28/09/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Υπό τη σημαία του διεθνισμού

      Pin It

Από τον Θανάση Γιαλκέτση

 

Πριν από 150 χρόνια, στις 28 Σεπτεμβρίου 1864, η αίθουσα Σεν Μάρτιν’ς Χολ στο Κόβεντ Γκάρντεν του Λονδίνου ήταν κατάμεστη. Οι περισσότεροι από τους δύο χιλιάδες συγκεντρωμένους ήταν Αγγλοι και Γάλλοι εργάτες, αλλά υπήρχαν και ορισμένοι Γερμανοί, Ιταλοί, Ισπανοί, Ρώσοι, Πολωνοί κ.ά. Εκείνη τη μέρα γεννήθηκε η Διεθνής Ενωση των Εργατών (που έμεινε στην ιστορία ως Πρώτη Διεθνής), με σκοπό να ενώσει τους εργάτες όλων των χωρών στην πάλη τους για χειραφέτηση. Ο Μαρξ παρακολούθησε σιωπηλός τις εργασίες εκείνης της ιδρυτικής συνέλευσης, αλλά στο τέλος της βραδιάς είχε εκλεγεί στο Γενικό Συμβούλιο και τις επόμενες εβδομάδες θα συντάξει την «Ιδρυτική Διακήρυξη» και το Καταστατικό της Διεθνούς. Ως ηγέτης και θεωρητικός νους της Διεθνούς, ο Μαρξ μάχεται εναντίον της μεγάλης επιρροής που είχαν στους κόλπους της οι ιδέες του Προυντόν, του Ματσίνι και του Μπακούνιν, και αντιπροτείνει το δικό του επαναστατικό πρόγραμμα προσπαθώντας να κερδίσει την υποστήριξη όλων των συνιστωσών της οργάνωσης.

 

Οι γενικοί προσανατολισμοί που εισηγείται ο Μαρξ είναι συνοπτικά οι εξής: «Η χειραφέτηση της εργατικής τάξης πρέπει να είναι το έργο της ίδιας της εργατικής τάξης» (με αυτή τη φράση αρχίζει το καταστατικό) και επομένως όχι το έργο φιλάνθρωπων αστών ή κοινωνικών μεταρρυθμιστών που δρουν για λογαριασμό της, ούτε ουτοπικών στοχαστών ή φωτισμένων πρωτοποριών ιακωβίνικου, μπλανκιστικού ή συνωμοτικού τύπου (αυτή η θέση είναι και μια ευθεία κριτική στους οπαδούς του Λασάλ και γενικότερα σε όλες τις τάσεις που εναπόθεταν τις ελπίδες τους στον πατερναλισμό αντιδραστικών κυβερνήσεων και κρατών, αλλά και σε όσους συνέχιζαν να θεωρούν το εργατικό κίνημα ως απλό παράρτημα των φιλελεύθερων και δημοκρατικών κομμάτων). Η χειραφέτηση της εργατικής τάξης προωθείται ουσιαστικά με την ταξική πάλη, που είναι τόσο οικονομική πάλη, για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, όσο και πολιτική πάλη, για τη διεξαγωγή της οποίας η εργατική τάξη πρέπει να διαθέτει ένα δικό της αυτόνομο κόμμα.

 

Απορρίπτονται έτσι τόσο οι θέσεις εκείνων που πρότειναν τη λύση των συνεταιρισμών και των θεσμών αλληλοβοήθειας -προυντονικών ή λασαλικών- όσο και εκείνες των αναρχικών, που απέρριπταν την πολιτική πάλη και το κόμμα ως συγκεντρωτική οργάνωση. Οι μακροπρόθεσμοι στόχοι πρέπει να είναι η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας, η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και η αταξική κοινωνία. Στην Πρώτη Διεθνή, ωστόσο, αυτές οι ιδέες δεν γίνονταν δεκτές από όλους, γιατί τα ρεύματα που τη συναποτελούσαν είχαν πολύ διαφορετικές αντιλήψεις για την κοινωνική χειραφέτηση. Οι Γάλλοι προυντονικοί οραματίζονταν μια κοινωνία συνεταιρισμένων μικροϊδιοκτητών και επομένως τάσσονταν εναντίον της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής, ευνοώντας έντονα αντικρατικές και αποκεντρωμένες μορφές οργάνωσης της παραγωγής. Οι Γερμανοί λασαλικοί πίστευαν ότι με την καθολική ψήφο το κράτος θα μπορούσε να μετασχηματιστεί σε θεματοφύλακα των συμφερόντων των εργατών. Οσο για τους Αγγλους των Trade Unions, αυτοί πάλευαν για κοινωνικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις που δεν έθιγαν τη δομή της ιδιοκτησίας και δεν συμμερίζονταν διόλου την επαναστατική προοπτική του Μαρξ. Στα ετήσια συνέδρια της Διεθνούς γίνονταν ζωηρές συζητήσεις για τις ιδεολογικές και προγραμματικές διαφορές μεταξύ των διάφορων τάσεων και ομάδων. Στη Γενεύη το 1866, στη Λωζάννη το 1867, στις Βρυξέλλες το 1868, οι αντιπαραθέσεις γίνονταν κυρίως μεταξύ των θέσεων του Μαρξ και των προυντονικών (ο ίδιος ο Μαρξ δεν συμμετείχε σε αυτά τα συνέδρια).

 

Με αφετηρία το 1868 κυριαρχεί η σύγκρουση μεταξύ του Μαρξ και του Μπακούνιν, ο οποίος υποστήριζε την εξέγερση και την κατάργηση του κράτους και θεωρούσε τον μαρξικό κομμουνισμό σαν μια αυταρχική θεωρία που θα οδηγούσε σε μια νέα μορφή υποδούλωσης, επειδή θα συγκέντρωνε όλη την ιδιοκτησία στα χέρια του κράτους. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1860 η επιρροή και το κύρος της Διεθνούς μεγάλωναν, ενώ οι εργατικοί αγώνες, οι απεργίες και οι κοινωνικές συγκρούσεις ενισχύονταν και εξαπλώνονταν σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Το διεθνές πλαίσιο θα αλλάξει όμως μετά τον γαλλοπρωσικό πόλεμο του 1870 και την Κομμούνα του Παρισιού.

 

Ο πόλεμος μεταξύ των εθνών απειλούσε με διάλυση τη διεθνή αλληλεγγύη των εργατικών οργανώσεων. Στη Γερμανία οι λασαλικοί θα ψηφίσουν στο Ράιχσταγκ τις πολεμικές πιστώσεις, ενώ οι ηγέτες του νέου φιλομαρξιστικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, που ιδρύθηκε στο Αϊζεναχ το 1869 από τον Βίλχελμ Λίμπκνεχτ και τον Αύγουστο Μπέμπελ, θα απέχουν από την ψηφοφορία. Ο Μαρξ προετοίμασε για τη Διεθνή μια πρώτη διακήρυξη (που εγκρίθηκε από το Γενικό Συμβούλιο στις 23 Ιουλίου 1870), με την οποία η οργάνωση καταδίκαζε τον πόλεμο και υπεράσπιζε την προλεταριακή αλληλεγγύη μεταξύ των Γάλλων και των Γερμανών εργατών. Στη δεύτερη διακήρυξη της Διεθνούς για τον γαλλοπρωσικό πόλεμο (που εγκρίθηκε από το Γενικό Συμβούλιο στις 9 Σεπτεμβρίου 1870), ο Μαρξ προειδοποιούσε τους Γάλλους να μην επιχειρήσουν μια επανάσταση που δεν θα είχε πιθανότητες επιτυχίας. Ο Μαρξ ήταν επομένως από την αρχή αρκετά απαισιόδοξος για τις προοπτικές της παρισινής επανάστασης, αλλά, όταν αυτή ξέσπασε, ο σκεπτικισμός και οι αμφιβολίες παραχώρησαν τη θέση τους στην ολόπλευρη αλληλεγγύη. Η τρίτη διακήρυξη («Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία»), που έγραφε ο Μαρξ από τον Απρίλιο του 1871 για λογαριασμό της Διεθνούς, δημοσιεύτηκε στο Λονδίνο στις 13 Ιουνίου 1871, όταν η επανάσταση είχε ήδη ηττηθεί. Μετά την πτώση της Κομμούνας αρχίζει η παρακμή της Διεθνούς. Οι εκπρόσωποι των αγγλικών συνδικάτων παραιτούνται από το Γενικό Συμβούλιο διαμαρτυρόμενοι για την άνευ όρων υποστήριξη που δόθηκε στην παρισινή επανάσταση.

 

Παράλληλα, οξύνεται όλο και περισσότερο η πολεμική μεταξύ του Μαρξ και του Μπακούνιν. Η τελική αναμέτρηση γίνεται στο συνέδριο της Χάγης το 1872 (το μόνο στο οποίο ο Μαρξ ήταν παρών), που επικυρώνει την πολιτική νίκη του Μαρξ και ταυτόχρονα το τέλος της Διεθνούς. Ενώ ο Μαρξ κατορθώνει να επιβάλει τις θέσεις του, ο Ενγκελς προτείνει και πετυχαίνει τη μεταφορά της έδρας του Γενικού Συμβουλίου από το Λονδίνο στη Νέα Υόρκη. Η «αμερικανική» Διεθνής ήταν ήδη ουσιαστικά νεκρή, όταν στο συνέδριο της Φιλαδέλφειας, το 1876, θα αποφασιστεί και η τυπική της διάλυση. Μεταξύ των αιτίων της παρακμής της Διεθνούς (οι εντάσεις που προκάλεσαν τα δραματικά γεγονότα των ετών 1870-71, η σύγκρουση Μαρξ-Μπακούνιν) βαραίνει ιδιαίτερα η στάση που υιοθετεί το αγγλικό εργατικό κίνημα.

 

Εδώ διαφαίνεται η πιο μεγάλη αντίφαση και τελικά η αποτυχία της μαρξικής στρατηγικής. Το Λονδίνο, μολονότι παραμένει φιλόξενο και γενναιόδωρο προς τους εξόριστους επαναστάτες της Ευρώπης, στρέφει την πλάτη του στο επαναστατικό πεπρωμένο για το οποίο το προόριζε ο Μαρξ. Το αγγλικό εργατικό κίνημα προχωράει αργά και πραγματιστικά, αδιαφορώντας για τα θεωρητικά ζητήματα. Η Πρώτη Διεθνής διαλύεται τελικά όχι τόσο εξαιτίας του υποτιθέμενου υπερσυγκεντρωτισμού του Μαρξ ή του οργανωτικού μηδενισμού του Μπακούνιν, αλλά μάλλον εξαιτίας της απροθυμίας του αγγλικού εργατικού κινήματος να μεταφράσει την ιστορική και κοινωνική υπεροχή του σε πολιτική καθοδήγηση του διεθνούς κινήματος. Με τη διάλυση της Διεθνούς εντείνεται η φυγόκεντρη εθνική διασπορά, που οδήγησε στη θεμελίωση «εθνικών» εργατικών κινημάτων, καθένα από τα οποία έχει τη δική του ιστορία και τη δική του ταυτότητα.

 

Scroll to top