Pin It

Πάλι στο προσκήνιο η χαμένη ταινία του

 

Ο Χίτσκοκ, σε συνέντευξή του στον Φρανσουά Τριφό, είχε χαρακτηρίσει την ταινία «απαίσια». Κι όμως, το «The Mountain Eagle», μια αγγλογερμανική παραγωγή του 1925, θεωρείται σήμερα από το British Film Institute «το πιο “καταζητούμενο” από όλα τα “καταζητούμενα” φιλμ».

 

 

Από το 1927, που προβλήθηκε στις αίθουσες με αξιοθρήνητα αποτελέσματα, η τύχη του αγνοείται. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι καταστράφηκε λόγω των εύφλεκτων συστατικών του φιλμ, υπάρχουν, όμως, και λίγοι αισιόδοξοι που ονειρεύονται ότι κάποια στιγμή θα το ξετρυπώσουν σε καμιά σοφίτα. Οι ελπίδες τους αναζωπυρώθηκαν ξαφνικά φέτος, όταν ανακαλύφθηκαν 24 φωτογραφίες από τα γυρίσματα στο αρχείο στενού φίλου του Χίτσκοκ – πουλήθηκαν πρόσφατα σε δημοπρασία στο Λος Αντζελες προς 6 χιλιάδες δολάρια.

 

Το πιο ωραίο είναι ότι επικεφαλής της εκστρατείας «Βρείτε την ταινία» είναι οι κάτοικοι του Ομπεργκουργκλ στο Τιρόλο, όπου γυρίστηκε. Τετρακόσιοι μόνο κάτοικοι σήμερα. Ο Χίτσκοκ αναζητούσε ένα γραφικό ορεινό τοπίο, που να θυμίζει το Κεντάκι και το βρήκε σε μια κάρτα σε κιόσκι του Μονάχου. Κατέφτασε ορεξάτος τον Οκτώβριο του 1925, κάτι που εκείνη την εποχή δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Οπως λέει στην «Γκάρντιαν» ο Γιοχάνες Κοκ, διευθυντής του οργανισμού CineTirol, ήταν σαν να γυριζόταν σήμερα ταινία σε απομονωμένο χωριό των Ιμαλαΐων.

 

Οταν έφυγε λίγους μήνες αργότερα, είχε μεν ολοκληρώσει τη δεύτερη, βουβή ταινία του μετά το «The pleasure garden», αλλά ούτε ο ίδιος ούτε οι Τιρολέζοι είχαν καλές αναμνήσεις. Διηγούνται ότι ο σκηνοθέτης ξύπνησε το πρώτο πρωί για να βρει τα πάντα χιονισμένα. Εστρωσε στη δουλειά την πυροσβεστική, αλλά αυτή, στην υπερπροσπάθειά της να λιώσει ή απομακρύνει το χιόνι, γκρέμισε μια στέγη.

 

Ο Χίτσκοκ επιπλέον παραπονιόταν συνέχεια για κρίσεις ναυτίας και εμέτων, που τις απέδιδε στους… λαρυγγώδεις ήχους της τοπικής διαλέκτου. Αντεξε τη δοκιμασία χάρη σε ένα μπουκάλι Κουαντρό, κάμποσα άλλα με ουίσκι κι έναν σάκο με λεμόνια, που είχε κουβαλήσει μαζί του – αυτές οι ιστορίες ανήκουν στη μυθολογία των κατοίκων του άτυχου τιρολέζικου χωριού, που θα μπορούσε να έχει μείνει στην ιστορία.

 

H ταινία, πάντως, εκτυλίσσεται στο Κεντάκι. Αγρια και μπερδεμένη. Ενας γιος γεννιέται ανάπηρος και η μάνα του πεθαίνει στη γέννα. Ο σύζυγός της μισεί θανάσιμα έναν συγχωριανό του, που επίσης την αγαπούσε. Πατέρας και γιος διεκδικούν αργότερα τον έρωτα της δασκάλας, που σώζεται στην αγκαλιά του παλιού αντεραστή.

 

Ο πατέρας τον κατηγορεί για τη δολοφονία του γιου του, που έχει εξαφανιστεί, φυλακίζεται, απελευθερώνεται, ξαναβρίσκει τη δασκάλα, που έχει αποκτήσει ένα παιδάκι, ο γιος επιστρέφει, η κατηγορία καταπίπτει, ο πατέρας, δόξα τω θεώ, σκοτώνεται και το ζεύγος μπορεί να απολαύσει την αγάπη του.

 

«Μπορεί να 'ναι ένα χαμένο αριστούργημα;» αναρωτιέται στην «Γκάρντιαν» η Μπραϊόνι Ντίξον, επικεφαλής του τμήματος βουβών ταινιών του BFI. «Μάλλον όχι. Αλλά είναι Χίτσκοκ. Θα ήταν συναρπαστικό να το βρίσκαμε».

 

Επιμ.: Β. Γεωργ.

Scroll to top