφαίνεται η αγωνία του να καταλάβει τι έχει συμβεί, να αναζητήσει εκείνους που πληροφορούσαν λανθασμένα, όπως πίστευε, την κομματική ηγεσία. Στις 30 Απριλίου 1952 το Πολιτικό Γραφείο ανέθεσε στο μέλος του Βασίλη Μπαρτζιώτα να γράψει σχέδιο απόφασης για τον Πλουμπίδη, το οποίο και εγκρίθηκε στις 25 Ιουλίου 1952. Ο Πλουμπίδης κατηγορούνταν ότι με τη συνεργασία της ασφάλειας έφτιαξε το μύθο του «φυματικού», του «ασύλληπτου», του «αφοσιωμένου στο κόμμα», του «γενναίου», ενώ επρόκειτο για έναν «επαγγελματία φυματικό», διεφθαρμένο, δειλό, προδότη των συντρόφων του (αποδίδονταν σε αυτόν όλα τα χτυπήματα της Ασφάλειας στο παράνομο κλιμάκιο της Αθήνας μετά το 1936). Συνδεόταν, ακόμη, η δράση του με τη δράση άλλων «χαφιέδων» μεταξύ των στελεχών του κόμματος, των οποίων μάλιστα ο ρόλος είχε «αποκαλυφθεί» τα τελευταία χρόνια (Σιάντος-Βαφειάδης-Καραγιώργης). Η απόφαση, μνημείο σκευωρίας και μισαλλοδοξίας κατέληγε στην καταδίκη του Πλουμπίδη ως προδότη και στη διαγραφή του από το ΚΚΕ, παρέμεινε όμως εν γνώσει μόνο της κομματικής ηγεσίας.

 

Στις 25 Νοεμβρίου 1952 ο Πλουμπίδης συνελήφθη. Δυο μέρες μετά τη σύλληψή του ο ραδιοσταθμός του ΚΚΕ από το Βουκουρέστι, μετέδωσε ανακοίνωση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος στην οποία καταγγελλόταν ο Πλουμπίδης ή Μπάρμπας ως απο 28ετίας πράκτορας της Ασφάλειας και των Άγγλων μέσα στις γραμμές του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας, βαμμένος εχθρός του λαού που προκάλεσε μεγάλη ζημιά στο λαϊκό κίνημα, υπεύθυνος για τη σύλληψη και εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη.

 

Η δίκη του για κατασκοπία, με βάση το σχετικό μεταξικό νομό, ξεκίνησε στις 23 Ιουλίου 1953. Η κατηγορία εναντίον του, όπως και όλης της απούσας ηγεσίας του ΚΚΕ, στηρίχτηκε στα τηλεγραφήματα που είχαν βρεθεί στην κρύπτη του Βαβούδη, τα οποία είχαν ήδη αποτιμηθεί για την καταδίκη του Μπελογιάννη. Κατά τη διάρκεια της δίκης ο Ραδιοσταθμός του ΚΚΕ μετέδιδε εκπομπές εναντίον του κατηγορώντας τον ως πράκτορα και τη διαδικασία ως «στημένη προβοκάτσια» εναντίον του κόμματος. Ο Πλουμπίδης όμως υποστήριξε ότι απλώς το κόμμα έχει λανθασμένα στοιχεία που πρέπει να ανατραπούν «για να αλλάξει τη γνώμη του». Και ξεκινώντας την απολογία του ανέφερε: «παρ’ όλον ότι σήμερον, όχι μόνον δεν έχω την τιμή να εκπροσωπώ το κόμμα μου, αλλά έχω και πολεμικήν εναντίον μου, δηλώνω ότι αναλαμβάνω πλήρως τας ευθύνας διά την πολιτική γραμμήν του κόμματός μου».

 

Στα γράμματά του από την φυλακή, τα οποία δημοσιεύθηκαν μόλις το 1997, διαγράφεται ξεκάθαρα η στάση του, συνάμα πολιτική και ανθρώπινη. Διακατέχεται από μια συνεχή θλίψη κυρίως για την κομματική καταδίκη του και όχι για τον επερχόμενο θάνατό του, τον οποίον κάποτε αντιμετωπίζει ως λύτρωση. Μέσα από τις χαραμάδες του λόγου του εμφανίζεται η προσωπική πικρία και το συναίσθημα της αδικίας από τους συντρόφους του. Στοιχεία τα οποία στη συνέχεια τα εξορίζει λογικά, θεωρώντας ότι συσκοτίζουν τον πολιτικό χαρακτήρα της υπόθεσης. Το παλαίμαχο στέλεχος, το οποίο έχει διανύσει μια μακρότατη και πολύπαθη κομματική ζωή, επιδιώκει ως ύστατη πράξη να συγκροτήσει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα του επέτρεπαν να στοιχειοθετήσει τη δική του υπεράσπιση, ως ανώτατο κομματικό στέλεχος, στη μελλοντική συζήτησή για την αποκατάστασή του. Σε αυτή τη διαδικασία ο Πλουμπίδης κρατά την πίστη του στο κόμμα ως στοιχείο για τη μελλοντική του δικαίωση αλλά και ως το βασικό σημείο μέσα από το οποίο μπορούσε να νοηματοδοτήσει την ύπαρξη του.

 

Μέσα σε ένα έντονο κλίμα αντικομμουνισμού, το δικαστήριο του επέβαλλε τη θανατική ποινή. Την μέρα της εκτέλεσης του Πλουμπίδη, όπως διηγείται ο Τάσος Βουρνάς, το ύστερο «γεια σας σύντροφοι» έμεινε αναπάντητο από τους έγκλειστους κομμουνιστές. Την άλλη ημέρα ο Ραδιοσταθμός αμφισβήτησε την εκτέλεση καταγγέλλοντάς την ως σκηνοθεσία. Κι όταν ο διευθυντής της Ασφάλειας έδωσε, απαντώντας στους ισχυρισμούς του, φωτογραφίες από την εκτέλεση στον Τύπο, ο Ραδιοσταθμός επέμεινε στη σκηνοθεσία, αναζητώντας στις φωτογραφίες την απάτη.

 

Δύο χρόνια αργότερα, το 1956, μετά την καθαίρεση του Ζαχαριάδη αποφασίστηκε η επανεξέταση της υπόθεσης, όπως και όλων των κομματικών δικών που είχε πραγματοποιήσει η ζαχαριαδική ηγεσία. Η επιτροπή που συγκροτήθηκε κατέληξε σε δυο διαφορετικά πορίσματα, τα οποία συνέκλιναν στην απαλλαγή του Πλουμπίδη, την αποκατάστασή του ως μέλος του ΚΚΕ και της Κ.Ε. και στην απόδοση ευθυνών στους Ζαχαριάδη, Μπαρτζώτα και Βλαντά. Το πρώτο πόρισμα απέδιδε ευθύνες όχι μόνο στη «ζαχαριαδική κλίκα», −όπως πρότεινε το δεύτερο το οποίο και εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία−, αλλά και σε ολόκληρη την τότε Κ.Ε. Και τα δύο πάντως έθεταν τα προβλήματα στον στενό ορίζοντα μιας συγκεκριμένης ηγεσίας και όχι στην ευρύτητα του τρόπου λειτουργίας ενός κομματικού μηχανισμού. Οι κυρίαρχες λογικές παρέμειναν, καθώς και τα ερωτήματα για τις αντιλήψεις οι οποίες επέτρεψαν ώστε μια κομματική σκευωρία, και μάλιστα για ένα προβεβλημένο στέλεχος του κόμματος, να γίνει έστω και πρόσκαιρα αποδεκτή με περιορισμένες τις φανερές τουλάχιστον αντιδράσεις.

 

Η τελική αποκατάσταση έγινε με μια λακωνική απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής, το 1958, η οποία περιελάμβανε επίσης τους Γιώργη Σιάντο και Κώστα Καραγιώργη. Αποκατάσταση, όμως, η οποία δεν δημοσιοποιήθηκε και παρέμεινε επί πολλά χρόνια εν γνώσει μόνο της κομματικής ηγεσίας.

 

Scroll to top